Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 550/1999
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Ολομέλεια
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16-01-1998 με την εξής σύνθεση: Β. Μποτόπουλος, Πρόεδρος, Φ. Κατζούρος, Λ. Οικονόμου, Ν. Παπαδημητρίου, Η. Παπαγεωργίου, Π.Ζ. Φλώρος, Π. Χριστόφορος, Μ. Βροντάκης, Θ. Χατζηπαύλου, Φ. Στεργιόπουλος, Γ. Σταυρόπουλος, Σ. Καραλής, Δ. Κωστόπουλος, Κ. Μενουδάκος, Ε. Γαλανού, Γ. Ανεμογιάννης, Π.Ν. Φλώρος, Φ. Αρναούτογλου, Π. Πικραμμένος, Ν. Σκλίας, Θ. Παπαευαγγέλου, Δ. Πετρούλιας, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος, Δ. Μπριόλας, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Σύμβουλοι, Μ. Καραμανώφ, Κ. Βιολάρης, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής.
Για να δικάσει την από 08-04-1993 αίτηση:
του Σπυρίδωνος Η. Σοφικίτη, κατοίκου Σκοπέλου και προσωρινά διαμένοντος στην Αθήνα, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χ. Κακαρούνα (Αριθμός Μητρώου 15189), που τον διόρισε στο ακροατήριο,
κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Η. Παπαδόπουλο, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους
και κατά της παρεμβαίνουσας Ανδρομάχης Βαλσαμάκη - Κουντουριώτη, κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής (Περικλέους 16), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γ. Ναυπλιώτη (Αριθμός Μητρώου 2129), που τον διόρισε στο ακροατήριο.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ' αριθμόν 5157/1996 παραπεμπτικής αποφάσεως του Δ' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 210/1993 απόφαση του Πολεοδομικού Γραφείου Σκοπέλου, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Ο Εισηγητής, Σύμβουλος Δ. Πετρούλιας, άρχισε τη συζήτηση της υποθέσεως με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία αποτελεί και την εισήγηση του Τμήματος.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και,
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχουν κατατεθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (3731674 και 3731675/1993 γραμμάτια είσπραξης της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών - 1967507 και 3745159/1993 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).
2. Επειδή, από το Πολεοδομικό Γραφείο Σκοπέλου της Νομαρχίας Μαγνησίας χορηγήθηκε στον αιτούντα η 12/1992 οικοδομική άδεια, για την προσθήκη ορόφου σε υπάρχουσα διώροφη οικοδομή του στη Σκόπελο, κατ' εφαρμογή των διατάξεων για την οικογενειακή στέγη, του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983 και της Γ622/61/1984 αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 9/Β/1984), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του εν λόγω άρθρου. Για τη χορήγηση της άδειας ο αιτών είχε υποβάλει, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου, μεταξύ άλλων δικαιολογητικών, και την προβλεπόμενη από το άρθρο 3 παράγραφος 1 της προαναφερόμενης υπουργικής αποφάσεως, όπως τροποποιήθηκε, υπεύθυνη δήλωση (του νομοθετικού διατάγματος 105/1969 και ήδη του άρθρου 8 του νόμου 1599/1986) κατά την οποία αυτός και τα μέλη της οικογένειάς του (σύζυγος και δύο παιδιά) είναι μόνιμοι κάτοικοι Σκοπέλου. Με την 210/1993 πράξη του ο Προϊστάμενος του Πολεοδομικού Γραφείου Σκοπέλου ανακάλεσε την παραπάνω οικοδομική άδεια (12/1992), επικαλούμενος το έγγραφο 927/100329/1992 του Προϊσταμένου του Τομέα Μητρώων και Προαγωγών του ΟΤΕ, σύμφωνα με το οποίο ο αιτών, υπάλληλος του Οργανισμού, υπηρετεί στο Συγκρότημα Παρακτίου Κέντρου Ραδιοεπικοινωνιών Αθηνών (Λούτσα Αττικής) και η διεύθυνση της κατοικίας του είναι, κατά δήλωσή του, Λουκιανού 9, Περιστέρι. Με την κρινόμενη αίτηση, ο αιτών ζητεί παραδεκτώς την ακύρωση της ανακλητικής της οικοδομικής άδειας πράξης του Προϊσταμένου του Πολεοδομικού Γραφείου Σκοπέλου.
