Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 2822/2001
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Δ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 30-11-1999, με την εξής σύνθεση: Μ. Βροντάκης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ' Τμήματος, Σ. Χαραλαμπίδης, Φ. Αρναούτογλου, Σύμβουλοι, Δ. Γρατσίας, Β. Κίντζιου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Τριάδη, Γραμματέας του Δ' Τμήματος.
Για να δικάσει την από 21-01-1994 αίτηση των:
1) __________ και 2) __________, κατοίκων Αγίου Στεφάνου Αττικής, __________, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Ιωάννη Καράμπελα (Αριθμός Μητρώου 1107 Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών), που τον διόρισαν στο ακροατήριο,
κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Εμμανουήλ Συγγελάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν:
α) η υπ' αριθμόν 7745/1993 απόφαση της Πολεοδομικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής,
β) η υπ' αριθμόν 104135/7333/1993 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Δ. Γρατσία.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και παράβολο (6539694-5/1994 διπλότυπα εισπράξεως της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 1765031 και 5135712/1994 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την υπ' αριθμόν 347/1988 οικοδομική άδεια, εκδοθείσα από το Πολεοδομικό Γραφείο Καπανδριτίου της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, επετράπη στους αιτούντες η ανέγερση διώροφης οικοδομής με υπόγειο σε ακίνητο που βρίσκεται σε εκτός σχεδίου περιοχή, στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Ακολούθησε η έκδοση της υπ' αριθμόν 7745/1993 πράξεως της προϊσταμένης του αυτού Πολεοδομικού Γραφείου, με την οποία, κατ' επίκληση του ότι τμήμα της οικοδομής των αιτούντων απέχει από παρακείμενη δασική έκταση απόσταση μικρότερη από την επιβαλλομένη από το νόμο (άρθρο 1 παράγραφος 5 περίπτωση γ' του από 24-05-1985 προεδρικού διατάγματος Τροποποίηση των όρων και περιορισμών δόμησης των γηπέδων των κειμένων εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων και εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών, (ΦΕΚ 270/Δ/1985)) απόσταση των δέκα μέτρων, η προμνησθείσα άδεια ανακλήθηκε μερικώς, ήτοι κατά το μέρος που αφορά στο τμήμα της οικοδομής που εμπίπτει εντός της αναφερθείσης ζώνης των δέκα μέτρων από το όριο δασικής εκτάσεως. Κατά της ανακλητικής αυτής πράξεως ασκήθηκε από τους αιτούντες, την 14-10-1993, η προβλεπομένη στο άρθρο 8 του νόμου 3200/1955 προσφυγή, η οποία απερρίφθη με την υπ' αριθμόν 104135/7333/1993 πράξη, υπογραφομένη, με εντολή Υπουργού, από το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Με την υπό κρίση αίτηση, παραδεκτώς συμπληρωθείσα με το από 06-09-1999 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται ήδη η ακύρωση της ως άνω ανακλητικής πράξεως, καθώς και της πράξεως του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με την οποία απερρίφθη η ασκηθείσα κατά της ανακλητικής αυτής πράξεως προσφυγή.
3. Επειδή, εν όψει των οριζομένων στο άρθρο μόνο παράγραφος 1 του αναγκαστικού νόμου 261/1968 Περί χρόνου ανακλήσεως παρανόμων διοικητικών πράξεων (ΦΕΚ 12/Α/1968), ανάκληση διοικητικής πράξεως σε χρονικό διάστημα μικρότερο της πενταετίας από την έκδοσή της θεωρείται πάντοτε ως γενομένη εντός ευλόγου χρόνου. Σύμφωνα, όμως, με τις αρχές που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων, ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξεως είναι πάντοτε δυνατή, έστω και μετά την πάροδο της ως άνω πενταετίας, εάν, εν όψει των ειδικών συνθηκών της υποθέσεως, ο χρόνος που παρήλθε από την έκδοση της ανακαλούμενης πράξεως κρίνεται από τον αρμόδιο δικαστή ως εύλογος (βλέπε ΣτΕ 3550/1988).
