Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 888/2000
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 19-05-1999, με την εξής σύνθεση: Σ. Σαρηβαλάσης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Κ. Μενουδάκος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλοι, Ι. Καπελούζος, Ε. Τσούμπα - Δαρζέντα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.
Δια να δικάσει την από 07-02-1997 αίτηση:
της Ομόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία __________, που εδρεύει στα Ιωάννινα, __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Προκόπη Παυλόπουλο (Αριθμός Μητρώου 7107), που τον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρός της Απόστολος Παναγιώτου,
κατά των:
1) Υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος παρέστη με την Β. Τύρου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
2) Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Κωνσταντίνο Χαραλαμπίδη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και
3) Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ιωαννίνων, η οποία παρέστη με τους δικηγόρους: 1) Χρήστο Πολίτη (Αριθμός Μητρώου 2740) και 2) Αγγελική Χαροκόπου (Αριθμός Μητρώου 1280), που τους διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του παρεμβαίνοντος Συνδέσμου Υδρεύσεως Κοινοτήτων Λεκανοπεδίου Ιωαννίνων (ΣΥΚΛΙ), ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Αγγελική Χαροκόπου (Αριθμός Μητρώου 1280), που την διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία ζητεί να ακυρωθούν: 1) η υπ' αριθμόν 34180/1996 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, 2) η άρνηση της Διευθύνσεως Βιομηχανίας, Εμπορίου και Απασχόλησης της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ιωαννίνων να ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του εργοστασίου της εμποτισμού ξυλείας, όπως αυτή προκύπτει από την άπρακτη παρέλευση της ειδικής μηνιαίας προθεσμίας κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 1 του αναγκαστικού νόμου 207/1967 και την από 17-01-1997 εξώδικη απάντηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ιωαννίνων προς αυτήν, 3) η υπ' αριθμόν ΔΒΕΑ/212/Φ.14.5/1997 απόφαση του Νομάρχου Ιωαννίνων (Διεύθυνση Βιομηχανίας Εμπορίου και Απασχόλησης - Τμήμα Βιομηχανίας και Ορυκτού Πλούτου της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Ιωαννίνων) και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητού, Συμβούλου Κ. Μενουδάκου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσης Εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, την πληρεξουσία του παρεμβαίνοντος Συνδέσμου και τους αντιπροσώπους των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,
Είδε τα σχετικά έγγραφα και
σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση - για την άσκηση της οποίας έχουν καταβληθεί τα κατά νόμο τέλη (διπλότυπα 5860663/1997 και 5860664/1997 Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας δικαστικών εισπράξεων Αθηνών) και παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειρά Α', 2910757/1997 και 6825350/1997) - η αιτούσα εταιρεία, που διατηρεί εργοστάσιο εμποτισμού ξυλείας στην Κοινότητα Περιβλέπτου νομού Ιωαννίνων, για το οποίο είχε χορηγηθεί άδεια λειτουργίας πενταετούς διαρκείας με την πράξη ΒΜ1826/Φ.14.5/1991 του Νομάρχη Ιωαννίνων, ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση 34180/1996 των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (ΦΕΚ 1112/Β/1996), με την οποία συμπληρώθηκε το εδάφιο γ' της παραγράφου 8 του πίνακα της ομάδας ΙΙ των έργων και δραστηριοτήτων Α' κατηγορίας που περιέχεται στο άρθρο 4 της απόφασης 69269/5387/1990 των Υπουργών Εσωτερικών, Εθνικής Οικονομίας, Γεωργίας, Πολιτισμού, Εμπορικής Ναυτιλίας, Τουρισμού, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ 678/Β/1990) και, συγκεκριμένα, στις οριζόμενες στο εδάφιο αυτό δραστηριότητες της κατασκευής ξυλοπολτού, χαρτιού και χαρτονιού προστέθηκε ο εμποτισμός ξυλείας με χημικά μέσα συντήρησης και μεταβιβάστηκε στους νομάρχες η αρμοδιότητα έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τη δραστηριότητα αυτή. Με την ίδια αίτηση προσβάλλονται και η σιωπηρή άρνηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ιωαννίνων να ανανεώσει την παραπάνω άδεια λειτουργίας του εργοστασίου της αιτούσης εταιρείας, η οποία εκδηλώθηκε με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 1 παράγραφος 1 του αναγκαστικού νόμου 207/1967 (ΦΕΚ 216/Δ/1967) μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή της σχετικής, από 02-12-1996, αίτησης της εταιρείας προς το Τμήμα Βιομηχανίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και η απόφαση ΔΒΕΑ/212/Φ.14.5/1997 του Νομάρχη Ιωαννίνων, με την οποία απορρίφθηκε ρητώς η προαναφερόμενη αίτηση της εταιρείας.