3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου μετά την παραπεμπτική απόφαση 5157/1996 του Δ' Τμήματος, λόγω της σημασίας των αναφερομένων στην απόφαση αυτή ζητημάτων.
4. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς, υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης, η Ανδρομάχη Βαλσαμάκη, φερόμενη ιδιοκτήτρια γειτονικού ακινήτου.
5. Επειδή, στο άρθρο 21 του Συντάγματος ορίζεται, στη μεν παράγραφο 1 ότι:
{Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους}
στη δε παράγραφο 4 ότι:
{Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους.}
Εξ άλλου, στο άρθρο 24 του Συντάγματος προβλέπονται τα εξής:
{1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους...
2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης.
3. ...}
6. Επειδή, από το άρθρο 21 παράγραφος 1 του Συντάγματος προκύπτει ότι η οικογένεια έχει αναχθεί σε συνταγματικώς προστατευόμενο θεσμό. Η προστασία δε αυτή της οικογένειας περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την απόκτηση επαρκούς οικογενειακής στέγης, που, σύμφωνα άλλωστε με ρητή πρόβλεψη της παραγράφου 4 του άρθρου 21, αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους. Η παρεχόμενη από την Πολιτεία διευκόλυνση για την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών οικογενειών χαμηλής οικονομικής στάθμης, μπορεί, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, να συνίσταται και στη δυνατότητα ανέγερσης κύριας κατοικίας με ευνοϊκούς από την άποψη αυτή, όρους δόμησης και κατά παρέκκλιση από τους γενικώς ισχύοντες όρους δόμησης στην περιοχή. Εν όψει όμως του ότι το φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον αποτελεί συνταγματικώς προστατευόμενο αγαθό, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος, το οποίο επιβάλλει τη χωροταξική και πολεοδομική διαμόρφωση βάσει ορθολογικού σχεδιασμού, προσανατολισμένου στις πολιτιστικές αξίες και παραδόσεις και προσαρμοσμένου στην ιδιομορφία και τις ανάγκες της περιοχής, ώστε να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης, θα πρέπει η εξαιρετική ρύθμιση που επιτρέπει την κατά παρέκκλιση και πάντως στο άκρως αναγκαίο μέτρο, δόμηση, για την απόκτηση οικογενειακής στέγης, αφ' ενός μεν να συνοδεύεται από όρους και περιορισμούς που θα εξουδετερώνουν ή τουλάχιστον θα περιορίζουν στο ελάχιστο τις δυσμενείς επιπτώσεις στο φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον και στις συνθήκες διαβίωσης, αφ' ετέρου δε να εισάγεται με νόμο ή με προεδρικό διάταγμα, εκδιδόμενο με ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση, που περιέχει τη βάση της ρυθμίσεως, σύμφωνα με τα άρθρα 26 παράγραφος 1, 24 παράγραφος 2 και 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος.
7. Επειδή, το άρθρο 41 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983) ορίζει τα εξής:
{1. Στις περιπτώσεις οικοδομήσιμων οικοπέδων μπορεί, ύστερα από απόφαση της αρμόδιας Αρχιτεκτονικής Επιτροπής, να εγκρίνεται, κατά παρέκκλιση από τους όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής, η χορήγηση ειδικής άδειας (άδεια οικογενειακής στέγης) αποκλειστικά για την κατασκευή κύριας κατοικίας του κυρίου του οικοπέδου, ανιόντων μέχρι 1ου βαθμού αυτού και της συζύγου του και κατιόντων του, εφόσον όλοι αυτοί κατοικούν μόνιμα στην πόλη ή τον οικισμό και δεν έχουν σ' αυτόν άλλο οικοδομήσιμο οικόπεδο.
2. Η συνολική επιφάνεια των κτισμάτων του άρθρου αυτού δε μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 240 m2 και το κτίσμα δε μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις ορόφους ή να γίνεται υπέρβαση του ποσοστού κάλυψης που ισχύει στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση η συνολική δομούμενη επιφάνεια δε μπορεί να αντιστοιχεί σε συντελεστή δόμησης μεγαλύτερο του 2,40.
