Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Το ενεργητικό του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων που τίθεται προς εξυπηρέτηση του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων πιστωτικών ιδρυμάτων (στο εξής: το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων). Όλο το κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ενεργητικό του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ) περιέρχεται στο Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων.
2. Οι πόροι του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων προέρχονται από:
α) Ετήσιες τακτικές εισφορές που καταβάλλουν τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου. Οι ετήσιες εισφορές υπολογίζονται επί του μέσου υπολοίπου του μηνός Ιουνίου κάθε έτους του συνόλου των καταθέσεών τους σε ευρώ και συνάλλαγμα, με εξαίρεση:
i) το ποσό του προς παρακράτηση αναλογούντος φόρου,
ii) τα υπόλοιπα κατηγοριών καταθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 του παρόντος νόμου πλην των περιπτώσεων 3 και 10 έως και 13 αυτού,
iii) τα υπόλοιπα καταθέσεων των υποκαταστημάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων σε τρίτες χώρες, εφόσον οι καταθέσεις αυτές κριθεί ότι καλύπτονται από ισοδύναμο σύστημα εγγύησης καταθέσεων στις χώρες υποδοχής και
iv) τις καταθέσεις του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
Για την εξεύρεση του μέσου υπολοίπου καταθέσεων σε συνάλλαγμα, τα ημερήσια υπόλοιπα θα μετατρέπονται σε ευρώ κάθε ημέρα του Ιουνίου με την αντίστοιχη μέση τιμή (fixing). Εφόσον δεν υπάρχει μέση τιμή (fixing), λαμβάνεται υπόψη η εκάστοτε ισχύουσα τιμή αναφοράς. Πιστωτικό ίδρυμα το οποίο εντάσσεται στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων οφείλει τακτική εισφορά για το ημερολογιακό έτος ένταξης κατ' αναλογία του χρόνου συμμετοχής του σε αυτό. Πιστωτικό ίδρυμα το οποίο εντάσσεται στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων μετά το μήνα Ιούνιο οφείλει τακτική εισφορά για το έτος εισόδου η οποία υπολογίζεται επί του μέσου υπολοίπου των καταθέσεων του μηνός Δεκεμβρίου και προσαυξάνει την εισφορά του επόμενου έτους. Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση οφείλει εισφορά για το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο διέκοψε τη λειτουργία του κατ' αναλογία του χρόνου που λειτούργησε μέσα σε αυτό. Εάν διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση προ του τέλους του μηνός Ιουνίου, ως βάση υπολογισμού της εισφοράς λαμβάνεται το μέσο υπόλοιπο των καταθέσεων των τελευταίων τριάντα (30) ημερών πριν από την ημερομηνία διακοπής της λειτουργίας του, το οποίο και γνωστοποιείται άμεσα στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων. Ως διακοπή λειτουργίας, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, νοείται και η περίπτωση κατά την οποία το πιστωτικό ίδρυμα παύει να υπάγεται στην υποχρεωτική συμμετοχή στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και οι καταθέσεις σε αυτό τίθενται εκτός εγγύησης Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
β) Συμπληρωματική εισφορά, πέραν της ετήσιας τακτικής, εφόσον οι πόροι του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων δεν επαρκούν για την αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος νόμου. Η εισφορά αυτή καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων μέχρι το τριπλάσιο της ετήσιας τακτικής εισφοράς του τελευταίου πριν από τη λήψη της απόφασης έτους, καταβάλλεται υποχρεωτικά από τα συμμετέχοντα στο εν λόγω Σκέλος του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων πιστωτικά ιδρύματα και συμψηφίζεται με τις τακτικές εισφορές των επόμενων ετών, όπως καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση.
γ) Δωρεές.