2. Επειδή παραδεκτώς παρεμβαίνει στη δίκη για να αντικρούσει την κρινόμενη αίτηση ο Σύνδεσμος Ύδρευσης Κοινοτήτων Λεκανοπεδίου Ιωαννίνων, ο οποίος υποστηρίζει ότι από τη λειτουργία του εργοστασίου της αιτούσης εταιρείας παράγονται απόβλητα επικίνδυνα για τα ύδατα της περιοχής.
3. Επειδή η κρινόμενη αίτηση είναι εξεταστέα μόνο κατά το μέρος που στρέφεται κατά της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής απόφασης 34180/1996, δεδομένου ότι η αιτούσα εταιρεία άσκησε ιδιαίτερη αίτηση ακύρωσης κατά της σιωπηρής άρνησης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ιωαννίνων να ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του εργοστασίου της και της προαναφερόμενης νομαρχιακής απόφασης ΔΒΕΑ212/Φ.14.5/1997, κατά χωρισμό του δικογράφου της κρινόμενης αίτησης.
4. Επειδή η παραπάνω κοινή υπουργική απόφαση παραδεκτώς προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, η οποία έχει κατατεθεί εμπροθέσμως στις 07-02-1997, δηλαδή πριν παρέλθει εξηκονθήμερο από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, και ασκείται με έννομο συμφέρον από την αιτούσα εταιρεία που ασκεί δραστηριότητα, την οποία αφορά η κανονιστική αυτή απόφαση.
5. Επειδή η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση εκδόθηκε κατ' επίκληση, πλην άλλων, του άρθρου 3 του νόμου 1650/1986 για την προστασία του περιβάλλοντος (ΦΕΚ 160/Α/1986) που αφορά την κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και των παραγράφων 2)α και 2)β του άρθρου 4 του νόμου αυτού, με τις οποίες επιβάλλεται η έγκριση περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και τις δραστηριότητες που ανήκουν στις κατηγορίες, οι οποίες προβλέπονται στο προαναφερόμενο άρθρο 3, και ορίζεται η διαδικασία έγκρισης των όρων αυτών για τα έργα και τις δραστηριότητες της πρώτης κατηγορίας. Ειδικότερα, στο άρθρο 3 του παραπάνω νόμου ορίζεται ότι:
{1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, τα δημόσια ή ιδιωτικά έργα και οι δραστηριότητες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Ως κριτήρια για την κατάταξη αυτή λαμβάνονται:
α) το είδος και το μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας.
β) το είδος και η ποσότητα των ρύπων που εκπέμπονται καθώς και κάθε άλλη επίδραση στο περιβάλλον.
γ) η δυνατότητα να προληφθεί η παραγωγή ρύπων από την εφαρμοζόμενη παραγωγική διαδικασία.
δ) ο κίνδυνος σοβαρού ατυχήματος και η ανάγκη επιβολής περιορισμών για την προστασία του περιβάλλοντος.
2. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες που λόγω της φύσης, του μεγέθους ή της έκτασής τους είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρούς κινδύνους για το περιβάλλον. Στα έργα και τις δραστηριότητες της κατηγορίας αυτής επιβάλλονται κατά περίπτωση, πέρα από τους γενικούς όρους και τις προδιαγραφές, ειδικοί όροι και περιορισμοί για την προστασία του περιβάλλοντος. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες που, χωρίς να προκαλούν σοβαρούς κινδύνους ή οχλήσεις, πρέπει να υποβάλλονται για την προστασία του περιβάλλοντος σε γενικές προδιαγραφές όρους και περιορισμούς που προβλέπονται από κανονιστικές διατάξεις. Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες που προκαλούν ιδιαίτερα μικρό κίνδυνο ή όχληση ή υποβάθμιση στο περιβάλλον.
3. Προκειμένου να προστατευθεί ιδιαίτερα το περιβάλλον, η κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων μπορεί να διαφοροποιείται κατά περιοχή ή ανάλογα με το φυσικό αποδέκτη, σύμφωνα με εγκεκριμένα χωροταξικά ή ρυθμιστικά σχέδια και προγράμματα και γενικά πολεοδομικά σχέδια ή σύμφωνα με τις ζώνες χρήσεων γης ή με τομεακές μελέτες προστασίας του περιβάλλοντος ...}
Περαιτέρω, στο άρθρο 4 παράγραφοι 1, 2)α και 2)β του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι:
{1. Για την πραγματοποίηση νέων ή την επέκταση, τον εκσυγχρονισμό ή τη μετεγκατάσταση υφιστάμενων έργων ή δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες του προηγούμενου άρθρου, απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης ή πραγματοποίησης της δραστηριότητας ή του έργου.