3. Η Αρχιτεκτονική Επιτροπή στις περιπτώσεις του άρθρου αυτού μπορεί να μην εξαντλήσει το όριο των 240 m2 της προηγούμενης παραγράφου ή τον αριθμό ορόφων και γενικά μπορεί να διαμορφώσει, κατά τον προσφορότερο δυνατό τρόπο σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, την τοποθέτηση του κτιρίου και τους όγκους του, την εμφάνισή του και γενικά την εναρμόνισή του προς το άμεσο περιβάλλον, επιβάλλοντας κάθε απαιτούμενο κατά την κρίση της σχετικό περιορισμό.
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται στα ήδη εγκεκριμένα σχέδια πόλεων, στους οικισμούς προ του 1923 και στις επεκτάσεις του νόμου αυτού.
5. Η κρίση σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για την πλήρωση των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού της οικογενειακής στέγης κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού ανήκει στην Αρχή που χορηγεί την οικοδομική άδεια.
6. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος μπορεί να κανονισθεί κάθε συμπληρωματικός όρος των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού της οικογενειακής στέγης, κάθε λεπτομέρεια σχετιζόμενη με το θεσμό αυτόν και κάθε θέμα που αναφέρεται στη διαδικασία εφαρμογής του άρθρου αυτού.
7. Εάν μέσα σε μία πενταετία από την έκδοση της άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού γίνουν μεταβιβάσεις εν ζωή του ακινήτου ή μέρους αυτού που καλύπτουν τον επιπλέον συντελεστή, εφαρμόζονται υποχρεωτικά και ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 880/1979. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος μπορεί να καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.}
Με βάση την προαναφερόμενη εξουσιοδοτική διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983 εκδόθηκε η Γ622/61/1984 απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος με τίτλο Προϋποθέσεις χαρακτηρισμού οικογενειακής στέγης και διαδικασία εφαρμογής της (ΦΕΚ 9/Β/1984), που τροποποιήθηκε με την 67889/2885/1985 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 689/Β/1985) και συμπληρώθηκε με την 44382/2451/1989 απόφαση του αυτού Υπουργού (ΦΕΚ 344/Δ/1989) με τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις. Με το άρθρο 1 της Γ622/61/1984 υπουργικής αποφάσεως, όπως η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 της 44382/2451/1989 υπουργικής αποφάσεως, ορίζονται συμπληρωματικοί όροι για τη χορήγηση άδειας οικογενειακής στέγης και ειδικότερα τα εξής:
{1. Το οικόπεδο πρέπει να είναι οικοδομήσιμο σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις και η χρήση για κατοικία να μην αντίκειται στις προβλεπόμενες χρήσεις για την περιοχή από τα ειδικά διατάγματα ή το γενικό πολεοδομικό σχέδιο ή την πολεοδομική μελέτη.
2. Ο δικαιούχος οικογενειακής στέγης πρέπει να είναι κύριος του οικοπέδου για το οποίο χορηγείται άδεια οικογενειακής στέγης.
3. Προκειμένου για πόλεις με πληθυσμό άνω των 25.000 κατοίκων, ο κύριος του οικοπέδου πρέπει να διαμένει μόνιμα επί 2 τουλάχιστον έτη ή σε περίπτωση, που είναι υπάλληλος (Δημόσιος ή Ιδιωτικός ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου), να εργάζεται επί 1 τουλάχιστο έτος στην πόλη ή τον οικισμό. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983 και της απόφασης αυτής, σαν πόλη νοείται το σύνολο των Δήμων και των Κοινοτήτων, που την αποτελούν και που περιλαμβάνονται στον αντίστοιχο πίνακα πολεοδομικών συγκροτημάτων της επετηρίδας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος.
4. Ο κύριος του οικοπέδου και τα λοιπά μέλη της οικογένειας δεν έχουν στην ίδια πόλη ή οικισμό άλλο οικοδομήσιμο ή οικοδομημένο οικόπεδο στο οποίο υπάρχει ή μπορεί - σύμφωνα με τους ισχύοντες όρους δόμησης της περιοχής - να ανεγερθεί κατοικία (ή διαμέρισμα), που να επαρκεί για την κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών στο ίδιο ακίνητο. Για την εκτίμηση αυτών των αναγκών, λαμβάνεται σαν απαραίτητη δομημένη επιφάνεια κατοικίας εμβαδόν 30 m2 κατά άτομο και ελάχιστη δομημένη επιφάνεια κατοικίας 80 m2, ανεξάρτητα από τον αριθμόν των ατόμων. Εφ' όσον όμως η υφιστάμενη ή δυναμένη να ανεγερθεί κατοικία είναι ίση ή μεγαλύτερη των 240 m2 δεν παρέχεται άδεια οικογενειακής στέγης.
