Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2845/94

ΣτΕ 2845/1994


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2845/1994

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 07-12-1993 με την εξής σύνθεση : Χ. Φατούρος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ' Τμήματος, Χ. Γεραρής, Π. Παραράς, Μ. Βροντάκης, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Σύμβουλοι, Δ. Γρατσίας, Σ. Χρυσικοπούλου, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής, Γραμματέας του Δ' Τμήματος.

 

Για να δικάσει την από 14-07-1987 αίτηση:

 

Των 1) Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία PLEXUS - Οικοδομικές και Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Χείρωνα αριθμός 2), η οποία δεν παρέστη και 2) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία Τεχνοοικοδομική Τουριστική Εταιρεία (ΤΕΧΝ-ΟΙΚΟ), που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Χείρωνα αριθμός 2), η ο ποία παρέστη με τον δικηγόρο Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλο (Αριθμός Μητρώου 643), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,

 

κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Ηλία Παπαδόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθούν:

 

α) η 1034/1595/1987 διαταγή διακοπής οικοδομικών εργασιών και

β) η 10466/1643/1987 πράξη ανακλήσεως οικοδομικών αδειών της Διευθύνσεως Πολεοδομίας του Διαμερίσματος Ανατολικής Αττικής της Νομαρχίας Αττικής.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Δ. Γρατσία.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσης εταιρείας που παρέστη, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του Δικαστηρίου και,

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη (2942867-8/1987 διπλότυπα εισπράξεως της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών) και το παράβολο (147828 και 596402/1987 ειδικά έντυπα παραβόλου).

 

2. Επειδή με το υπ' αριθμόν 13000/1983 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλείου Χρόνη, η ετερόρρυθμη εταιρεία Αγρόκτημα Ντράφι πώλησε και μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα στον Ευθύμιο Δημουλά ακίνητό της, κείμενο στην εκτός σχεδίου θέση Ντράφι της Κοινότητος Πικερμίου του Νομού Αττικής. Δια του αυτού συμβολαίου, η αναφερθείσα εταιρεία δήλωσε επίσης ότι το πωλούμενο ακίνητο αποτελεί ένα εκ των σαράντα πέντε εν όλω αγροτεμαχίων (εμβαδού κυμαινόμενου μεταξύ 4.015 και 9.417 m2), στα οποία διαίρεσε, δια συνημμένου στο συμβόλαιο τοπογραφικού διαγράμματος, μείζονα ιδιοκτησία της, συνολικής εκτάσεως 240.000 m2 περίπου. Στη συνέχεια, με το υπ' αριθμόν 13028/1983 συμβόλαιο του αυτού ως άνω συμβολαιογράφου συνήφθη, μεταξύ της ετερόρρυθμης εταιρείας Αγρόκτημα Ντράφι, αφ' ενός και της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης PLEXUS - Οικοδομικές και Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις, αφ' ετέρου εργολαβική σύμβαση, δυνάμει της οποίας η πρώτη των ανωτέρω εταιρειών (οικοπεδούχος) ανέθεσε στην δεύτερη (εργολήπτρια) την ανέγερση σαράντα τεσσάρων αυτοτελών κατοικιών επί των σαράντα τεσσάρων εκ των σαράντα πέντε αγροτεμαχίων στα οποία διαίρεσε, κατά την μνημονευθείσα ήδη δήλωσή της, την αγροτική ιδιοκτησία της στην θέση Ντράφι και τα οποία παρέμειναν στην κυριότητά της μετά την μεταβίβαση ενός εκ των ως άνω σαράντα πέντε αγροτεμαχίων στον Ευθύμιο Δημουλά.

 

Η εργολήπτρια εταιρεία ανέλαβε εξ άλλου την υποχρέωση να ανεγείρει τις αναφερθείσες κατοικίες με επιμέλεια και δαπάνες της, ενώ η οικοπεδούχος ανέλαβε, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, την υποχρέωση να μεταβιβάσει στην εργολήπτρια ή στα πρόσωπα τα οποία αυτή θα υπεδείκνυε, τριάντα έξι εκ των μνημονευθέντων σαράντα τεσσάρων αγροτεμαχίων, μαζί με τις κατοικίες οι οποίες επρόκειτο να ανεγερθούν επ' αυτών, κατά τους όρους σχετικού προσυμφώνου συναφθέντος δια του αυτού, υπ' αριθμόν 13028/1983 συμβολαίου. Η ανωτέρω μεταβίβαση συμφωνήθηκε να λάβει χώρα σταδιακώς και αναλόγως της προόδου κατασκευής των επί μέρους εργασιών του όλου έργου, συμφωνήθηκε δε επίσης ότι η πρώτη μεταβίβαση θα ελάμβανε χώρα με την έκδοση των σχετικών οικοδομικών αδειών, παρασχεθείσης στην εργολήπτρια εντολής και πληρεξουσιότητας προς κατάρτιση των οριστικών συμβάσεων και δι' αυτοσύμβασης.

