Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 4577/2011
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 06-05-2009, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Αθανάσιος Ράντος, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Μ. Γκορτζολίδου, Σύμβουλοι, Χρήστος Ντουχάνης, Χρήστος Παπανικολάου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.
Για να δικάσει την από 22-11-2002 αίτηση:
των: 1) __________, ..., 10) __________, κατοίκων όλων Πατρών νομού Αχαΐας, οδός __________ υπ' αριθμόν __________, πλην του ογδόου που είναι κάτοικος Δημοτικού Διαμερίσματος (πρώην Κοινότητας) Λουσικών νομού Αχαΐας, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Σπήλιο Πουλακίδα (αριθμός μητρώου 221 Πατρών), που νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ' ακροατηρίου συζήτηση, κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αχαΐας, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αθανάσιο Καρέλα (αριθμός μητρώου 16585), που νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ' ακροατηρίου συζήτηση, και κατά των παρεμβαινόντων : Α) Δήμου Πατρέων νομού Αχαΐας, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Στ. Κόκκαλη (αριθμός μητρώου 9492), που νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ' ακροατηρίου συζήτηση και Β) 1) __________, ..., 6) __________, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Μυλωνά (αριθμός μητρώου 3984), που νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ' ακροατηρίου συζήτηση.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 7793/2002 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας (ΦΕΚ 564/Δ/2002) περί αναγνωρίσεως της οδού ΟΛΥΜΠΙΑΣ ως προϋπάρχουσας του έτους 1923 μέσα στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Πατρέων.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Μ. Γκορτζολίδου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων και τον πληρεξούσιο της καθ' ης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αχαΐας, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου σειράς Α' υπ' αριθμόν 267559, 267561 και 267562 του έτους 2002).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της 7793/2002 απόφασης του Νομάρχη Αχαΐας (ΦΕΚ 564/Δ/2002), με την οποία, μετά την από 16-04-2002 αίτηση της Αγγελικής Γιαννακοπούλου, αναγνωρίσθηκε, κατ' άρθρο 20 παράγραφος 4 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων (ΦΕΚ 228/Α/1923), ως προϋπάρχουσα του έτους 1923 η οδός Ολυμπίας που βρίσκεται στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του δήμου Πατρών.
3. Επειδή, η υπόθεση νομίμως εισάγεται ενώπιον της επταμελούς συνθέσεως του Τμήματος ύστερα από την έκδοση της 263/2008 παραπεμπτικής απόφασης του Τμήματος με πενταμελή σύνθεση, λόγω της σπουδαιότητας του ζητήματος που ανέκυψε.
4. Επειδή, με κοινό δικόγραφο παρεμβαίνουν στη δίκη, με έννομο συμφέρον, η προαναφερόμενη Α. Γιαννακοπούλου, καθώς και οι Θ. Γιαννακοπούλου, Θ. Ασημακοπούλου, Κ. Παναγιωτόπουλος, Α. Παπαδόπουλος, Ε. Παπαφιλιπποπούλου φερόμενοι ως ιδιοκτήτες οικοπέδων εχόντων πρόσωπο επί της αναγνωρισθείσης με την προσβαλλόμενη απόφαση οδού Ολυμπίας.
5. Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως ιδιοκτήτες οριζόντιων αυτοτελών ιδιοκτησιών πολυώροφης οικοδομής, η οποία έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης των Πατρών και ειδικότερα στο οικοδομικό τετράγωνο 110, ασκούν με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση, δοθέντος ότι η αναγνώριση, με την προσβαλλόμενη απόφαση, της ένδικης οδού, που ευρίσκεται στο αυτό οικοδομικό τετράγωνο, ως προϋπάρχουσας του έτους 1923, συνεπάγεται μεταβολή των προϋποθέσεων δόμησης του οικοπέδου ιδιοκτησίας της πρώτης και δεύτερης των παρεμβαινόντων, διότι, το οικόπεδο αυτό, το οποίο έχει πρόσωπο στην αναγνωρισθείσα οδό, δεν δομείται πλέον ως τυφλό, αλλά με βάση τους ισχύοντες γενικούς όρους δόμησης για τα λοιπά παρακείμενα, μη τυφλά, οικόπεδα, βάσει των οποίων καθίσταται επιτρεπτή η ανέγερση κτισμάτων με μεγαλύτερη καλυπτόμενη επιφάνεια, συντελεστή δόμησης, αριθμό ορόφων και επιτρεπόμενο ύψος, με συνέπεια την αύξηση της οικιστικής πυκνότητας στο εν λόγω οικοδομικό τετράγωνο, και, μάλιστα, έχει ήδη χορηγηθεί, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, άδεια ανεγέρσεως οικοδομής επί του ως άνω οικοπέδου των δύο πρώτων παρεμβαινόντων.