5. Εάν η άδεια αυτή αφορά προσθήκη σε υπάρχουσα οικοδομή, είτε αναθεώρηση που συνεπάγεται την αύξηση του εμβαδού της οικοδομής τότε οι προϋποθέσεις, οι λοιποί όροι και περιορισμοί καθώς και η έγκριση της Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του νομού αναφέρονται στο σύνολο της οικοδομής.
6. Οι ειδικές αυτές άδειες διέπονται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις του από 03-09-1983 προεδρικού διατάγματος Τρόπος έκδοσης οικοδομικών αδειών και έλεγχος των ανεγειρομένων οικοδομών (ΦΕΚ 394/Δ/1983).}
Περαιτέρω, με το άρθρο 2 της Γ622/61/1984 υπουργικής αποφάσεως προβλέπεται ότι:
{Η Επιτροπή Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νομού, προκειμένου να αποφασίσει για τη χορήγηση άδειας οικογενειακής στέγης λαμβάνει υπόψη της και τα εξής:
1. Εκτός από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, τους όρους δόμησης της περιοχής και τα ειδικά ανά περίπτωση πολεοδομικά και περιβαλλοντικά κριτήρια.
2. Για περιπτώσεις που ζητείται υπέρβαση του αριθμού ορόφων της περιοχής, εκτιμάται το τυχόν ειδικό καθεστώς και ο διαμορφωμένος ή προβλεπόμενος χαρακτήρας του οικισμού (παραδοσιακός, παραθεριστικός, τουριστικός, με ειδικούς όρους δόμησης), καθώς και θέσεις του οικισμού με ιδιαίτερο πολεοδομικό, αισθητικό, αρχαιολογικό ή άλλο ενδιαφέρον.}
Με το άρθρο 3 της ίδιας υπουργικής αποφάσεως καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται υπεύθυνη δήλωση του νομοθετικού διατάγματος 105/1969, στην οποία αναγράφεται, πλην άλλων ότι ο κύριος και τα λοιπά μέλη της οικογένειας, που πρόκειται να κατοικήσουν στο ακίνητο που θα ανεγερθεί, είναι μόνιμοι κάτοικοι της πόλης ή του οικισμού και ορίζεται ότι:
{Για την περίπτωση πόλης άνω των 25.000 κατοίκων στην παραπάνω δήλωση αναφέρεται πρόσθετα η συμπλήρωση τουλάχιστον διετίας μόνιμης διαμονής για τον κύριο του οικοπέδου ή αν είναι υπάλληλος αντί της διετίας μπορεί η παραπάνω βεβαίωση να συνοδεύεται από βεβαίωση της υπηρεσίας του ότι έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 1 έτος μόνιμης απασχόλησης στην πόλη αυτή. Με την υπεύθυνη δήλωση συνυποβάλλονται και οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν τα παραπάνω (φορολογική δήλωση, ειδοποιήσεις από Δημόσιους Οργανισμούς ή Υπηρεσίες, ή Τράπεζες, επιταγές, βεβαιώσεις από σχολείο, κλπ.) κατά την κρίση της αρμόδιας Πολεοδομικής Αρχής} (εδάφιο δ' παράγραφος 1, το οποίο έχει προστεθεί με την παράγραφο 1 της 67889/2885/1985 υπουργικής αποφάσεως).
Με το άρθρο 4, όπως η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού έχει συμπληρωθεί με την παράγραφο 2 της 44382/2451/1989 υπουργικής αποφάσεως προβλέπεται ότι:
{1. Η άδεια οικογενειακής στέγης χορηγείται για την κατασκευή μιας ενιαίας κατοικίας.
