Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Οφειλές προς το Δημόσιο από δάνεια που χορηγήθηκαν από την Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΚΤΕ), με βάση τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1138/1972 (ΦΕΚ 63/Α/1972) και νόμου [Ν] 1641/1986 (ΦΕΚ 122/Α/1986), εκχωρήθηκαν στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 21 του νόμου [Ν] 2198/1994 (ΦΕΚ 43/Α/1994) και 32 του νόμου 2224/1994 (ΦΕΚ 112/Α/1994) και βεβαιώθηκαν στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες μέχρι και 31-08-2000, ως δημόσια έσοδα, στους ΚΑΕ 3917 και 3918, καταβάλλονται εφάπαξ, με παροχή έκπτωσης επ' αυτών κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), μέχρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς τις αναλογούσες, κατά τον [Π] Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως και για ληξιπρόθεσμα χρέη προερχόμενα από στεγαστικά δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε αγρότες από οποιαδήποτε τράπεζα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και είναι βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες μέχρι τις 30-11-2000 και παραμένουν ανεξόφλητα σε αυτές.
2. Στο άρθρο 30 του νόμου 2789/2000 προστίθεται νέα παράγραφος 12, που έχει ως εξής:
{12. Οι απαιτήσεις οι οποίες είναι βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες υπέρ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (πρώην Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος) του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1136/1972 (ΦΕΚ 63/Α/1972) διαγράφονται οίκοθεν με πράξη του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας στην οποία είναι βεβαιωμένες.}
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 9 του νόμου 2386/1996 (ΦΕΚ 43/Α/1996) αντικαθίσταται ως εξής:
{Οι προσφυγές κατά αποφάσεων επιβολής προστίμων για ακάλυπτες επιταγές, του άρθρου 5 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1819/1951 (ΦΕΚ 51/Α/1951), απαλλαγής από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, του άρθρου 6 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974, διαγραφής χρεών προς το Δημόσιο, του άρθρου 82 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974 και χορήγησης έκπτωσης λόγω εφάπαξ πληρωμής της οφειλής, του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 του άρθρου 23 του νόμου 2648/1998 (ΦΕΚ 238/Α/1998), εξετάζονται από Επιτροπή που αποτελείται από:
α. Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή το Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων.
γ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
δ. Τον Προϊστάμενο μιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας της Περιφέρειας Αττικής.
ε. Τον Τμηματάρχη ενός τμήματος της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.}
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του νόμου 2648/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Η Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων συγκροτείται από:
α. Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή τον Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων, με αναπληρωτή του έναν από τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων που συγκροτούν τις ανωτέρω Γενικές Διευθύνσεις, ως μέλος.
γ. Τον Γενικό Διευθυντή Τελωνείων, με αναπληρωτή του τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδικασιών, ως μέλος.
δ. Τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.
ε. Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες.
στ. Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στα Τελωνεία με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος.
ζ. Έναν εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, ο οποίος ορίζεται από την κεντρική διοίκηση αυτού.
Τα μέλη που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', γ', ε' και στ' συμμετέχουν κατά περίπτωση στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, εφόσον σε αυτή συζητούνται θέματα που αφορούν τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες ή τα Τελωνεία αντίστοιχα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα πρόσωπα που μετέχουν στην Επιτροπή, οι νόμιμοι αναπληρωτές τους, δύο (2) εισηγητές με τους αναπληρωτές τους από τους Προϊσταμένους Τμημάτων της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, χωρίς δικαίωμα ψήφου, καθώς και ο Γραμματέας αυτής με τον αναπληρωτή του. Με όμοια απόφαση ορίζεται η έδρα της Επιτροπής, ο αριθμός των συνεδριάσεων ανά μήνα, καθώς και η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, των εισηγητών και του γραμματέα αυτής.}
5. Οφειλέτες που υπέβαλαν εμπρόθεσμη αίτηση για τη ρύθμιση των χρεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του νόμου 2648/1998, εφόσον κατέβαλαν εμπρόθεσμα τουλάχιστον την πρώτη από τις δόσεις αυτής της ρύθμισης και στη συνέχεια απώλεσαν το ευεργέτημα αυτής, δύνανται να υπαχθούν εκ νέου σε αυτήν, αφού καταβάλουν εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου τα ποσά των οφειλόμενων δόσεων με τις αναλογούσες σε αυτές προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται με ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) μηνιαίως στο ποσό κάθε δόσης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 36 του νόμου 2648/1998.
Οφειλέτες της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του νόμου 2648/1998 που δεν ρύθμισαν τα χρέη τους σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, δύνανται να υπαχθούν σε αυτή με την υποβολή εκ μέρους τους σχετικής αίτησης στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή στο αρμόδιο Τελωνείο εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και ταυτόχρονα να καταβάλουν όλες τις προηγούμενες δόσεις με ποσοστό προσαύξησης δύο τοις εκατό (2%) κατά μήνα. Για τις υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις παρέχεται η προβλεπόμενη έκπτωση των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής όλων των δόσεων εντός της ανωτέρω προθεσμίας. Κατά τα λοιπά ισχύουν όλες οι σχετικές διατάξεις του ανωτέρω άρθρου.
6. Χρέη προς το Δημόσιο, τα οποία έχουν βεβαιωθεί στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες και προέρχονται από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, καθώς και από δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μέχρι και 29-09-2000 και οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βίας ομάδων αναρχικών ατόμων που συνέβησαν στην ίδια πόλη το διάστημα 18-11-1985 έως 31-08-1999, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε τριάντα έξι (36) ίσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά κατά τον [Π] Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο αίτησης στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, που είναι βεβαιωμένες οι οφειλές του, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυροσβεστικής Αρχής, ότι έχει υποστεί ζημιές λόγω των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη της Αθήνας, το διάστημα 18-11-1965 έως 31-08-1999, καθώς και η καταβολή της πρώτης δόσης εντός της αυτής ημερομηνίας.
Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων ενενήντα τριών ευρώ και σαράντα επτά λεπτών (293,47) δραχμών.
Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.
Στη ρύθμιση αυτή δύνανται να υπαχθούν και χρέη τα οποία ρυθμίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 38 του νόμου 2648/1998 εφόσον οι οφειλέτες αυτών υποβάλουν σχετική αίτηση στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία εντός της προθεσμίας που ορίζεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου αυτής.
Η καθυστέρηση καταβολής δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνόμενου με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Αν ο οφειλέτης καθυστερήσει την καταβολή οποιασδήποτε δόσης, το ποσό αυτής επιβαρύνεται μηνιαίως με την προσαύξηση που ορίζεται κατά τον [Π] Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Κατά τα λοιπά ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 6 έως και 9 του άρθρου 36 του νόμου 2646/1998.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 9)γ του άρθρου 19 του νόμου 2948/2001 (ΦΕΚ 242/Α/2001).
|