Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 881/2012
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21-04-2010, με την εξής σύνθεση: Ν. Ρόζος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αναπληρωτή του Αντιπροέδρου, καθώς και της αρχαιότερης του Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Ιωάννης Μαντζουράνης, Αντώνης Ντέμσιας, Σύμβουλοι, Θ. Αραβάνης, Δ. Βασιλειάδης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Δασκαλάκη.
Για να δικάσει την από 04-07-2003 αίτηση:
των: 1. __________, κατοίκου __________ Αττικής (__________), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Σωτήρη Χριστοδούλου (αριθμός μητρώου 8783), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, 2. __________, κατοίκου Αθήνας (__________), ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος (αριθμός μητρώου __________) και 3. σωματείου με την επωνυμία Σύλλογος Κατοίκων __________ Αττικής __________, που εδρεύει στη __________ Αττικής (__________), το οποίο με δήλωση στο ακροατήριο του ίδιου πιο πάνω δικηγόρου Σωτήρη Χριστοδούλου παραιτείται από το δικόγραφο της αίτησης,
κατά του Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παρέστη με τον Κωνσταντίνο Βαρδακαστάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: 1) η υπ' αριθμόν 1567/27-05-2003 αρνητική απάντηση της Διεύθυνσης Δασών Δυτικής Αττικής, 2) η υπ' αριθμόν 94723/581/18-04-2003 αρνητική απάντηση του Υπουργείου Γεωργίας, 3) η υπ' αριθμόν 950/2002 αρνητική απάντηση του Δασαρχείου Αιγάλεω και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Θ. Αραβάνη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον δεύτερο αιτούντα ως δικηγόρο και ως πληρεξούσιο της πρώτης αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (492532 και 597270/2003 γραμμάτια παραβόλου σειράς Α).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώνεται με δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση α) της αποφάσεως 950/06-06-2002 του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, που υπογράφεται με εντολή του από τον Δασάρχη __________ και με την οποία απερρίφθη αίτηση των δύο πρώτων αιτούντων να τους χορηγηθεί πιστοποιητικό ακαΐας (άρθρο 35 του νόμου 998/1979) πευκοδάσους εμβαδού 247,65 στρεμμάτων στη __________ Αττικής, επί του οποίου προβάλλουν δικαιώματα, β) της αποφάσεως 1567/27-05-2003 του αυτού Γενικού Γραμματέα, υπογραφόμενης με εντολή του από τον Διευθυντή Δασών Δυτικής Αττικής, με την οποία απερρίφθη αίτηση θεραπείας των ιδίων κατά της προηγούμενης πράξεως δια παραπομπής στο έγγραφο 94723/581/18-04-2002 του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας και γ) του τελευταίου αυτού εγγράφου, με το οποίο εκφράζονται απόψεις της υπηρεσίας σχετικά με τη δυνατότητα ικανοποιήσεως του υποβληθέντος αιτήματος των αιτούντων.
3. Επειδή, με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ο υπογράφων το δικόγραφο της αιτήσεως δικηγόρος δήλωσε παραίτηση για το τρίτο αιτούν σωματείο, και επομένως η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη ως προς αυτό, κατ' άρθρο 30 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989).
4. Επειδή, το τρίτο προσβαλλόμενο έγγραφο στερείται εκτελεστότητας ως εσωτερικό υπηρεσιακό έγγραφο και προσβάλλεται απαραδέκτως. Απαραδέκτως επίσης προσβάλλεται η πρώτη πράξη μετά την έκδοση της δεύτερης πράξεως, με την οποία απερρίφθη το υποβληθέν αίτημα με νέα, εν μέρει διάφορη αιτιολογία, η δεύτερη δε αυτή πράξη προσβάλλεται μόνη παραδεκτώς (ΣτΕ 4530/2009 επταμελές, 2317/2004 επταμελές). Κατά τα λοιπά η αίτηση ασκείται με έννομο συμφέρον και εμπροθέσμως από τους δύο πρώτους αιτούντες, οι οποίοι προβάλλουν δικαιώματα επί της επίμαχης εκτάσεως.