1)α. Είναι δυνατή η κατασκευή περισσότερων της μιας αυτοτελούς κατοικίας, στην ενιαία ιδιοκτησία του δικαιούχου οικογενειακής στέγης, εφόσον οι αυτοτελείς κατοικίες χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά από τα μέλη της οικογενείας του που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983.
2. Η ειδική οικοδομική άδεια χορηγείται κατ' αρχήν μόνο μια φορά σε κάθε φυσικό πρόσωπο βάσει της υφιστάμενης οικογενειακής του κατάστασης κατά τον χρόνο αιτήσεως της αδείας. Είναι όμως δυνατή η χορήγηση και άλλης άδειας στο ίδιο πρόσωπο στο ίδιο κτίσμα, εάν αποδεδειγμένα άλλαξε η οικογενειακή του κατάσταση με τον περιορισμό της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου.
3. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος οικογενειακής στέγης δεν είναι κύριος του οικοπέδου κατά πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας, αλλά ιδιοκτήτης ιδανικού μεριδίου, η ειδική άδεια οικογενειακής στέγης, αναφέρεται στο ιδανικό μερίδιό του, για το οποίο και μόνο είναι δυνατή η προσαύξηση του εμβαδού της δομήσιμης επιφάνειας. Για τον υπολογισμό του τελικού εμβαδού που αντιστοιχεί σε κάθε δικαιούχο στην πιο πάνω περίπτωση, η μέγιστη επιφάνεια που θα μπορούσε να δομηθεί σε ολόκληρο το οικόπεδο αν γινόταν ενιαία εφαρμογή του θεσμού κατανέμεται ανάλογα με το ποσοστό συνιδιοκτησίας του δικαιούχου, όπως αυτό αναφέρεται στην υπεύθυνη δήλωση της παραγράφου 1 στοιχείο (γ) του άρθρου 3.
4. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται για ολόκληρο το οικόπεδο, ο συντελεστής δόμησης να υπερβαίνει το 2,40, το σύνολο της δομημένης επιφάνειας τα 240 m2, ο αριθμός ορόφων τους 3 ή το ποσοστό κάλυψης το μέγιστο επιτρεπόμενο της περιοχής, με εφαρμογή κατά τα λοιπά των διατάξεων του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού.
5. Εφόσον, στις περιπτώσεις συνιδιοκτησίας, εκδίδεται η οικοδομική άδεια ενιαία για ολόκληρο το οικόπεδο, αναφέρεται για ποια διαμερίσματα ισχύει σαν ειδική άδεια οικογενειακής στέγης, ενώ για τα λοιπά (μη δικαιούχων) ισχύει σαν κοινή.
6. Η Επιτροπή Ενάσκησης Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νομού αποφαίνεται για το σύνολο της οικοδομής.
7. Τα ποσοστά συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου δεν μεταβάλλονται συνεπεία τυχόν εφαρμογής του θεσμού οικογενειακής στέγης.}
Με το άρθρο 5 τέλος καθορίζεται η διαδικασία χορηγήσεως της άδειας.
8. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983, όπως αυτές συμπληρώνονται με τις διατάξεις της κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσης αποφάσεως Γ622/61/1984 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη, εισάγεται εξαιρετική ρύθμιση, η οποία επιτρέπει την, κατά παρέκκλιση από τους ισχύοντες όρους και περιορισμούς, δόμηση, με τη χορήγηση ειδικής άδειας (άδειας οικογενειακής στέγης), με σκοπό, όπως επισημαίνεται στην εισηγητική έκθεση του νόμου, την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών οικογενειών χαμηλής οικονομικής στάθμης, σε μία προσπάθεια διατήρησης και των παραδοσιακών οικογενειακών δεσμών. Όπως προκύπτει από τις διατάξεις αυτές, η άδεια οικογενειακής στέγης χορηγείται αποκλειστικά για την κατασκευή κύριας κατοικίας του κυρίου του οικοπέδου, ανιόντων πρώτου βαθμού αυτού και της συζύγου του και κατιόντων τους, εφ' όσον όλοι αυτοί κατοικούν μόνιμα στην πόλη ή τον οικισμό όπου βρίσκεται το οικόπεδο και δεν έχουν στην ίδια πόλη ή τον ίδιο οικισμό άλλο οικοδομήσιμο ή οικοδομημένο οικόπεδο, στο οποίο υπάρχει ή μπορεί, σύμφωνα με τους ισχύοντες όρους δόμησης, να ανεγερθεί κατοικία (ή διαμέρισμα) που επαρκεί για την κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών στο ίδιο ακίνητο.