 

Ακολούθως, την 02-11-1984, η Διεύθυνση Πολεοδομίας του Διαμερίσματος Ανατολικής Αττικής της Νομαρχίας Αττικής εξέδωσε, κατόπιν της σχετικής, από 01-07-1983, αιτήσεως της εργολήπτριας εταιρείας PLEXUS Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και επ' ονόματί της, τις υπ' αριθμούς 2110/1984 (1 έως 44) οικοδομικές άδειες, με τις οποίες επετράπη η ανέγερση σαράντα τεσσάρων αυτοτελών μονώροφων κατοικιών επί της εκτός σχεδίου εκτάσεως της εταιρείας Αγρόκτημα Ντράφι, όπως αυτή είχε διαιρεθεί δια της περιληφθείσης στο υπ' αριθμόν 13000/1983 συμβόλαιο δηλώσεως της τελευταίας αυτής εταιρείας. Προτού όμως αρχίσουν οι σχετικές οικοδομικές εργασίες, συνετάγη το υπ' αριθμόν 16115/1985 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Βασιλείου Χρόνη, με το οποίο η εργολήπτρια εταιρεία PLEXUS Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης εκχώρησε στην εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με τον διακριτικό τίτλο ΤΕΧΝ - ΟΙΚΟ Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης όλα τα δικαιώματά της εκ της εργολαβικής συμβάσεως η οποία συνήφθη με το υπ' αριθμόν 13028/1983 συμβόλαιο καθώς και τα δικαιώματά της από το συναφθέν με το αυτό συμβόλαιο προσύμφωνο, ενώ η εταιρεία Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης αποδέχθηκε τη εκχώρηση, αναδειχθείσα και τις υποχρεώσεις της εταιρείας PLEXUS από τις ανωτέρω συμβάσεις.

 

Εν τούτοις, με την υπ' αριθμόν 10314/1595/87/1987 πράξη, υπογραφομένη από την Προϊσταμένη του Δ' Τμήματος της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, επεβλήθη διακοπή των οικοδομικών εργασιών οι οποίες εκτελούντο βάσει των υπ' αριθμών 2110/1984 (1 έως 44) οικοδομικών αδειών, ακολούθησε δε η έκδοση της υπ' αριθμόν 10466/1643/87/1987 πράξεως, υπογραφομένης από την Διευθύντρια Πολεοδομίας της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, με την οποία ανεκλήθησαν οι ανωτέρω οικοδομικές άδειες. Με την υπό κρίση αίτηση, συμπληρωθείσα με τα από 14-10-1993 και 10-11-1993 δικόγραφα προσθέτων λόγων, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης PLEXUS - Οικοδομικές και Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις και η εταιρεία ΤΕΧΝ - ΟΙΚΟ, μετατραπείσα ήδη σε ανώνυμη εταιρεία, ζητούν την ακύρωση:

 

(1) Της υπ' αριθμόν 10314/1595/87/1987 πράξεως περί διακοπής των οικοδομικών εργασιών οι οποίες εκτελούντο βάσει των υπ' αριθμών 2110/84 (1 έως 44) οικοδομικών αδειών και

 

(2) της υπ' αριθμόν 10466/1643/1987 πράξεως περί ανακλήσεως των οικοδομικών αυτών αδειών.

 

3. Επειδή η υπό κρίση αίτηση εισάγεται, λόγω σπουδαιότητος, ενώπιον της επταμελούς συνθέσεως του Δ' Τμήματος, κατόπιν της από 30-11-1993 πράξεως του Προέδρου του Τμήματος.