δ) Έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων, καθώς και έσοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
3. α) Σε περίπτωση που τα διαθέσιμα του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, που προκύπτουν από τους πόρους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν επαρκούν για την καταβολή αποζημιώσεων καταθετών, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων δανείζεται τα απαιτούμενα κεφάλαια από τα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα ή / και από άλλες πηγές. Για τα ποσά των δανείων αυτών εγγυώνται τα συμμετέχοντα στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων πιστωτικά ιδρύματα. Οι όροι των εν λόγω δανείων και εγγυήσεων καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, λαμβάνοντας υπόψη την αναλογία συμμετοχής κάθε πιστωτικού ιδρύματος στην τακτική εισφορά του προηγούμενου έτους. Για τα παραπάνω δάνεια μπορεί να παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
β) Στις υποχρεώσεις που προκύπτουν για τα πιστωτικά ιδρύματα από τις παραγράφους 2)β και 3)α του παρόντος άρθρου δύνανται να υπαχθούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων για συμπληρωματική κάλυψη με βάση τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 7 του νόμου 4021/2011 (ΦΕΚ 218/Α/2011).
|
4. α) Το ύψος της ετήσιας τακτικής εισφοράς καθορίζεται στα ακόλουθα, κατά κλιμάκιο καταθέσεων, ποσοστά σύμφωνα και με το άρθρο 6 του νόμου 3714/2008 (ΦΕΚ 231/Α/2008):
Κλιμάκιο καταθέσεων
(σε εκατομμύρια ευρώ)
|
Ποσοστιαία εισφορά
(επί τοις χιλίοις)
|
0 - 600
|
6,25
|
600,01 - 2.990
|
6
|
2.990,01 - 8.843
|
5,875
|
8.843,01 - 20.940
|
1,025
|
20.940,01 και άνω
|
0,125
|
Η αναλογία της συνολικής ετήσιας τακτικής εισφοράς προς τις καταθέσεις που αποτελούν τη βάση υπολογισμού κατά το έτος 2008 διατηρείται σταθερή.
β) Τα κλιμάκια καταθέσεων αναπροσαρμόζονται ετησίως από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων με ειδική πλειοψηφία, ώστε να διατηρείται σταθερή η ανωτέρω αναλογία. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η ως άνω ειδική πλειοψηφία, η αναπροσαρμογή των κλιμακίων θα γίνεται αναλογικά ώστε να διασφαλίζεται η ανωτέρω αναλογία.
Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που τα διαθέσιμα του κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων κατέλθουν του ορίου του 1% των καταθέσεων που αποτελούν τη βάση υπολογισμού της εισφοράς, οι ετήσιες εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων θα ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων ποσοστιαία, με τέτοιο τρόπο, ώστε τα διαθέσιμα να αποκαθίστανται σε επίπεδο ανώτερο του ως άνω ποσοστιαίου ορίου του 1%. Κατά τον προσδιορισμό της εισφοράς, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων πρέπει να λαμβάνει υπ' όψιν τη δυνατότητα πληρωμής της από τα πιστωτικά ιδρύματα.
i) Η κατά τα ανωτέρω προκύπτουσα εισφορά ανά πιστωτικό ίδρυμα προσαρμόζεται, από 01-01-2009 και εφεξής, με συντελεστή που κυμαίνεται στο εύρος από 0,90 έως 1,10 με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, αναλόγως της βαθμίδας στην οποία αυτό κατατάσσεται, σύμφωνα με τα αμέσως κατωτέρω, χωρίς να ανατρέπεται η αναλογία που καθορίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α).
ii) Για την κατάταξη των πιστωτικών ιδρυμάτων σε μία από τρεις τουλάχιστον βαθμίδες, η οποία πραγματοποιείται, αποκλειστικά για την εφαρμογή του παρόντος, με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος εκδιδομένη μέχρι τέλους Ιουνίου εκάστου έτους, λαμβάνονται υπόψη εποπτικής φύσεως κριτήρια, όπως ιδίως τα κριτήρια της κεφαλαιακής επάρκειας, της ρευστότητας και της επάρκειας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.