Η άδεια οικογενειακής στέγης, που εκδίδεται από την αρμόδια πολεοδομική αρχή, ύστερα από απόφαση της Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου και ήδη Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου, αφορά οικοδομήσιμα, σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, οικόπεδα, με επιτρεπτή τη χρήση κατοικίας και υπόκειται στους εξής περιορισμούς ως προς τις επιτρεπόμενες παρεκκλίσεις: Η συνολική δομούμενη επιφάνεια δεν επιτρέπεται να είναι, για ολόκληρο το οικόπεδο, μεγαλύτερη από 240 m2 και πάντως να μην υπερβαίνει τον συντελεστή δόμησης 2.40, η οικοδομή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις ορόφους και δεν επιτρέπεται η υπέρβαση του ισχύοντος στην περιοχή ποσοστού κάλυψης. Για τον καθορισμό των καλυπτόμενων οικογενειακών αναγκών και κατά συνεκδοχή της επιτρεπόμενης σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση προσαύξησης της δομούμενης επιφάνειας, λαμβάνεται ως απαραίτητη δομημένη επιφάνεια, κατ' άτομο, εμβαδόν 30 m2 και ελάχιστη δομημένη επιφάνεια κατοικίας 80 m2. Η Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου, λαμβάνοντας υπ' όψη πολεοδομικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, μπορεί πάντως να μην επιτρέψει την εξάντληση του ορίου των 240 m2 ή του αριθμού των τριών ορόφων και γενικά μπορεί να διαμορφώσει κατά τον προσφορότερο τρόπο το κτίριο (τοποθέτηση, όγκοι, εμφάνιση), ώστε να εναρμονίζεται με το φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Ειδικότερα προκειμένου να επιτραπεί η υπέρβαση του αριθμού ορόφων της περιοχής, η Επιτροπή εκτιμά το τυχόν ειδικό καθεστώς, τον διαμορφωμένο ή προβλεπόμενο χαρακτήρα του οικισμού (παραδοσιακός, παραθεριστικός, τουριστικός, με ειδικούς όρους δόμησης) καθώς και τις συγκεκριμένες θέσεις του οικισμού με ιδιαίτερο πολεοδομικό, αισθητικό, αρχαιολογικό ή άλλο ενδιαφέρον.
Τέλος προβλέπεται ότι, εάν εντός πενταετίας από τη χορήγηση της άδειας οικογενειακής στέγης, γίνουν μεταβιβάσεις εν ζωή του ακινήτου ή μέρους αυτού, που καλύπτουν τον επί πλέον συντελεστή, επιβάλλεται η καταβολή ειδικού τέλους, σύμφωνα με τις αναλόγως εφαρμοζόμενες διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 880/1979, και εκείνες του από 27-03-1984 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 272/Δ/1984).
Με τα δεδομένα αυτά, η εξαιρετική ρύθμιση για την άδεια οικογενειακής στέγης, με την οποία παρέχεται μία, κατά παρέκκλιση από τους ισχύοντες όρους δόμησης, προσαύξηση της δομούμενης επιφάνειας, για την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών οικογενειών χαμηλής κυρίως οικονομικής στάθμης, χωρίς πάντως υπέρβαση του ποσοστού κάλυψης και του αριθμού των τριών ορόφων, είναι, όσον αφορά το ουσιαστικό της αυτό περιεχόμενο, μια επιτρεπτή κατά το Σύνταγμα και ειδικότερα τα άρθρα του 21 και 24, ρύθμιση. Και τούτο διότι, με τους τασσόμενους όρους και περιορισμούς τόσο ως προς την αναγνώριση του δικαιώματος, όσο και ως προς την έκταση των επιτρεπόμενων παρεκκλίσεων, η ρύθμιση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι περιορισμένης εφαρμογής και με αμελητέες δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον - σημειωτέον ότι για την εξάντληση του ορίου των 240 m2 απαιτείται οκταμελής κατά νόμον οικογένεια - ώστε να μην υφίσταται κίνδυνος νόθευσης του πολεοδομικού σχεδιασμού ούτε αλλοίωσης της φυσιογνωμίας των περιοχών, αφού άλλωστε, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση η άδεια οικογενειακής στέγης χορηγείται μόνο στο μέτρο που, με την κατά παρέκκλιση δόμηση, δεν βλάπτεται το φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον, κατά την ειδικώς αιτιολογημένη και υποκείμενη σε δικαστικό έλεγχο κρίση της Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου.
Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Φ. Κατζούρος, Π. Χριστόφορος, Κ. Μενουδάκος, Φ. Αρναούτογλου, Π. Πικραμμένος, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος και Χ. Ράμμος, με τις οποίες συντάχθηκε και η Πάρεδρος Μ. Καραμανώφ, οι οποίοι διετύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Η ρύθμιση αυτή για την άδεια οικογενειακής στέγης δεν συμπορεύεται με την επιτασσόμενη από το Σύνταγμα υποχρέωση πολεοδομικής διαμόρφωσης των οικισμών, βάσει ενός ορθολογικού πολεοδομικού σχεδιασμού υπαγορευόμενου από πολεοδομικά και μόνο κριτήρια και προσαρμοσμένου στην ιδιομορφία και την εν γένει φυσιογνωμία καθώς και τις ανάγκες κάθε περιοχής, (βλέπε ΣτΕ 173/1998), δεδομένου ότι επιτρέπει την έγκριση παρεκκλίσεων από τους πάγιους όρους δόμησης κάθε περιοχής, για λόγους που δεν σχετίζονται με πολεοδομικά κριτήρια, και μάλιστα όχι κατά τρόπο γενικό αλλά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατόπιν ατομικής εγκρίσεως της Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου. Ειδικότερα η επίμαχη ρύθμιση δεν αρκείται σε επιβοηθητική στάθμιση, μετά τα πολεοδομικά και άλλων κριτηρίων, σχετιζόμενων με την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, αλλά αποβλέποντας αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση των άλλων αυτών σκοπών, προνοεί απλώς για την κατά το δυνατόν αποτροπή υπέρμετρης βλάβης στο οικιστικό περιβάλλον. Δεν ασκεί δε επιρροή το γεγονός ότι η ρύθμιση θάλπει σκοπούς προστατευόμενους από άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως είναι η προστασία της οικογένειας και των ανεπαρκώς στεγαζόμενων (άρθρο 21 παράγραφος 1 και 4 του Συντάγματος), διότι η εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών δεν επιτρέπεται να γίνεται με παραβίαση του κανονιστικού περιεχομένου άλλων συνταγματικών διατάξεων, όπως είναι η διάταξη για την προστασία του οικιστικού περιβάλλοντος.
9. Επειδή, περαιτέρω η Ολομέλεια ομόφωνα κρίνει ότι η απόφαση Γ622/61/1984 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε, με την οποία θεσπίζονται αναγκαίοι και ουσιώδεις, για την επάρκεια και πληρότητα της ρύθμισης του άρθρου 41 του νόμου 1337/1983, όροι, είναι ανίσχυρη. Και τούτο διότι η παρεχόμενη προς τον Υπουργό εξουσιοδότηση με την παράγραφο 6 του εν λόγω άρθρου, βάσει της οποίας εκδόθηκε η υπουργική αυτή απόφαση, δεν είναι συνταγματικώς έγκυρη, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη, η εξαιρετική ρύθμιση για την οικογενειακή στέγη, με την οποία επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τους ισχύοντες όρους δόμησης, μόνο με νόμο ή με προεδρικό διάταγμα, εκδιδόμενο με βάση ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση, μπορεί να θεσπισθεί. Ως εκ τούτου η οικοδομική άδεια 12/1992, η οποία εκδόθηκε κατ' εφαρμογή και των διατάξεων της ανίσχυρης αυτής υπουργικής αποφάσεως, νομίμως ανακλήθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη του Προϊσταμένου του Πολεοδομικού Γραφείου της Σκοπέλου.
10. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την αίτηση.
Δέχεται την παρέμβαση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στον αιτούντα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται στο ποσό των 28.000 δραχμών, και τη δικαστική δαπάνη της παρεμβαίνουσας που ανέρχεται στο ποσό των 33.600 δραχμών.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12-06-1998 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 12-02-1999.