 

4. Επειδή το δικόγραφο της αιτήσεως υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο των αιτουσών. Κατά την συζήτηση όμως της υποθέσεως στο ακροατήριο, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης PLEXUS - Οικοδομικές και Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις (πρώτη από τις αιτούσες) δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εμφανίσθηκε νόμιμος εκπρόσωπός της για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκηση του ενδίκου μέσου, δεν έχει δε προσκομισθεί συμβολαιογραφικό έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας, από την εταιρεία αυτή, στον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο. Εν όψει των ανωτέρω και των οριζομένων στο άρθρο 27 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΦΕΚ 8/Α/1989), η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που ασκείται από την ως άνω εταιρεία, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.

 

5. Επειδή η πρώτη των προσβαλλόμενων πράξεων, με την οποία επεβλήθη διακοπή των εργασιών, οι οποίες εκτελούντο βάσει των υπ' αριθμών 2110/84 (1 έως 44) οικοδομικών αδειών, απαραδέκτως πλήττεται με την υπό κρίση αίτηση, δοθέντος ότι, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αιτήσεως, η εν λόγω πράξη είχε ήδη αποβάλει την ισχύ της, ως εκ της εκδόσεως της δευτέρας των προσβαλλόμενων πράξεων, με την οποία ανεκλήθησαν τελικώς οι μνημονευθείσες οικοδομικές άδειες.

 

6. Επειδή το από 06-10-1978 προεδρικό διάταγμα, με τον τίτλο Περί καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των γηπέδων των κειμένων εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων και εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών (ΦΕΚ 538/Δ/1978), όπως ίσχυε τόσον κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως προς έκδοση των ανακαλούμενων με την προσβαλλόμενη πράξη οικοδομικών αδειών, όσον και κατά τον χρόνο εκδόσεως των αδειών αυτών, όριζε στο άρθρο 1 ότι:

 

{Οι όροι και περιορισμοί δομήσεως των γηπέδων των κειμένων εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων, κωμών και οικισμών ή εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών των στερουμένων ρυμοτομικού σχεδίου, καθορίζονται ως ακολούθως:

 

1. Ελάχιστον εμβαδόν γηπέδου 4.000 m2.

 

2. Κατά παρέκκλιση από της προηγουμένης παραγράφου θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα τα γήπεδα:

 

(α) ...

 

(β) ...

 

3. Το μέγιστον ποσοστόν καλύψεως των γηπέδων ορίζεται εις 10% της επιφανείας αυτών.

 

4. ...

 

7. Ο μέγιστος συντελεστής δομήσεως των γηπέδων ορίζεται εις 0,2.

 

8. ...}

 

ενώ στο άρθρο 10 παράγραφος 1 (όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 3 του από 31-07-1981 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 412/Δ/1981) όριζε τα εξής:

 

{Προκειμένου δια την ανέγερση κατοικιών εφαρμόζονται και οι ακόλουθοι ειδικοί όροι και περιορισμοί δομήσεως, πλην των στο άρθρο 1 του παρόντος αναφερομένων:

 

(α) Επί των γηπέδων επιτρέπεται η ανέγερσις περισσοτέρων της μιας οικοδομών μετά γνώμη της Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου.

 

(β) Η μεγίστη επιτρεπομένη επιφάνεια του κτιρίου ως και η συνολική επιφάνεια των ορόφων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει: Δια γήπεδα εμβαδού μέχρι 4.000 m2 τα 200 m2. Δια γήπεδα εμβαδού μεγαλυτέρου των 4.000 m2 μέχρι και 8.000 m2 δια μεν τα πρώτα 4.000 m2 τα 200 m2, δια δε τα λοιπά ίση με το γινόμενον του υπολοίπου εμβαδού του γηπέδου επί τον συντελεστή δόμησης 0,02 (επιφάνεια οικοδομής) = 200 m2 + (εμβαδόν γηπέδου - 4.000) x 0,02. Δια γήπεδα εμβαδού μεγαλυτέρου των 8.000 m2 και άνω, δια μεν τα πρώτα 8.000 m2 τα 280 m2, δια δε τα λοιπά ίση με το γινόμενον του υπολοίπου εμβαδού του γηπέδου επί του συντελεστή δόμησης 0,01 μη δυναμένη εν πάση περιπτώσει να υπερβεί τα 400 m2 (επιφάνεια οικοδομής) = 280 m2 + (εμβαδόν γηπέδου - 8.000) x 0.01.

 

(γ) ...