γ) Όταν επιτευχθεί εύλογη σχέση μεταξύ των διαθεσίμων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και του συνόλου των καλυπτόμενων καταθέσεων, οι εισφορές αναπροσαρμόζονται, ώστε να αντιστοιχούν μόνο στη μεταβολή των υπολοίπων των καταθέσεων. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία για την ως άνω εύλογη σχέση, την αύξηση ή μείωση της μέσης εισφοράς, τη διακοπή και εκ νέου καταβολή της ετήσιας εισφοράς, καθώς και την τυχόν επιστροφή εισφορών που προκύπτουν από λάθος υπολογισμό των εισφορών αυτών, στα πιστωτικά ιδρύματα που τις έχουν καταβάλει.
δ) Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να καταβάλλουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Οκτωβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους το μισό (1/2) της ετήσιας τακτικής εισφοράς που τους αναλογεί μετά από προηγούμενη έγγραφη γνωστοποίηση προς το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων της καταθετικής βάσης της εισφοράς τους σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Το υπόλοιπο μισό (1/2) της ετήσιας τακτικής εισφοράς καταβάλλεται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Απριλίου του αμέσως επόμενου ημερολογιακού έτους. Η διαδικασία και το περιεχόμενο της γνωστοποίησης καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
ε) Αν το πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση προ του μηνός Ιουνίου καταβάλλει την οφειλόμενη εισφορά του αμέσως μετά τον καθορισμό των κλιμακίων και εισφορών από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων κατά το παρόν άρθρο. Αν το πιστωτικό ίδρυμα διακόψει τη λειτουργία του ή τεθεί υπό εκκαθάριση μετά τον καθορισμό των κλιμακίων και εισφορών από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων καταβάλλει την οφειλόμενη εισφορά την ημέρα διακοπής της λειτουργίας του. Η Τράπεζα της Ελλάδος ασκεί τον έλεγχο των υποβαλλόμενων στοιχείων για τον υπολογισμό της βάσης των εισφορών είτε αυτόβουλα στο πλαίσιο της εποπτικής της αρμοδιότητας είτε κατόπιν αιτήματος του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
στ) Η καταβολή των αναλογουσών κατά πιστωτικό ίδρυμα εισφορών πραγματοποιείται με πίστωση των αναφερόμενων κατωτέρω λογαριασμών του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, ως εξής:
i) Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της εισφοράς καταβάλλεται στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων με πίστωση του ειδικού λογαριασμού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ποσό που αντιστοιχεί στο ποσοστό αυτό, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, επενδύεται εν όλω ή εν μέρει σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου σε ευρώ ή συνάλλαγμα, καθώς και σε ισοδύναμους τίτλους της αλλοδαπής, εναπομένουσας διάρκειας μέχρι και δώδεκα (12) μηνών ή παραμένει στο λογαριασμό του εν όλω ή εν μέρει για κάλυψη άμεσων και λειτουργικών αναγκών του που βαρύνουν το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 24.
ii) Το υπολειπόμενο ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) της ως άνω εισφοράς κατατίθεται σε λογαριασμό τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα που καταβάλλει την αντίστοιχη εισφορά, με επιτόκιο ίσο με αυτό που ισχύει για τοποθετήσεις κεφαλαίων σε Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου, εφεξής ΕΓΕΔ, τρίμηνης διάρκειας της τελευταίας πριν την ως άνω ημερομηνία έκδοσης. Το επιτόκιο των καταθέσεων αυτών αναπροσαρμόζεται ανά τρίμηνο με βάση το ισχύον κατά την αναπροσαρμογή επιτόκιο Έντοκου Γραμματίου Ελληνικού Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας, οι δε προκύπτοντες τόκοι κεφαλαιοποιούνται. Αν δεν εκδίδονται πλέον Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας ή δεν ανακοινώνεται αρμοδίως επιτόκιο για τους τίτλους αυτούς, εφαρμόζεται το ισχύον επιτόκιο αναφοράς τρίμηνης διάρκειας της διατραπεζικής αγοράς σε ευρώ. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων τμήμα του ως άνω ποσού μπορεί να τηρείται σε κατάθεση στα ίδια πιστωτικά ιδρύματα σε συνάλλαγμα με επιτόκιο που ισχύει για τοποθετήσεις αντίστοιχης διάρκειας και ισοδύναμης ρευστότητας και ασφάλειας με τις ανωτέρω.