5. Επειδή, στις παραγράφους 1 - 4 του άρθρου 35 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως οι παράγραφοι 3 και 4 προστέθηκαν με το άρθρο 46 παράγραφος 4 του νόμου 2145/1993 (ΦΕΚ 88/Α/1993), ορίζονται τα εξής:
{1. Ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις ή μέρη τούτων καταστραφέντα από 11-06-1975, ή καταστρεφόμενα εφεξής εκ πυρκαϊάς δεν δύνανται να μεταβιβασθούν εν κατατμήσει, ουδέ κατ' ιδανικά μερίδια, δια δικαιοπραξίας εν ζωή επί τριάκοντα έτη από της τοιαύτης καταστροφής των.
2. Εις τις δικαιοπραξίες εν ζωή περί μεταβιβάσεως ιδιωτικού δάσους ή δασικής εκτάσεως ολοκλήρου, μέρους τούτων ή ιδανικού μεριδίου προσαρτάται πιστοποιητικόν της αρμοδίας δασικής αρχής ότι το μεταβιβαζόμενο δεν κατεστράφη εκ πυρκαϊάς μετά την 11-06-1975 και εις πάσαν εφεξής περίπτωσιν κατά την τελευταία τριακονταετία από της 11-07-1975, άλλως η δικαιοπραξία τυγχάνει άκυρος.
3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί προσυμφώνων μεταβίβασης ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων.
4. Συμβολαιογράφος που συντάσσει πράξη μεταβίβασης της κυριότητας επί δάσους ή δασικής έκτασης καθώς και προσύμφωνο με το αυτό αντικείμενο χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και οι δια του συμβολαίου ή προσυμφώνου συμβαλλόμενοι και οι ενεργούντες ως πληρεξούσιοί τους τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 500.000 δραχμών, επιφυλασσομένων και των διατάξεων περί πειθαρχικής ευθύνης του συμβολαιογράφου.}
Με τις διατάξεις αυτές επιβάλλεται για τα ιδιωτικά δάση και τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις που έχουν καταστραφεί από πυρκαγιά απαγόρευση μεταβιβάσεως με δικαιοπραξία εν ζωή, η οποία συνεπάγεται κατάτμησή τους, καθώς και μεταβιβάσεως, με τον ίδιο τρόπο, ιδανικών μεριδίων. Περαιτέρω δε, ανατίθεται στην οικεία δασική αρχή η διοικητικού χαρακτήρα αρμοδιότητα, να βεβαιώνει τη συνδρομή ή μη του παραπάνω κωλύματος μεταβιβάσεως με σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο πρέπει να είναι πρόσφατο σε σχέση με την επιχειρούμενη δικαιοπραξία και να προσαρτάται στην πράξη μεταβιβάσεως επί ποινή ακυρότητας της δικαιοπραξίας και το οποίο, συνεπώς, αποτελεί το μόνο νόμιμο μέσο για την απόδειξη της μη συνδρομής του κωλύματος. Εξ άλλου, η αρμόδια δασική αρχή, προκειμένου να ασκήσει την αρμοδιότητά της κατά τις ανωτέρω διατάξεις με την έκδοση του προαναφερθέντος πιστοποιητικού, οφείλει να προβεί σε αιτιολογημένη παρεμπίπτουσα έρευνα και κρίση και για τον χαρακτήρα του ακινήτου ως ιδιωτικού δάσους ή ιδιωτικής δασικής εκτάσεως, με βάση τα στοιχεία που διαθέτει ή τα στοιχεία που τίθενται υπόψη της από τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη, χωρίς να απαιτείται για τη χορήγηση του πιστοποιητικού η έκδοση πράξεως χαρακτηρισμού, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, ούτε η οριστική επίλυση του ιδιοκτησιακού ζητήματος από τα πολιτικά δικαστήρια, με αμετάκλητη ή τελεσίδικη απόφαση. Και τούτο διότι το άρθρο 35 του νόμου 998/1979 απαγορεύει την εν κατατμήσει ή κατ' ιδανικά μερίδια μεταβίβαση ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων που καταστράφηκαν από πυρκαγιά και, συνεπώς, η χορήγηση του πιστοποιητικού προϋποθέτει τη διαπίστωση της συνδρομής και των σχετιζομένων με την ως άνω απαγόρευση προϋποθέσεων του νόμου που συναρτώνται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου. Η κρίση δε της δασικής αρχής για τον χαρακτήρα της εκτάσεως ως ιδιωτικού δάσους ή ιδιωτικής δασικής εκτάσεως, όπως και η κρίση της για την καταστροφή της ή μη από πυρκαγιά, ελέγχεται ακυρωτικά ως προς τη νομιμότητα και επάρκεια της αιτιολογίας της (ΣτΕ 4530/2009 επταμελές).