 

(δ) ...}

 

7. Επειδή κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων εν όψει και των οριζομένων στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νομοθετικό διάταγμα 8/1973 (ΦΕΚ 124/Α/1973)), κατά το οποίο:

 

{Οικόπεδον θεωρείται συνεχόμενη έκτασις γης αποτελούσα αυτοτελές ενιαίο ακίνητο ανήκον εις ένα ή περισσότερους κυρίους εξ αδιαιρέτου}

 

(παράβαλε και τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παράγραφοι 12 και 13 του εισαχθέντος με τον νόμο 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985), νεωτέρου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού), ως γήπεδο νοείται το ακίνητο το οποίο αφ' ενός μεν αποτελεί συνεχόμενη έκταση γης, υπό την έννοια ότι η συνέχειά της δεν διασπάται από μεσολαβούσες ιδιοκτησίες τρίτων ή χώρους ανήκοντες στην κοινή χρήση, αφ' ετέρου δε ανήκει στην κυριότητα ενός προσώπου ή περισσοτέρων προσώπων εξ αδιαιρέτου (παράβαλε ΣτΕ 1899/1983, 2223/1982 καθώς και 287/1993, 46/1990, 3630/1987, 2469/1982, 621/1965, 1314/1955 κ.ά).

 

Κατά συνέπεια, η κρίση της Διοικήσεως περί του ότι ορισμένη, εκτός σχεδίου πόλεως κειμένη, έκταση γης αποτελεί γήπεδο, υπό την εκτεθείσα έννοια, πρέπει να διατυπώνεται βάσει των ανωτέρω κρισίμων, κατά την πολεοδομική νομοθεσία, δεδομένων (φύση της εκτάσεως ως συνεχόμενης, ιδιοκτησιακό καθεστώς) χωρίς να ασκούν επιρροή, από την άποψη αυτή, οι δηλώσεις ή η συμπεριφορά των ενδιαφερομένων, δοθέντος μάλιστα και του ότι η κρίση αυτή της Διοικήσεως αποτελεί την βάση για την περαιτέρω υπ' αυτής εφαρμογή των διατάξεων οι οποίες διέπουν την εκτός σχεδίου δόμηση και οι οποίες συνδέονται κατ' εξοχήν με το δημόσιο συμφέρον, ως αποβλέπουσες, πρωτίστως, στη διαφύλαξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα των εκτός σχεδίου περιοχών, μη προοριζομένων, κατ' αρχήν, για οικιστική εκμετάλλευση (βλέπε τις παρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 εδάφιο β' του από 06-10-1978 προεδρικού διατάγματος, οι οποίες, καθορίζουσες εν συναρτήσει προς το εμβαδόν του γηπέδου την μέγιστη επιτρεπομένη επιφάνεια και την συνολική επιφάνεια των ορόφων κτιρίου κατοικίας, ανεγειρομένου σε περιοχή εκτός σχεδίου, προβλέπουν πάντως ότι η ως άνω επιφάνεια δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να υπερβεί τα 400 m2 (Παράβαλε και τις συναφείς μεταγενέστερες διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 εδάφιο β' του από 24-05-1985 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 270/Δ/1985)).

 

8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η ανάκληση των υπ' αριθμών 2110/84 (1 έως 44) οικοδομικών αδειών εχώρησε με την αιτιολογία, ευθέως συναγόμενη από το σώμα της προσβαλλομένης ανακλητικής πράξεως, σε συνδυασμό προς τα στοιχεία του φακέλου, ότι οι ανακαλούμενες άδειες εξεδόθησαν υπό την αντίληψη ότι αφορούν σε σαράντα τέσσερα γήπεδα, ενώ, κατά την Διοίκηση, τα σαράντα τέσσερα αγροτεμάχια, στα οποία η ετερόρρυθμη εταιρεία Αγρόκτημα Ντράφι είχε διαιρέσει, δια δηλώσεώς της ενώπιον συμβολαιογράφου, την εκτός σχεδίου κειμένη ιδιοκτησία της, δεν είχαν προσλάβει, εκ μόνης της δηλώσεως αυτής, τον χαρακτήρα αυτοτελών γηπέδων, εν όψει δε τούτου, η επιτραπείσα δια των ανακαλούμενων αδειών δομική εκμετάλλευση της όλης εκτάσεως υπερέβη κατά πολύ την επιτρεπομένη υπό των οικείων, περί δομήσεως εκτός σχεδίου, διατάξεων του από 06-10-1978 προεδρικού διατάγματος, του οποίου γίνεται επίκληση στο προοίμιο της προσβαλλομένης ανακλητικής πράξεως. Υπό τα δεδομένα αυτά, η εν λόγω πράξη αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς και τα προβαλλόμενα περί του αντιθέτου είναι απορριπτέα.