6. Επειδή, στις διατάξεις του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών (ΦΕΚ 228/Α/1923), των οποίων το περιεχόμενο αποδίδεται στο άρθρο 411 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας που εγκρίθηκε με το άρθρο μόνο του από 14-07-1999 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 580/Δ/1999), ορίζονται τα εξής:
{1. Δεν επιτρέπεται οιαδήποτε μεταβίβασις της κυριότητος μέρους ή του όλου γηπέδου, εφ' ου ο ιδιοκτήτης σχημάτισε ή αναγνώρισε σχηματισθέντες τυχόν άνευ της θελήσεώς του κοινοχρήστους χώρους (ιδιωτικές οδούς και πλατείας κ.λ.π.) ή δεν σχημάτισε ουδέ αναγνώρισε μεν τοιούτους, αλλά επιδιώκει το σχηματισμόν ή την αναγνώρισή των διά της τοιαύτης μεταβιβάσεως. Εν τη έννοια του σχηματισμού κοινοχρήστων χώρων περιλαμβάνεται ο καθ' οιονδήποτε τρόπον ιδιωτική πρωτοβουλία ή συμφωνία γινόμενος περιορισμός ή παραίτησις δικαιωμάτων επί των ειρημένων γηπέδων επί τω τέλει αμέσου ή εμμέσου σχηματισμού των εν λόγω χώρων. Πάσα μεταβίβασις της κυριότητος γινομένη παρά τις ανωτέρω διατάξεις, είναι αυτοδικαίως άκυρος. Η περί ακυρότητας διάταξις αυτή ισχύει και αν ακόμη δεν εγένετο εν επισήμω τινί πράξει σαφής μνεία περί του σχηματισμού των ειρημένων κοινοχρήστων χώρων αλλά εμμέσως προκύπτει εκ των γενομένων μεταβιβάσεων ότι αυτές εγένοντο επί τω τέλει του τοιούτου σχηματισμού και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας.
2. Διά τα εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων, κωμών, κ.τ.λ. γήπεδα επιτρέπεται, εις ορισμένες προϋποθέσεις και όρους, η παρέκκλισις από των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου μέχρις οιουδήποτε βαθμού. Τα της παρεκκλίσεως και των προϋποθέσεων και όρων αυτής κανονίζονται δια βασιλικών διαταγμάτων, εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνώμη του Συμβουλίου των Δημοσίων Έργων εφ' άπαξ δι' εκάστην πόλιν, κώμη και λοιπά ή δι' έκαστον αυτών τμήμα ή και δι' εκάστην ειδική περίπτωσιν.
3. Οι διατάξεις της ανωτέρω παράγραφος 1 δεν ισχύουν προκειμένου ...
Επίσης δεν ισχύουν οι διατάξεις της αυτής παραγράφου 1:
α) Διά πάσαν περαιτέρω μεταβίβαση της κυριότητος γηπέδων, ων μεταβιβάσθηκε ήδη αυτή παρά τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, εφ' όσον δεν επέρχεται αύξησις της επιφανείας των προ της ισχύος του άρθρου τούτου σχηματισθέντων ιδιωτική πρωτοβουλία κοινοχρήστων χώρων και
β) Ως προς τα εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων κ.λ.π. γήπεδα, εφ' ων σχηματίσθηκαν ιδιωτική πρωτοβουλία προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, κοινόχρηστοι χώροι (ιδιωτικές οδοί κ.λ.π.) εφ' όσον η κυριότης τμημάτων των εν λόγω γηπέδων μεταβιβάσθηκε ήδη προ της ισχύος του άρθρου τούτου, μετά δε την ισχύ αυτού, ουδεμία αύξησις των αρχικώς σχηματισθέντων κοινοχρήστων χώρων έλαβε χώραν.