2)α. Για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και τις δραστηριότητες της πρώτης κατηγορίας απαιτείται υποβολή μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
2)β. Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και τις δραστηριότητες της κατηγορίας αυτής χορηγείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και των κατά περίπτωση συναρμόδιων υπουργών. Με όμοια απόφαση είναι δυνατό η έγκριση περιβαλλοντικών όρων για ορισμένα έργα ή δραστηριότητες της κατηγορίας αυτής να ανατίθεται στο νομάρχη. Ο νομάρχης χορηγεί την έγκριση ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας νομαρχιακής υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και της κατά περίπτωση άλλης συναρμόδιας νομαρχιακής υπηρεσίας και γνώμη του νομαρχιακού συμβουλίου ...}
6. Επειδή στο άρθρο 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι επιτρέπεται η έκδοση, ύστερα από πρόταση του αρμόδιου υπουργού, κανονιστικών διαταγμάτων με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της και ότι εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της Διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.
7. Επειδή οι διατάξεις των άρθρων 3 και 4 παράγραφοι 1, 2)α και 2)β του νόμου 1650/1986 που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη περιλαμβάνονται σε σύστημα κανόνων, οι οποίοι έχουν ως περιεχόμενο τη θέσπιση περιορισμών, κυρώσεων και άλλων μέτρων καθώς και σχετικών διαδικασιών με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος και οι οποίοι έχουν εισαχθεί με το νομοθέτημα αυτό σε συμμόρφωση προς την επιταγή που απορρέει από το άρθρο 24 παράγραφος 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο η προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους που οφείλει να λαμβάνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα για τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος αυτού.
Συγκεκριμένα, με το προαναφερόμενο άρθρο 3 του νόμου 1650/1986 προβλέπεται η κατάταξη των δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τη βαρύτητα των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον, αναφέρονται τα γενικά χαρακτηριστικά των έργων και δραστηριοτήτων κάθε κατηγορίας και τα κριτήρια για την κατάταξή τους σε μία από τις κατηγορίες αυτές και παρέχεται εξουσιοδότηση, με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, για την κατάταξη με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού.
Περαιτέρω, με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ίδιου νόμου προβλέπεται για τα έργα και τις δραστηριότητες που ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση της αδείας εγκατάστασης ή πραγματοποίησης της δραστηριότητας ή του έργου, ενώ στις επόμενες παραγράφους 2)α και 2)β του άρθρου αυτού διαγράφεται η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και δραστηριότητες της πρώτης κατηγορίας, η οποία χορηγείται καταρχήν με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, αλλά με την προαναφερόμενη παράγραφο 2)β παρέχεται εξουσιοδότηση για τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας αυτής, με όμοια απόφαση, στους νομάρχες. Με το παραπάνω περιεχόμενο τους, οι εξουσιοδοτήσεις που παρέχονται με τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 και 4 παράγραφος 2)β του νόμου 1650/1986 είναι ειδικές και ορισμένες αφού προσδιορίζεται σαφώς και με τρόπο συγκεκριμένο το αντικείμενό τους.
Το αντικείμενο των εξουσιοδοτήσεων αυτών, εξάλλου, συνιστά κατά το περιεχόμενό του μερικότερο ζήτημα της ουσιαστικής ρύθμισης που περιέχεται στον ίδιο το νόμο και, συνεπώς, αποτελεί, κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων του άρθρου 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος, ειδικότερο θέμα για το οποίο επιτρέπεται να χορηγηθεί εξουσιοδότηση σε άλλο, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανο της Διοίκησης. Κατά συνέπεια, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι λόγοι ακύρωσης, με τους οποίους προβάλλεται ότι οι παραπάνω εξουσιοδοτήσεις, με βάση τις οποίες εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, δεν είναι έγκυρες διότι έρχονται σε αντίθεση προς το άρθρο 43 του Συντάγματος, δεδομένου ότι, κατά τους ισχυρισμούς της αιτούσης εταιρείας, αφενός δεν είναι ειδικές και σαφείς αλλά γενικές και αόριστες και αφετέρου δεν αφορούν τη ρύθμιση θέματος ειδικότερου ή τοπικού ενδιαφέροντος ή τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα και, επομένως, δεν ήταν επιτρεπτή εξουσιοδότηση χορηγούμενη σε άλλο, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανο της Διοίκησης και, συγκεκριμένα, εξουσιοδότηση για την έκδοση υπουργικής απόφασης.