 

Ειδικότερα:

 

(Α) Η δήλωση της ετερορρύθμου εταιρείας Αγρόκτημα Ντράφι, περιληφθείσα στο υπ' αριθμόν 13000/1983 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλείου Χρόνη, περί διαιρέσεως της εκτός σχεδίου κειμένης αγροτικής ιδιοκτησίας της, συνολικής εκτάσεως 240.000 m2 περίπου, σε σαράντα τέσσερα αγροτεμάχια, ανεξαρτήτως των εννόμων συνεπειών τις οποίες τυχόν είχε από απόψεως ιδιωτικού δικαίου, δεν μπορούσε πάντως, αυτή και μόνη, να καταστήσει τα εν λόγω αγροτεμάχια αυτοτελή γήπεδα, υπό την έννοια των κρισίμων εν προκειμένω διατάξεων περί δομήσεως εκτός σχεδίου, εφ' όσον η κυριότητα επί των αγροτεμαχίων αυτών εξακολούθησε, και μετά την αναφερθείσα δήλωση, να ανήκει στην εταιρεία Αγρόκτημα Ντράφι.

 

Εξάλλου, ούτε οι συμβάσεις οι οποίες συνήφθησαν με το υπ' αριθμόν 13028/1983 συμβόλαιο του αυτού ως άνω συμβολαιογράφου (εργολαβική σύμβαση και προσύμφωνο, συνοδευόμενο από ρήτρα αυτοσύμβασης, περί σταδιακής μεταβιβάσεως κυριότητος αγροτεμαχίων, από την εταιρεία Αγρόκτημα Ντράφι στην εργολήπτρια ή σε τρίτα, υπ' αυτής υποδεικνυόμενα, πρόσωπα, αναλόγως της προόδου των οικοδομικών εργασιών, αρχής γενομένης με την έκδοση των οικοδομικών αδειών) ασκούν από της εδώ εξεταζόμενης απόψεως επιρροή, εφ' όσον οι συμβάσεις αυτές, εκ των οποίων γεννήθηκαν εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις ενοχικής φύσεως, δεν μετέβαλαν, πάντως, αυτές καθ' εαυτές, το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επιμάχου εκτάσεως.

 

Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος δια του κυρίου δικογράφου λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίον η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη είναι ακυρωτέα επειδή με τα μνημονευθέντα ανωτέρω συμβόλαια είχαν αποκτηθεί δικαιώματα της εταιρείας PLEXUS Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης, δικαιοπαρόχου της αιτούσης εταιρείας ΤΕΧΝ-ΟΙΚΟ (μεταξύ των οποίων και δικαίωμα μεταβιβάσεως με αυτοσύμβαση) επί συγκεκριμένων, αυτοτελών και ανεξαρτήτων οικοπέδων, αρτίων σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν όταν γεννήθηκαν τα δικαιώματα αυτά, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος και του ότι δεν προβάλλεται, κατά τρόπο ειδικό, ότι προ της εκδόσεως των ανακληθεισών οικοδομικών αδειών είχε χωρήσει, δια συνάψεως οριστικών συμβολαίων, μεταβίβαση της κυριότητος των επίμαχων αγροτεμαχίων, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν δημιουργηθεί σαράντα τέσσερα αυτοτελή γήπεδα, υπό την έννοια των κρισίμων εν προκειμένω διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας.

 

(Β) Τα προβαλλόμενα, δια του κυρίου δικογράφου, περί του ότι η επίμαχη έκταση διαχωρίζεται από επίσημους αγροτικούς δρόμους, και του ότι κάθε ένα από τα σαράντα τέσσερα αγροτεμάχια, στα οποία είχε διαιρεθεί η έκταση αυτή, έχει πρόσοψη σε αγροτική οδό, είναι απορριπτέα ως αλυσιτελή, εφ' όσον δεν προβάλλεται πάντως, κατά τρόπο ειδικό, ότι η συνέχεια της εκτάσεως διασπάται από τις ως άνω αγροτικές οδούς ή από ιδιοκτησίες τρίτων κατά τέτοιο τρόπο ώστε να προκύπτουν σαράντα τέσσερα αυτοτελή γήπεδα, υπό την ενδιαφέρουσα εν προκειμένω έννοια.