iii) Κατά την ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης καταθετών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου, τα κεφάλαια του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων που είναι κατατεθειμένα στο περιελθόν σε αδυναμία πιστωτικό ίδρυμα, οι προκύπτοντες δεδουλευμένοι τόκοι, καθώς και κάθε τυχόν οφειλόμενη εισφορά προς το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων αποδίδονται αμέσως στο τελευταίο από τους ασκούντες τη διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, και πριν από την ικανοποίηση οποιασδήποτε άλλης απαίτησης.
iv) To Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων με αιτιολογημένη απόφαση του που λαμβάνεται με την ειδική πλειοψηφία της παραγράφου 9 του άρθρου 23 του παρόντος νόμου δύναται να αποφασίζει διαφορετικό τρόπο καταβολής των εισφορών και την τοποθέτηση των διαθεσίμων που προορίζονται για την ασφάλιση των καταθέσεων σε κινητές αξίες, κατά την έννοια του νόμου [Ν] 3606/2007, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της περίπτωσης στ' υπό στοιχείο (i) και (ii) της παρούσας παραγράφου, εφόσον, κατά την εύλογη κρίση του, οι τοποθετήσεις αυτές παρέχουν ισοδύναμη ασφάλεια και μπορούν να ρευστοποιηθούν άμεσα.
(v) Κατά την άσκηση των επενδυτικών του αρμοδιοτήτων, κατά τα οριζόμενα στις περιπτώσεις (i) και (iv), το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων διασφαλίζει την επαρκή διασπορά των επενδύσεών του.
ζ) Την τοποθέτηση των διαθεσίμων της περίπτωσης στ' υπό στοιχείο (i) της παρούσας παραγράφου το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων είναι δυνατόν να αναθέτει με σύμβαση διαχείρισης σε διαχειριστή. Κατά το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο να μεσολαβεί μεταξύ των τοποθετήσεων που πραγματοποιούνται από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων ή τον διαχειριστή για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, είναι δυνατόν τα ως άνω διαθέσιμα να παραμένουν για εύλογο, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, χρονικό διάστημα σε λογαριασμούς πιστωτικού ιδρύματος εφόσον εξασφαλίζονται οι δύο προϋποθέσεις της περίπτωσης στ' υπό στοιχείο (iv).
η) Η καταβολή των αναλογουσών κατά πιστωτικό ίδρυμα εισφορών του έτους 2013 και εφεξής, καταργουμένου έκτοτε του τρόπου καταβολής που προβλέπει η παράγραφος 4 περίπτωση στ' στοιχεία i και ii του παρόντος άρθρου, πραγματοποιείται με πίστωση των ειδικών λογαριασμών του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ποσό αυτό, κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, επενδύεται εν όλω ή εν μέρει κατά τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 4 περίπτωση στ' στοιχεία i και iv και περίπτωση ζ'.
θ) Τα διαθέσιμα κεφάλαια του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων που τηρούνται σε λογαριασμούς τρίμηνων προθεσμιακών καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων στα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν σχηματισθεί από καταβληθείσες κάθε είδους εισφορές και πόρους από την αξιοποίηση της περιουσίας του, θα μεταφέρονται σταδιακά, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και αφού λαμβάνονται υπ' όψη οι εξελίξεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα, στους ειδικούς λογαριασμούς του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος και θα επενδύονται κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη υποπαράγραφο. Η εν λόγω μεταφορά πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι την 31-12-2025. Το εκάστοτε υπόλοιπο των ανωτέρω διαθεσίμων και μέχρι την ολοκλήρωση της μεταφοράς θα εξακολουθεί να τηρείται σε λογαριασμούς τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης, κατά τους όρους της διάταξης του άρθρου 4 παράγραφος 4 περίπτωση στ' στοιχείο ii.