4. Αρμόδιος όπως αποφανθεί διά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου εάν η μεταβίβασις της κυριότητος επί γηπέδων εγένετο επί τω σκοπώ σχηματισμού επ' αυτών κοινοχρήστων χώρων και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας ..., εάν επήλθε ή ου αύξησις της εκτάσεως των κοινοχρήστων τούτων χώρων και οποία η θέσις και έκτασις αυτών και ειδικότερα πότε υφίσταται περίπτωσις εφαρμογής των εξαιρέσεων α' και β' της προηγουμένης παραγράφου, είναι ο επί της Συγκοινωνίας Υπουργός, όστις αποφαίνεται επί πάντων των ζητημάτων τούτων, μετά γνώμη του Συμβουλίου των δημοσίων έργων. Εν περιπτώσει ενστάσεων των ενδιαφερομένων κατά της αποφάσεως του υπουργού, δύναται να αναθεωρήσει ούτος την αρχική απόφασή του μόνον εφ' άπαξ. Περίληψις των ανωτέρω αποφάσεων του υπουργού και της σχετικής γνωμοδοτήσεως του συμβουλίου των δημοσίων έργων δημοσιεύεται εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.}
7. Επειδή, η προθεσμία προσβολής με αίτηση ακυρώσεως αποφάσεως, με την οποία οδός, καίτοι μη προβλεπόμενη στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο, αναγνωρίζεται ως προϋφιστάμενη του 1923, δεν κινείται από τη δημοσίευση της αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά, αρχίζει, σε κάθε περίπτωση, από την γνώση ή την τυχόν κοινοποίηση της αποφάσεως αυτής, ενόψει του περιεχομένου της θεσπιζόμενης πολεοδομικής ρύθμισης, που περιορίζεται στην κατά τα άνω αναγνώριση συγκεκριμένης ή συγκεκριμένων οδών, δεδομένου και ότι κατά την ειδική πολεοδομική διαδικασία, που προβλέπεται από το νόμο για την αναγνώριση δεν διασφαλίζεται η δημόσια ή ατομική γνωστοποίηση και πρόσκληση για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και την υποβολή ενστάσεων, ώστε διά της σχετικής δημοσιότητος να καθίσταται γνωστή στον ευρύτερο κύκλο των εχόντων έννομο συμφέρον για την προσβολή της.
8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση, δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 08-07-2002, η δε κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου Πατρών στις 25-11-2002, δηλαδή μετά την πάροδο εκατόν σαράντα, περίπου, ημερών από την δημοσίευση, σύμφωνα, όμως, με όσα έχουν εκτεθεί στην προηγούμενη σκέψη, η 60-ήμερη προθεσμία για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως δεν κινήθηκε από τη δημοσίευση. Εξ άλλου, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι η κατεδάφιση της οικοδομής των παρεμβαινόντων, άρχισε στις 18-09-2002, όπως ισχυρίζονται με το από 05-12-2006 υπόμνημά τους οι ανωτέρω, από το γεγονός αυτό δεν μπορεί να συναχθεί γνώση από τους αιτούντες της προσβαλλόμενης νομαρχιακής αποφάσεως περί αναγνωρίσεως της επίμαχης οδού ως προϋφιστάμενης του 1923, κατά την ανωτέρω ημερομηνία ή σε χρόνο που να καθιστά εκπρόθεσμη την κρινόμενη αίτηση ενόψει και του μικρού χρονικού διαστήματος που παρήλθε από την ημερομηνία αυτή έως την κατά τα ανωτέρω κατάθεση της αιτήσεως. Είναι, συνεπώς, απορριπτέος ο περί εκπροθέσμου της αιτήσεως ακυρώσεως ισχυρισμός των παρεμβαινόντων.