 

Ο προβαλλόμενος δε, με τα από 14-10-1993 και 10-11-1993 πρόσθετα δικόγραφα, συναφής λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίον η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη έχει εκδοθεί κατά πλάνη περί τα πράγματα, επειδή, όπως εξ αυτής προκύπτει, η Διοίκηση θεωρεί ότι η επίμαχη έκταση είναι ενιαία, ενώ στην πραγματικότητα διαχωρίζεται, από το δίκτυο αγροτικών οδών που την διασχίζει, σε ένδεκα αυτοτελή και ανεξάρτητα τμήματα, είναι απορριπτέος, ομοίως ως αλυσιτελής.

 

Και τούτο διότι, και υπό την εκδοχή ακόμη ότι η έκταση στην οποία αφορούσαν οι ανακληθείσες οικοδομικές άδειες απαρτίζεται από ένδεκα αυτοτελή γήπεδα, πάντως τούτο δεν θα αρκούσε για να καταστήσει ακυρωτέα την προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη, η οποία, ανεξαρτήτως της αναφοράς της στο ενιαίο της εκτάσεως, ευρίσκει πάντως, κατά τα ήδη εκτεθέντα, νόμιμο και επαρκές έρεισμα στα αναφερόμενα σ' αυτήν περί του ότι οι ανακαλούμενες οικοδομικές άδειες εξεδόθησαν υπό την αντίληψη ότι αφορούν σε σαράντα τέσσερα αυτοτελή γήπεδα. Αδιάφορο δε είναι το ζήτημα εάν, αληθών υποτιθεμένων των προβαλλομένων από την αιτούσα περί του ότι η συνέχεια της ως άνω εκτάσεως διασπάται από αγροτικές οδούς, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούνται ένδεκα αυτοτελή και ανεξάρτητα τμήματα, θα ήταν δυνατή, εφ' όσον συντρέχουν και οι λοιπές κατά νόμον προϋποθέσεις, η έκδοση από την Διοίκηση, αδειών αφορωσών στην ανέγερση κατοικιών επί των ως άνω ένδεκα αυτοτελών και ανεξαρτήτων τμημάτων.

 

9. Επειδή με το από 10-11-1993 δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης ανακλητικής πράξεως είναι αόριστη διότι στην πράξη αυτή:

 

(α) Δεν προσδιορίζεται ποίες οικοδομικές άδειες, σε κάθε ένα από τα ένδεκα αυτοτελή τμήματα (τα οποία, κατά την αιτούσα, απαρτίζουν την επίμαχη έκταση) είναι νόμιμες και ποίες παράνομες και

 

(β) Δεν προσδιορίζεται ποία είναι η επιτρεπομένη δομική εκμετάλλευση καθενός από τα ανωτέρω ένδεκα αυτοτελή τμήματα και ποία η σημειωθείσα υπέρβαση της εκμεταλλεύσεως ενός εκάστου.

 

Ο λόγος είναι απορριπτέος, στο σύνολό του, ως αβάσιμος διότι, κατά την σαφή έννοια της προσβαλλομένης πράξεως, παράνομες ήσαν και οι σαράντα τέσσερις ανακαλούμενες οικοδομικές άδειες, ως εκδοθείσες υπό την αντίληψη ότι αφορούν ισάριθμα αυτοτελή γήπεδα, εν όψει δε τούτου η μη παράθεση στοιχείων περί της επιτρεπομένης κατά νόμο δομικής εκμεταλλεύσεως ενός εκάστου των ως άνω αυτοτελών τμημάτων και της σημειωθείσης εν προκειμένω αντιστοίχου υπερβάσεως δεν μπορεί να καταστήσει πλημμελή την αιτιολογία της προσβαλλομένης ανακλητικής πράξεως, εφ' όσον άλλωστε δεν πλήττεται, κατά τρόπο ειδικό και συγκεκριμένο, η διαπίστωση της Διοικήσεως ότι ως εκ της εκδόσεως σαράντα τεσσάρων αδειών, αφορωσών ισάριθμα γήπεδα, στοιχειοθετείται υπέρβαση της επιτρεπομένης, από τις διατάξεις περί δομήσεως εκτός σχεδίου, δομικής εκμεταλλεύσεως της επιμάχου εκτάσεως, ούτε προβάλλεται ότι η επιτραπείσα δια των σαράντα τεσσάρων ανακαλούμενων οικοδομικών αδειών δομική εκμετάλλευση της ως άνω εκτάσεως είναι ίση ή μικρότερη εκείνης η οποία θα επιτρεπόταν εάν αντί σαράντα τεσσάρων είχαν εκδοθεί ένδεκα μόνον οικοδομικές άδειες, αφορώσες σε ισάριθμα αυτοτελή γήπεδα.