6. Επειδή, εξ άλλου, στο άρθρο 72 του νόμου 998/1979 ορίζεται ότι σε περίπτωση πωλήσεως ιδιωτικού δάσους ή δασικής εκτάσεως άνω των 50 στρεμμάτων το Δημόσιο έχει δικαίωμα προτιμήσεως επί ίσοις όροις για την αγορά του (παράγραφος 1), ότι, προς τούτο, ο ιδιοκτήτης υποβάλλει στον οικείο δασάρχη σχετική δήλωση, στην οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα στοιχεία του αγοραστή, το συμφωνηθέν τίμημα και οι τίτλοι κυριότητας της προς πώληση εκτάσεως, επί ανεπάρκειας ή ασάφειας των οποίων αποφαίνεται το Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών (παράγραφος 2), στις δε παραγράφους 3 έως 6 καθορίζεται η σχετική διαδικασία ενώπιον των αρμόδιων οργάνων. Περαιτέρω, στο άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981 Περί της υπό του Δημοσίου ασκήσεως του δικαιώματος προτιμήσεως κατά αυτές αιτία πωλήσεως μεταβιβάσεις δασών και δασικών εκτάσεων (ΦΕΚ 41/Α/1981), το οποίο εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 του ανωτέρω άρθρου 72 του νόμου 998/1979, καθορίζονται τα στοιχεία βάσει των οποίων το οικείο συμβούλιο δασών ελέγχει την εγκυρότητα των τίτλων κυριότητας της προς πώληση εκτάσεως, τη νομιμότητα της περιελεύσεως της στον ιδιοκτήτη και την ύπαρξη τυχόν δικαιωμάτων του Δημοσίου επ' αυτής.
7. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων που αναφέρονται στις δύο προηγούμενες σκέψεις συνάγεται ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981 ρύθμιση ως προς την επαλήθευση του χαρακτηρισμού δάσους ή δασικής εκτάσεως ως ιδιωτικής εντάσσεται αποκλειστικώς στη διαδικασία ασκήσεως, από το Δημόσιο, του δικαιώματός του να προτιμηθεί, επί ίσοις όροις, σε περίπτωση πωλήσεώς τους, διαδικασία η οποία είναι διάφορος εκείνης των παραγράφων 1 - 4 του άρθρου 35 του νόμου 998/1979 και η οποία ναι μεν αφορά επίσης ιδιωτικά δάση ή δασικές εκτάσεις πλην έχει άλλο αντικείμενο. Τούτου δε έπεται ότι κατά την τελευταία αυτή διαδικασία δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις που αναφέρονται στη σκέψη 6 ως προς την επαλήθευση του χαρακτηρισμού δάσους ή δασικής εκτάσεως ως ιδιωτικής.