9. Επειδή, οι προεκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος αποσκοπούν, κατά την έννοιά τους, στην παρεμπόδιση της δημιουργίας ιδιωτικών σχεδίων ρυμοτομίας και απαγορεύουν τον εντός των σχεδίων πόλεων σχηματισμό κοινοχρήστων χώρων από ιδιωτική βούληση. Ως εκ τούτου, ως κοινόχρηστοι χώροι αναγνωρίζονται μόνον εκείνοι που προβλέπονται από το οικείο ρυμοτομικό σχέδιο. Με τις ίδιες, όμως, διατάξεις ο νομοθέτης απέβλεψε στη διατήρηση και των κοινοχρήστων χώρων που δημιουργήθηκαν επιτρεπτώς εντός σχεδίου πόλεως με ιδιωτική βούληση πριν θεσπισθεί η ανωτέρω απαγόρευση, δηλαδή πριν από την 16-01-1924, ημερομηνία έναρξης ισχύος του παραπάνω άρθρου (από 04-01-1924 προεδρικό διάταγμα, (ΦΕΚ 8/Α/1924)). Οι κοινόχρηστοι αυτοί χώροι αναγνωρίζονται ως υφιστάμενοι, για την εφαρμογή γενικώς της πολεοδομικής νομοθεσίας, παράλληλα με τους προβλεπόμενους από το ρυμοτομικό σχέδιο, έως ότου καταργηθούν με τη νόμιμη διαδικασία, με την παράγραφο 4 δε του ιδίου άρθρου θεσπίζεται διαδικασία για την έκδοση διοικητικής πράξης, με την οποία διαπιστώνεται αν εδαφική λωρίδα έχει πράγματι αφεθεί στην κοινή χρήση, πριν από την παραπάνω ημερομηνία. Εξάλλου, οι εξαιρετικές αυτές διατάξεις, ερμηνευόμενες ενόψει του ανωτέρω σκοπού τους, εφαρμόζονται σε περιοχές, οι οποίες διέθεταν εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών, δηλαδή πριν από την 16-01-1924, αφού, σύμφωνα με την προαναφερόμενη απαγόρευση, μόνο στις περιοχές αυτές ήταν καταρχήν νοητή η θέσπιση ρύθμισης για την αναγνώριση από το νόμο ως κοινοχρήστων, για την εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας, χώρων μη οριζομένων με το ρυμοτομικό σχέδιο παραλλήλως προς εκείνους που προβλέπονται στο σχέδιο. Οι διατάξεις, επομένως, αυτές δεν έχουν εφαρμογή σε περιοχές, οι οποίες εντάχθηκαν σε σχέδιο πόλεως υπό το καθεστώς του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, αφού στις περιοχές αυτές οι κοινόχρηστοι και οι οικοδομήσιμοι χώροι καθορίζονται αποκλειστικά από το οικείο ρυμοτομικό σχέδιο, σύμφωνα με τα κριτήρια και τις εν γένει προϋποθέσεις που προβλέπονται με το νομοθέτημα αυτό, και, συνεπώς, δεν είναι νοητή η αναγνώριση ως κοινοχρήστου χώρου, για την εφαρμογή της πολεοδομικής και οικοδομικής νομοθεσίας, εδαφικής λωρίδας μη προβλεπόμενης με το χαρακτηρισμό αυτό στο ρυμοτομικό σχέδιο, έστω και αν προηγουμένως είχε αφεθεί με ιδιωτική βούληση σε κοινή χρήση (ΣτΕ 2983/2009 επταμελές).
10. Επειδή, εξάλλου, η αρμοδιότητα αναγνώρισης οδών ως προϋφιστάμενων του 1923 κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, περιήλθε στο Νομάρχη, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 του νόμου 3200/1955 (ΦΕΚ 97/Α/1955), με το οποίο ορίσθηκε ότι ο νομάρχης ασκεί αποκλειστικά τις κατά τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις αρμοδιότητες Υπουργών, μεταξύ των οποίων και του Υπουργού Δημοσίων Έργων (ήδη Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής), και του νομοθετικού διατάγματος 532/1970 (ΦΕΚ 103/Α/1970), με το οποίο ορίσθηκε ότι μετά την έκδοση των διαταγμάτων που το νομοθέτημα αυτό προέβλεπε για την παρακράτηση αρμοδιοτήτων από τους Υπουργούς ή τα διανομαρχιακού επιπέδου όργανα, η άσκηση των κατά τις κείμενες διατάξεις λοιπών υπουργικών αρμοδιοτήτων ανήκει αποκλειστικά στον οικείο νομάρχη (βλέπε ΣτΕ 2983/2009 επταμελές, παράβαλε ΣτΕ 2235/1974 Ολομέλεια, 1713/1981, 4774/1995, 5211/1997, 3535/2001, 758/2005 επταμελές, 966/2006).
11. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 24 του Συντάγματος, ο πολεοδομικός σχεδιασμός έχει ευρύτερες συνέπειες που δεν περιορίζονται στα όρια συγκεκριμένου οικισμού, αλλά εκτείνονται σε ολόκληρη την επικράτεια, εν όψει της αλληλεπιδράσεως του τρόπου οργανώσεως κάθε οικισμού με τους υπολοίπους και των επεμβάσεων στο φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον, τις οποίες συνεπάγεται η πολεοδομική οργάνωση μιας περιοχής. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός αποτελεί, επομένως, ζήτημα γενικού ενδιαφέροντος, στο οποίο πρέπει να έχουν λόγο, κατά συνταγματική επιταγή, και κεντρικά κρατικά όργανα και, κατά συνέπεια, η έγκριση και τροποποίηση των πολεοδομικών σχεδίων οποιασδήποτε κλίμακας, καθώς και η θέσπιση με ρυθμίσεις κανονιστικού χαρακτήρα πάσης φύσεως όρων δόμησης δεν μπορεί να θεωρηθεί ειδικότερο θέμα, κατά την έννοια του άρθρου 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος, αλλά ούτε θέμα τοπικού ενδιαφέροντος ή τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα. Συνεπώς, οι ρυθμίσεις αυτές μπορεί να θεσπίζονται μόνον με την έκδοση προεδρικού διατάγματος. Ο κανόνας εξ άλλου αυτός αφορά τόσο τις αμιγώς κανονιστικές πράξεις, όπως είναι οι όροι δόμησης και χρήσεων, και τις πράξεις μικτού χαρακτήρα, όπως η τροποποίηση σχεδίου πόλεως με ταυτόχρονο καθορισμό όρων δόμησης, όσο και τις ατομικές πράξεις, όπως η απλή τροποποίηση σχεδίου πόλεως χωρίς ταυτόχρονο καθορισμό όρων δόμησης, διότι, κατά το Σύνταγμα, ο πολεοδομικός σχεδιασμός συνδέει, λόγω του μεγάλου βαθμού της εσωτερικής συνοχής του, αρρήκτως τις κατηγορίες αυτές πράξεων, κατά τρόπο ώστε η τροποποίηση ατομικής πολεοδομικής ρύθμισης να επιδρά αφεύκτως στο υπόλοιπο, κανονιστικό της μέρος, με αποτέλεσμα τον κίνδυνο ανατροπής της συνοχής της. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, διατάξεις, με τις οποίες ανατίθεται η ρύθμιση των ανωτέρω ζητημάτων σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα, αντίκεινται στις ως άνω συνταγματικές διατάξεις και δεν είναι εφαρμοστέες. Αντιθέτως, οι αρμοδιότητες εφαρμογής των πολεοδομικών σχεδίων και οι συναφείς εκτελεστικές αρμοδιότητες, που δεν έχουν τον κατά τα ανωτέρω γενικότερο χαρακτήρα, επιτρεπτώς ανατίθενται σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα. Προς την αρμοδιότητα δε εφαρμογής των πολεοδομικών σχεδίων εξομοιώνεται, από την άποψη αυτή, και η όλως εντετοπισμένη τροποποίησή τους, που μπορεί να επιχειρείται ομοίως με πράξη διάφορη του διατάγματος, δεδομένου ότι η τροποποίηση αυτή δεν εμπεριέχει γενικό πολεοδομικό σχεδιασμό, αλλά διενεργείται εντός του πλαισίου ευρυτέρου σχεδιασμού που έχει ήδη χωρήσει από τα προς τούτο αρμόδια κατά το Σύνταγμα και τον νόμο όργανα. Και οι τελευταίες, όμως, αυτές όλως εντετοπισμένες τροποποιήσεις πολεοδομικών σχεδίων παύουν να διατηρούν τον ως άνω ειδικότερο χαρακτήρα τους, όταν αφορούν προστατευόμενες περιοχές του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, λόγω της ιδιαίτερης κατά το Σύνταγμα σημασίας των ως άνω περιοχών, οπότε οι σχετικές ρυθμίσεις πρέπει, στην περίπτωση αυτή, να διενεργούνται με την έκδοση προεδρικού