Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Διοικητής, ο Επικεφαλής της Μονάδας Επιθεωρήσεων και Ελέγχων, οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές, και οι υπόλοιποι υπάλληλοι της Αρχής, εν ενεργεία και διατελέσαντες, που ασκούν ελεγκτικά ή προανακριτικά καθήκοντα, δεν εξετάζονται, δεν διώκονται και δεν ενάγονται για αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση ή πρόταση που διατύπωσαν ή για πράξεις ή παραλείψεις που ενήργησαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εξαιρούνται των ανωτέρω η περίπτωση δόλου, η παραβίαση του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας, που ορίζεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου ισχύουν για τους ανωτέρω υπαλλήλους και όταν ασκούν καθήκοντα ως μέλη Συμβουλίων, Επιτροπών και Ομάδων Εργασίας που συστήνονται και λειτουργούν στην Αρχή, καθώς και για το αποσπασμένο προσωπικό στις υπηρεσίες αυτές για πράξεις ή παραλείψεις του κατά τη διάρκεια αυτής. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που οι ανωτέρω υπάλληλοι έπραξαν με δόλο ή με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να βλάψουν το Δημόσιο ή άλλον κατά τα οριζόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες ποινικές διατάξεις ή σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Ως προς την αστική ευθύνη των ως άνω υπαλλήλων έχει εφαρμογή το άρθρο 38 του Υπαλληλικού Κώδικα.
2. Τα ως άνω πρόσωπα, εφόσον εξετάζονται ή διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ενώπιον των ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων, παρίστανται και εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ύστερα από απόφαση του Προέδρου του, κατόπιν εγγράφου αιτήματος του Διοικητή της Αρχής προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, το οποίο γίνεται υποχρεωτικά δεκτό.
Το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται υποχρεωτικά από τον Διοικητή, εφόσον περιέλθει σε αυτόν έγγραφη αίτηση εξεταζόμενου, διωκόμενου ή εναγόμενου υπαλλήλου, η οποία συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Επικεφαλής της Μονάδας Επιθεωρήσεων και Ελέγχων. Στην περίπτωση δε του τελευταίου, συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου και Ερευνών της Αρχής.
3. Η εκπροσώπηση των παραπάνω προσώπων από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν αποκλείει την εκπροσώπησή τους διά ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου της επιλογής τους σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Η εκπροσώπησή τους διά ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου αποκλείει την εκπροσώπησή τους παράλληλα και από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
4. Σε περίπτωση εκπροσώπησης των παραπάνω προσώπων, εν ενεργεία ή διατελεσάντων, διά ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου, η Αρχή υποχρεούται, με απόφαση του Διοικητή, να καλύψει τα έξοδα στα οποία υποβάλλονται κατά την προκαταρκτική διαδικασία ή με την ιδιότητα του κατηγορουμένου, του εναγόμενου ή του πολιτικώς ενάγοντος, σε δίκες που αφορούν πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων, εφόσον υποβληθεί σχετικό προς τούτο αίτημα, συνοδευόμενο από θετική εισήγηση.
Στην περίπτωση των Ελεγκτών-Επιθεωρητών και των λοιπών υπαλλήλων της Αρχής, απαιτείται θετική εισήγηση του Επικεφαλής της Μονάδας Επιθεωρήσεων και Ελέγχων. Στην περίπτωση δε του τελευταίου, από θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου και Ερευνών της Αρχής. Στην περίπτωση του Διοικητή, του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, για την εκπροσώπησή τους αρκεί μόνο η υποβολή αιτήματος τους προς τη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής.
5. Στις ανωτέρω δίκες, καθώς και σε εκείνες στις οποίες τα παραπάνω πρόσωπα έχουν την ιδιότητα του ενάγοντος και αφορούν την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν εφαρμογή οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί ατελειών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
6. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει θετική εισήγηση, τα ως άνω έξοδα καταβάλλονται εκ των υστέρων, εφόσον για τις ποινικές υποθέσεις εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, με την οποία τα ως άνω πρόσωπα κηρύσσονται αθώα ή απαλλάσσονται των κατηγοριών ή τελεσίδικο βούλευμα δικαστικού συμβουλίου με το οποίο παύει οριστικά η ποινική δίωξη εναντίον τους ή τίθεται η υπόθεση στο αρχείο. Για όσους φέρουν την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος απαιτείται να έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η διάπραξη του σε βάρος τους εγκλήματος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών. Για τις αστικές υποθέσεις απαιτείται η έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, με την οποία απορρίπτεται η σε βάρος τους ασκηθείσα αγωγή.
7. Το σχετικό κόστος επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της Αρχής, στον οποίο εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις. Η καταβολή των ανωτέρω δαπανών γίνεται εφόσον προσκομισθούν τα νόμιμα παραστατικά. Το αιτούμενο ποσό δεν δύναται να υπερβαίνει το τριπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και των παραρτημάτων αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν.
8. Εάν τα παραπάνω πρόσωπα καταδικασθούν αμετάκλητα ή γίνει αμετάκλητα δεκτή αγωγή εναντίον τους για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή απορριφθεί αμετάκλητα αγωγή ή πολιτική αγωγή που άσκησαν για αδικήματα και πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα σε βάρος τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και εξ αφορμής αυτών, υποχρεούνται να επιστρέψουν στην Αρχή τις ως άνω δαπάνες. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση αμετάκλητης αθώωσης του καθ' ου η πολιτική αγωγή.
9. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία παροχής νομικής υπεράσπισης και κάλυψης των παραπάνω εξόδων, το ύψος του ποσού που καταβάλλεται ως δικηγορική αμοιβή, η προθεσμία υποβολής του αιτήματος για την πληρωμή των δαπανών, η διαδικασία επιστροφής των δαπανών, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
10. Οι ρυθμίσεις του παρόντος κατισχύουν κάθε άλλης αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης.
11. Τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 έως και 10 του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή για τις εντολές επιθεώρησης και ελέγχου και κάθε άλλη πράξη και ενέργεια που εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Αρχής από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.