8. Επειδή, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες εξουσιοδοτικές διατάξεις των άρθρων 3 παράγραφος 1 και 4 παράγραφος 2)β του νόμου 1650/1986, οι υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες ορισμένο έργο ή δραστηριότητα κατατάσσεται σε κάποια από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο νόμο, καθώς και εκείνες, με τις οποίες η αρμοδιότητα έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μεταβιβάζεται στους νομάρχες, εκδίδονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και τον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό. Ενόψει των διατάξεων αυτών, η προσβαλλόμενη απόφαση αρμοδίως εκδόθηκε μόνον από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και τον Υπουργό Ανάπτυξης - η αρμοδιότητα του οποίου απορρέει από το χαρακτήρα της δραστηριότητας, την οποία αφορά η απόφαση αυτή - χωρίς τη σύμπραξη των λοιπών υπουργών που υπέγραψαν την προγενέστερη κοινή υπουργική απόφαση 69269/5387/1990, δεδομένου ότι το αντικείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, με την οποία συμπληρώθηκε η προαναφερόμενη προγενέστερη κοινή απόφαση, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα των λοιπών αυτών υπουργών. Είναι, επομένως, απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη διότι δεν συνυπογράφεται από όλους τους υπουργούς που εξέδωσαν την κοινή απόφαση 69269/5387/1990.
9. Επειδή, περαιτέρω, η αιτούσα εταιρεία, επικαλούμενη το άρθρο 1 παράγραφος 1 του νόμου 1338/1983, με το οποίο παρέχεται εξουσιοδότηση για την εναρμόνιση της νομοθεσίας προς τις πράξεις των οργάνων της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, προβάλλει ότι μη νομίμως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση χωρίς τη συνυπογραφή του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, η σύμπραξη του οποίου προβλέπεται από τη διάταξη αυτή του νόμου 1338/1983. Ο λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εκδόθηκε με βάση την παραπάνω εξουσιοδότηση, αλλά, όπως διαλαμβάνεται σε προηγούμενη σκέψη, ερείδεται στις εξουσιοδοτικές διατάξεις των άρθρων 3 και 4 παράγραφος 2)β του νόμου 1650/1986, οι οποίες και μνημονεύονται στο προοίμιό της.
10. Επειδή, με την προσβαλλόμενη απόφαση κατατάχθηκε στην ομάδα ΙΙ της πρώτης κατηγορίας η δραστηριότητα εμποτισμός ξυλείας με χημικά μέσα συντήρησης, αδιακρίτως προς το μέγεθος, την ισχύ, την παραγωγική δυνατότητα ή άλλα χαρακτηριστικά των μονάδων που ασκούν τη δραστηριότητα αυτή. Η ρύθμιση αυτή βρίσκει έρεισμα στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 3 παράγραφος 1 του νόμου 1650/1986, σύμφωνα με την οποία κατά την κατάταξη ορισμένου έργου ή δραστηριότητας σε κάποια από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο αυτό δεν απαιτείται να εισάγεται διάκριση των σχετικών επιχειρήσεων ή μονάδων που εκτελούν το έργο ή ασκούν τη δραστηριότητα με βάση τα παραπάνω στοιχεία, αν αυτά δεν συνεπάγονται διαφοροποίηση από την άποψη των επιπτώσεων στο περιβάλλον σε βαθμό ώστε να επιβάλλεται η διάκριση.
Εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση, παρά το ότι συνεπάγεται την υπαγωγή μονάδων διαφορετικού μεγέθους στην ίδια κατηγορία, δεν έρχεται σε αντίθεση προς την αρχή της ισότητας αφού, κατά την ανέλεγκτη από τον ακυρωτικό δικαστή εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, οι δυσμενείς επιπτώσεις, λόγω των οποίων κρίθηκε ότι επιβάλλεται η κατάταξη της δραστηριότητας στην πρώτη κατηγορία, οφείλονται στο ίδιο το αντικείμενό της και δεν εξαρτώνται από το μέγεθος ή άλλα στοιχεία των μονάδων που ασκούν τη δραστηριότητα αυτή σε βαθμό ώστε να δικαιολογείται διαφοροποίησή τους ως προς την κατάταξη. Επομένως, είναι απορριπτέος ο λόγος, με τον οποίο προβάλλεται υπέρβαση των ορίων της νομοθετικής εξουσιοδότησης και παράβαση της αρχής της ισότητας διότι με την προσβαλλόμενη απόφαση κατατάσσονται στην πρώτη κατηγορία όλες οι δραστηριότητες εμποτισμού ξυλείας με χημικά μέσα αδιακρίτως προς τη φύση, το μέγεθος και την έκτασή τους.
11. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση κατά το εξεταζόμενο μέρος της, δηλαδή κατά το μέρος που στρέφεται κατά της προαναφερόμενης κοινής υπουργικής απόφασης, και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
Δέχεται την παρέμβαση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου, και
Επιβάλλει στην αιτούσα εταιρεία να καταβάλει αφενός στο Δημόσιο και αφετέρου στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων ποσό 14.000 δραχμών, και στον παρεμβαίνοντα το ποσό των 19.600 δραχμών για τη δικαστική τους δαπάνη.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις __________ και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23-02-2000.