8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής:
Με το υπ' αριθμόν 1983/09-06-1966 προσύμφωνο αγοραπωλησίας ιδανικού μεριδίου πευκοδάσους ... η __________ φερομένη ως κυρία ρητινευόμενου πευκοδάσους εμβαδού 350 περίπου στρεμμάτων στη θέση Τρίκερι της κτηματικής περιφέρειας __________ Αττικής, το οποίο είχε παραχωρηθεί στον πατέρα της με το 119655/1923 παραχωρητήριο του Υπουργείου Γεωργίας, βάσει του από [Ν] 17-10-1923 νομοθετικού διατάγματος, ανέλαβε την υποχρέωση να πωλήσει και μεταβιβάσει στους __________ και __________ τα 2/3 εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω πευκοδάσους έναντι τιμήματος 4.000 δραχμών κατά στρέμμα, καταβλητέου εν μέρει αμέσως και εν μέρει μεταγενεστέρως (βλέπε υπ' αριθμόν 2169/19-07-1966 πράξη καταβολής του ημίσεος του προσυμφωνηθέντος τιμήματος του πευκοδάσους, το εμβαδόν του οποίου, σύμφωνα με την ίδια πράξη, ανέρχεται σε 247,650 m2).
Μεταγενεστέρως, με την από 27-02-2002 αίτησή τους προς το Δασαρχείο __________ οι δύο πρώτοι αιτούντες, φερόμενοι ως κληρονόμοι του ανωτέρω __________, αποβιώσαντος συζύγου της πρώτης και πατέρα του δεύτερου εξ αυτών, εξέθεσαν ότι ο κληρονομηθείς συνήψε με την __________ το προαναφερθέν 1983/09-06-1966 προσύμφωνο αγοραπωλησίας πευκοδάσους, εν σχέσει προς το οποίο υφίσταται η 22169/1966 εξοφλητική πράξη, και ότι η __________, με την 4828/1980 αίτησή της προς το Δασαρχείο Αιγάλεω, επεχείρησε να αναγνωρισθεί ως ιδιοκτήτρια του επίμαχου πευκοδάσους άνευ όρου τινός, κατ' άρθρο 64 του νόμου 998/1979 (δηλαδή χωρίς τον όρο της ρητινοσυλλογής), εν όψει δε τούτων, και προκειμένου να τακτοποιηθεί η εν λόγω εκκρεμότητα, ζήτησαν τη χορήγηση πιστοποιητικού ακαΐας για το ανωτέρω πευκοδάσος (άρθρο 35 του νόμου 998/1979). Η αίτηση αυτή απερρίφθη με την αναφερόμενη στη σκέψη 2 απόφαση 950/06-06-2002 με την αιτιολογία ότι η επίμαχη έκταση δεν έχει αναγνωρισθεί ως ιδιωτική με κάποιον από τους νόμιμους τρόπους του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981. Με το ίδιο έγγραφο εκλήθησαν οι αιτούντες να γνωρίσουν στο Δασαρχείο αν η επίμαχη έκταση έχει χαρακτηρισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του νόμου 998/1979 και, σε αρνητική περίπτωση, να προσκομίσουν 8 τοπογραφικά διαγράμματα της εκτάσεως με απόσπασμα χάρτη της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, προκειμένου να χωρέσει χαρακτηρισμός της κατά το άρθρο αυτό.
Κατά της πράξεως του Δασάρχη οι αιτούντες υπέβαλαν την 2110/05-07-2002 αίτηση θεραπείας προς τη Διεύθυνση Δασών Αττικής, με την οποία προέβαλαν, μεταξύ άλλων, ότι η επίδικη έκταση είναι ιδιωτική διότι είχε παραχωρηθεί με το 119655/1923 παραχωρητήριο και ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 137/1981, οι οποίες αφορούν την πώληση εκτάσεως στο Δημόσιο και πάντως δεν προϋποθέτουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 64 του νόμου 998/1979. Με το έγγραφο 2110/15-10-2002 προς το Υπουργείο Γεωργίας η Διεύθυνση Δασών Δυτικής υπέβαλε το ερώτημα αν είναι δυνατή η έκδοση πιστοποιητικού ακαΐας κατ' άρθρο 35 του νόμου 998/1979 προκειμένου περί πευκοδάσους που είχε παραχωρηθεί με τις διατάξεις του από [Ν] 17-10-1923 νομοθετικού διατάγματος και για το οποίο δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 64 του νόμου 998/1979 και αν η αίτηση πρέπει να παραπεμφθεί στο Συμβούλιο Δασών σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 137/1981.