 

10. Επειδή, εν όψει των ήδη εκτεθέντων περί της αιτιολογίας στην οποία ευρίσκει έρεισμα η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη, τα προβαλλόμενα, καθ' ερμηνεία του κυρίου δικογράφου, περί εκδόσεως της πράξεως αυτής κατ' εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου 1337/1983 και του από 22-06-1983 προεδρικού διατάγματος με τον τίτλο Καθορισμός ζώνης οικιστικού ελέγχου και κατωτάτου ορίου κατάτμησης σε ολόκληρη των εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών προϋφιστάμενων του 1923 περιοχή του νομού Αττικής (ΦΕΚ 284/Δ/1983), είναι απορριπτέα ως ερειδόμενα επί της εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη ερείδεται επί της διαπιστώσεως ότι οι ανακαλούμενες άδειες είχαν εκδοθεί κατά παράβαση των ανωτέρω νομοθετημάτων.

 

11. Επειδή η συναγόμενη, κατ' αρχήν, από το Σύνταγμα αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των διοικούμενων έναντι της Διοικήσεως οριοθετείται από τον νομοθέτη εντός των συνταγματικών πλαισίων, τα οποία είναι ανάλογα με το εκάστοτε ρυθμιζόμενο θέμα. Η ρύθμιση δε του άρθρου μόνου του αναγκαστικού νόμου 261/1968 Περί χρόνου ανακλήσεως παρανόμων Διοικητικών Πράξεων (ΦΕΚ 12/Α/1968), κατά την οποία η ανάκληση ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες εξεδόθησαν κατά παράβαση νόμου, επιτρέπεται ελευθέρως εντός πενταετίας από της εκδόσεώς των, θεωρουμένης πάντοτε ως εύλογος, από της απόψεως αυτής, χρόνος, τελεί εντός των οικείων συνταγματικών πλαισίων (βλέπε ΣτΕ 2261/1984, 3477/1987). Κατά συνέπεια, ο λόγος ακυρώσεως (προβληθείς με το από 14-10-1993 πρόσθετο δικόγραφο και διευκρινισθείς με το από 09-12-1993 υπόμνημα, κατατεθέν εντός της ταχθείσης από τον Πρόεδρο σχετικής προθεσμίας), κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη αντίκειται στην ανωτέρω (συναγόμενη, κατ' αρχήν, από το Σύνταγμα) αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των διοικούμενων έναντι της Διοικήσεως καθώς και στην αρχή της χρηστής Διοικήσεως, εν όψει του ότι, από της εκδόσεως των ανακαλούμενων οικοδομικών αδειών (οι οποίες μάλιστα αναθεωρήθηκαν τον Μάιο του 1986) μέχρι της ανακλήσεώς των, μεσολάβησε χρονικό διάστημα δύο και πλέον ετών, κατά την διάρκεια του οποίου αφ' ενός μεν κατασκευάσθηκαν στην επίμαχη έκταση όλα τα αναγκαία έργα (ηλεκτροδότηση, υδροδότηση κ.λ.π.), αφ' ετέρου δε μεταβιβάσθηκε σε καλόπιστους τρίτους η κυριότητα δεκατεσσάρων αγροτεμαχίων, επί ορισμένων εκ των οποίων είχαν ήδη ανεγερθεί οικοδομές, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι το ως άνω χρονικό διάστημα είναι μικρότερο της πενταετίας, μικρότερο δηλαδή του χρόνου, τον οποίον η μνημονευθείσα διάταξη του αναγκαστικού νόμου 261/1968, συνάδουσα, κατά τα ήδη εκτεθέντα, προς το Σύνταγμα, προβλέπει ως εύλογο χρόνο για την ανάκληση παρανόμων διοικητικών πράξεων (παράβαλε και ΣτΕ 407/1992, 2943/1989, 4266/1979 κ.ά.).

 

12. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση αποβαίνει απορριπτέα.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει εις βάρος των αιτουσών την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, ανερχομένη στο ποσόν των 14.000 δραχμών.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13-12-1993 και 19-05-1994 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 27-09-1994.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.