5. α) Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, καθώς και τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την καταστατική έδρα τους σε χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμμετέχουν υποχρεωτικά στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 καταβάλλουν, πέραν της εκάστοτε αναλογούσας σε αυτά τακτικής εισφοράς, εντός μηνός από την έναρξη λειτουργίας τους ή υπαγωγής τους στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων, αρχική εισφορά ίση με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ύψους των συσσωρευμένων πόρων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων επί το λόγο των ιδίων κεφαλαίων τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν ήδη στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων. Ως ημερομηνία βάσης υπολογισμού των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων και των πόρων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους. Για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν την καταστατική έδρα τους στην Ελλάδα, καθώς και για τα υποκαταστήματα στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε τρίτες, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χώρες, ως ίδια κεφάλαια νοούνται τα ίδια κεφάλαια κατά την έννοια των Πράξεων του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος [Π] 2461/2000 (ΦΕΚ 123/Α/2000) και 2587/2007 (ΦΕΚ 1738/Β/2007), όπως εκάστοτε ισχύουν.
β) Με απόφαση του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων η καταβολή της αναλογούσας κατά πιστωτικό ίδρυμα αρχικής εισφοράς που προβλέπεται στην περίπτωση (α) ανωτέρω, μπορεί να πραγματοποιηθεί τμηματικά με ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις εντός χρονικού διαστήματος τριών (3) ετών κατά ανώτατο όριο. Η καταβολή και η επένδυση των αρχικών εισφορών διενεργείται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περίπτωση στ' της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
6. Σε περίπτωση εξαγοράς υποκαταστήματος το οποίο συμμετείχε αυτοτελώς στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων από άλλο μη συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα, δεν υφίσταται υποχρέωση εκ νέου καταβολής αρχικής εισφοράς για το εν λόγω υποκατάστημα, εφόσον εγκρίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος η διατήρηση της αρχικής άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του υφιστάμενου υποκαταστήματος υπό το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς.
7. Ειδικώς, τα πιστωτικά ιδρύματα με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του νόμου [Ν] 1667/1986 καταβάλλουν αρχική εισφορά ίση με ποσοστό 50% επί του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης της περίπτωσης (α) της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου. Η αρχική εισφορά καταβάλλεται από την έναρξη της λειτουργίας τους. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, η καταβολή της αρχικής εισφοράς πιστωτικού ιδρύματος της παρούσας παραγράφου μπορεί να πραγματοποιείται τμηματικά σε ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις εντός χρονικού διαστήματος τεσσάρων (4) ετών, κατ' ανώτατο όριο.
8. Τυχόν έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων διατίθενται με την ακόλουθη σειρά:
α) αποπληρωμή δανείων του,
β) κατάθεση στους ειδικούς λογαριασμούς του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 του νόμου 4051/2012 (ΦΕΚ 40/Α/2012).
|
9. Στην περίπτωση υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι καταθέσεις των οποίων καλύπτονται συμπληρωματικά από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, τα σχετικά με το ύψος των τακτικών και των αρχικών εισφορών, καθώς και τα της καταβολής των αποζημιώσεων καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και το αντίστοιχο σύστημα της χώρας καταστατικής έδρας του πιστωτικού ιδρύματος κατά περίπτωση, με βάση το ύψος και την έκταση της συμπληρωματικής κάλυψης και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 26 του παρόντος νόμου. Οι κατά την παρούσα παράγραφο συμφωνίες γνωστοποιούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών και στην Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος.
10. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 11-16 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 4Α, η συμμετοχή στο ιδρυτικό κεφάλαιο, καθώς και η κάθε μορφής εισφορά πιστωτικού ιδρύματος στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων δεν αποτελούν στοιχεία του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος και δεν επιστρέφονται σε αυτό για οποιονδήποτε λόγο.
11. Το ποσό της διαφοράς της ετήσιας τακτικής εισφοράς των πιστωτικών ιδρυμάτων που προκύπτει από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του νόμου 3714/2008 (ΦΕΚ 231/Α/2008) περιέρχεται σε ειδική ομάδα περιουσίας που προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων πιστωτικών ιδρυμάτων (το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων) κατά τους ειδικότερους όρους του παρόντος νόμου. Το ενεργητικό του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων δεν αποτελεί μέρος του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων της παραγράφου 1 κατά τα θέματα που ορίζονται στις επόμενες παραγράφους και στο άρθρο 4Α.
12. Το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ομάδα περιουσίας, της οποίας τα επί μέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου στα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα, κατά το λόγο συμμετοχής τους σε αυτό και αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Συνιστάται και διαμορφώνεται με βάση τις, κατά την παράγραφο 11, εισφορές σε αυτό των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων πιστωτικών ιδρυμάτων, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 4, που εφαρμόζονται καταλλήλως. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων αποφασίζει για την καταβολή των εισφορών, την τοποθέτηση των διαθεσίμων της παραγράφου 11 και, εν γένει, για τη διαχείριση του εκάστοτε ενεργητικού του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων. Τυχόν πρόσοδοι του ενεργητικού του αυξάνουν το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων.
13. Οι κατά την παράγραφο 11 εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων, πλέον των τυχόν προσόδων που αναλογούν σε αυτές, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής του κάθε συμμετέχοντος στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων. Για λόγους διευκόλυνσης του λογιστικού προσδιορισμού της αξίας των ατομικών μερίδων, το ενεργητικό του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων δύναται να υποδιαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου, από τα οποία συγκροτούνται οι ατομικές μερίδες των συμμετεχόντων σε αυτό πιστωτικών ιδρυμάτων.
14. Οι ατομικές μερίδες των πιστωτικών ιδρυμάτων που απαρτίζουν το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ακατάσχετες έναντι του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων. Τυχόν κατάσχεση επιτρέπεται μόνον εις βάρος της τυχόν επιστρεφόμενης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4Α, στο πιστωτικό ίδρυμα ατομικής του μερίδας και μέχρι της αξίας αυτής, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων.
15. Σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης σε καταθέτες κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου χρησιμοποιείται αρχικώς, μέχρι την εξάντλησή της, η ατομική μερίδα του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων. Αν η μερίδα αυτή δεν επαρκεί, για το υπόλοιπο καταβλητέο ποσό, χρήση των κεφαλαίων του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων θα γίνεται κατά τα οριζόμενα από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και αφού έχουν διατεθεί ποσά ίσα με ποσοστό τουλάχιστον 5% του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, όπως αυτό προέκυψε την ημέρα του τελευταίου εγκριθέντος ισολογισμού του.
16. Οι αξιώσεις των καταθετών, εάν είναι εγγυημένες και έως του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 9, κατατάσσονται μετά τις απαιτήσεις του άρθρου 154 περίπτωση γ' του Πτωχευτικού Κώδικα και πριν από τις λοιπές απαιτήσεις του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα. Το ύψος της απαίτησης του άρθρου 154 περίπτωση γ' του Πτωχευτικού Κώδικα ανά δικαιούχο που ικανοποιείται προνομιακά κατά το προηγούμενο εδάφιο υπόκειται σε ανώτατο όριο, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Το τυχόν υπερβάλλον ποσό της απαίτησης κάθε δικαιούχου ικανοποιείται μετά τους καταθέτες και πριν από τις λοιπές απαιτήσεις του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 16 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 20 του άρθρου 4 του νόμου 4051/2012 (ΦΕΚ 40/Α/2012).
|