Επί του ερωτήματος αυτού ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, με το έγγραφο 94723/581/18-04-2003, απάντησε (α) ότι εν προκειμένω δεν είναι δυνατή η έκδοση πιστοποιητικού ακαΐας κατ' άρθρο 35 του νόμου 998/1979 εφ' όσον για την επίδικη έκταση δεν προσκομίσθηκε ένας από τους τίτλους κυριότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981 και (β) ότι, εφ' όσον δεν υπεβλήθη αίτηση κατ' άρθρο 72 του νόμου 998/1979, ούτε προσκομίσθηκε τίτλος κυριότητας κατ' άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981, δεν συντρέχει λόγος παραπομπής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της επίδικης εκτάσεως στο Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών. Κατόπιν τούτου επί της αιτήσεως θεραπείας των αιτούντων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση 1567/27-05-2003 του Διευθυντή Δασών Δυτικής Αττικής, με την οποία κοινοποιήθηκε στους αιτούντες το ανωτέρω έγγραφο 94723/581/18-04-2003 του Υπουργείου Γεωργίας.
9. Επειδή, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι με την προσβαλλόμενη πράξη το αίτημα χορηγήσεως πιστοποιητικού ακαΐας απορρίφθηκε με την περιλαμβανόμενη στο προαναφερθέν έγγραφο του Υπουργείου Γεωργίας αιτιολογία ότι οι αιτούντες δεν προσκόμισαν, προς απόδειξη του ιδιωτικού χαρακτήρα της επίδικης εκτάσεως, έναν από τους τίτλους που ορίζονται στο άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981. Με το περιεχόμενο όμως αυτό η προσβαλλόμενη πράξη δεν αιτιολογείται νομίμως. Και τούτο διότι, όπως αναφέρεται στη σκέψη 7, για την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού, με το οποίο βεβαιώνεται απλώς το πραγματικό γεγονός της μη καταστροφής δασικής εκτάσεως μετά την έναρξη ισχύος του Συντάγματος του 1975 και για τα εκάστοτε τριάντα τελευταία έτη, δεν απαιτείται η προηγούμενη τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 72 του ίδιου νόμου, ούτε, επομένως, η προσκομιδή των αποδεικτικών στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 137/1981, το οποίο αφορά την εφαρμογή του ίδιου άρθρου του νόμου 998/1979. Συνεπώς, η Διοίκηση όφειλε να κρίνει περί του παρεμπίπτοντος ζητήματος του ιδιωτικού ή δημόσιου χαρακτήρα της επίδικης εκτάσεως με βάση τα στοιχεία που διέθετε και αυτά που προσκόμισαν οι αιτούντες, οίκοθεν δε νοείται ότι η οριστική επίλυση του ζητήματος του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της εκτάσεως ανήκει στα αρμόδια όργανα και τελικά στα πολιτικά δικαστήρια (παράβαλε άρθρο 8 παράγραφος 3 του νόμου 998/1979, ΣτΕ 758/2000, 2196/1996 κ.ά.). Εν όψει τούτων πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση του υποβληθέντος αιτήματος.
Δια ταύτα
Καταργεί τη δίκη ως προς το τρίτο αιτούν σωματείο,
Δέχεται την αίτηση ως προς τους δύο πρώτους αιτούντες,
Ακυρώνει την απόφαση 1567/27-05-2003 του Διευθυντή Δασών Δυτικής Αττικής και παραπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση, κατά το σκεπτικό,
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου και
Επιβάλλει στο Δημόσιο να καταβάλει στους δύο πρώτους αιτούντες 920 € ως δικαστική δαπάνη.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 07-02-2011
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος
Ν. Ρόζος
Η Γραμματέας
Ε. Δασκαλάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 07-03-2012.