διατάγματος (βλέπε ΣτΕ 3661/2005 Ολομέλεια). Περαιτέρω, η κατ' εφαρμογή των προπαρατεθεισών διατάξεων αναγνώριση οδών ως προϋφιστάμενων του 1923, συνδεόμενη κατά την πολεοδομική νομοθεσία με την οικοδομησιμότητα των ακινήτων που έχουν πρόσωπο στις αναγνωριζόμενες αυτές οδούς, έχει τις συνέπειες της δημιουργίας κοινοχρήστου χώρου και εξομοιώνεται με τροποποίηση πολεοδομικού σχεδίου, επιτρεπτώς, όμως, ανατίθεται κατά τα ανωτέρω, σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας όργανα, ως εντοπισμένη ρύθμιση, εφόσον αφορά ένα ακίνητο ή μικρό αριθμό γειτονικών ακινήτων (παράβαλε ΣτΕ 963/2007 κ.ά.), εκτός αν η εν λόγω αναγνώριση αφορά οδό ευρισκομένη σε ευαίσθητη περιοχή φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, διότι ακόμη και οι όλως εντοπισμένες τροποποιήσεις των πολεοδομικών σχεδίων στις περιοχές αυτές υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Συνεπώς, στην τελευταία αυτή περίπτωση η αναγνώριση οδού προϋφιστάμενης του 1923 πρέπει να επιχειρείται με προεδρικό διάταγμα (ΣτΕ 2983/2009 επταμελές).
12. Επειδή, όπως προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης, η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχου Αχαΐας με θέμα Αναγνώριση της οδού Ολυμπίας ως προϋπάρχουσας του έτους 1923 μέσα στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο Δήμου Πατρέων, εκδόθηκε ύστερα από την από 16-04-2002 αίτηση της πρώτης των παρεμβαινόντων Αγγελικής Γιαννακοπούλου κατ' επίκληση και της υπ' αριθμόν 3/19-04-2002 πράξεως του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος Νομαρχίας Αχαΐας.
13. Επειδή, ενόψει όσων εκτίθενται σε προηγούμενες σκέψεις, καθίσταται αναγκαίο να διευκρινισθεί αφενός αν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις εφαρμογής των ως άνω διατάξεων και, ιδίως, αν η περιοχή, στην οποία ευρίσκεται η υπό αναγνώριση οδός είχε ενταχθεί σε εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως προ του κατά τα ανωτέρω κρίσιμου χρόνου έναρξης της ισχύος των διατάξεων αυτών και αφετέρου, ενόψει του προβαλλόμενου λόγου ακυρώσεως, περί αναρμοδιότητας Νομάρχη Αχαΐας που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αν η επίμαχη οδός ευρίσκεται σε περιοχή υπαγόμενη σε καθεστώς προστασίας του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος. Πρέπει, συνεπώς, να εκδοθεί προδικαστική απόφαση, με την οποία θα επιβάλλεται η υποχρέωση στη Νομαρχία Αχαΐας να διευκρινίσει τα παραπάνω ζητήματα και να αποτυπώσει σε σχετικό διάγραμμα την ακριβή θέση της επίμαχης οδού εντός του σχεδίου πόλεως Πατρών, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση σε αυτή της παρούσας απόφασης.
Δια ταύτα
Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης.
Επιβάλλει στη Νομαρχία Αχαΐας την αποστολή των στοιχείων που αναφέρονται στο αιτιολογικό εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης.
Ορίζει νέα δικάσιμο για την εκδίκαση της κρινομένης αίτησης την 02-05-2012.
Διατάσσει την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στη Νομαρχία Αχαΐας.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα την 01-10-2009 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 30-12-2011.