4. Επειδή, κατά τα ήδη εκτεθέντα στη δεύτερη σκέψη, η χορηγηθείσα στους αιτούντες οικοδομική άδεια ανακλήθηκε μερικώς, κατ' επίκληση του ότι με την άδεια αυτή επετράπη, κατά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 1 παράγραφος 5 περίπτωση γ' του από 24-05-1985 προεδρικού διατάγματος (σύμφωνα με την οποία οι αποστάσεις του κτιρίου ορίζονται ... 10 m τουλάχιστον από τα όρια δασικής έκτασης) η τοποθέτηση τμήματος της οικοδομής σε απόσταση μικρότερη της επιβαλλομένης με τη διάταξη αυτή ελαχίστης αποστάσεως από το όριο παρακείμενης δασικής εκτάσεως. Στο τοπογραφικό, όμως, διάγραμμα που είχε υποβληθεί από τους αιτούντες προς έκδοση της επίμαχης οικοδομικής αδείας, εμφαίνεται, κατά τρόπο απολύτως σαφή, ότι πέραν της οδού, πλάτους 3 m, επί της οποίας έχει πρόσωπο το ακίνητο των αιτούντων, εκτείνεται περιοχή, επί της οποίας σημειώνεται η ένδειξη δάσος, ενώ, εξ άλλου, από το προγενέστερο της εκδόσεως της επίμαχης αδείας, υπ' αριθμόν 1377/1988 έγγραφο του Δασάρχη Πεντέλης, το οποίο υπάρχει στο φάκελο, ευθέως προκύπτει, σε συνδυασμό προς το διάγραμμα στο οποίο το έγγραφο αυτό παραπέμπει, ότι το ακίνητο των αιτούντων βρίσκεται πολύ κοντά σε περιοχή, η οποία εμπίπτει, κατά τη δασική αρχή, στο πεδίο εφαρμογής των προστατευτικών περί δασών διατάξεων.
Υπό τα δεδομένα αυτά, η Διοίκηση ήταν αρχήθεν σε θέση να ελέγξει εάν η τοποθέτηση της οικοδομής στο ακίνητο ήταν σύμφωνη με την προμνησθείσα διάταξη του από 24-05-1985 προεδρικού διατάγματος και, ως εκ τούτου, το χρονικό διάστημα των πέντε ετών και πέντε μηνών που παρήλθε από την έκδοση της επίμαχης αδείας υπερβαίνει, εν όψει των ειδικών αυτών συνθηκών της υποθέσεως, τον εύλογο χρόνο εντός του οποίου ήταν δυνατή η ανάκλησή της, δοθέντος, άλλωστε, και του ότι η Διοίκηση δεν επικαλείται συγκεκριμένα στοιχεία, ικανά να δικαιολογήσουν διαφορετική, ως προς το ζήτημα αυτό, κρίση. Το γεγονός δε ότι η διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 5 περίπτωση γ' του από 24-05-1985 προεδρικού διατάγματος, την οποία επικαλείται εν προκειμένω η πολεοδομική αρχή, σκοπεί στην προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων εν γένει, δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι νομίμως εχώρησε η μερική ανάκληση της επίμαχης αδείας, εφ' όσον η Διοίκηση δεν επικαλείται συγκεκριμένα πραγματικά στοιχεία, τα οποία θα στοιχειοθετούσαν λόγο δημοσίου συμφέροντος, ικανό να δικαιολογήσει, υπό τις συνθήκες της παρούσης υποθέσεως, την ανάκληση της αδείας μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την έκδοσή της. Για το λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, η προσβαλλόμενη ανακλητική πράξη πρέπει να ακυρωθεί, ακυρωτέα δε αποβαίνει, κατόπιν τούτου, και η συμπροσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απερρίφθη η ασκηθείσα κατά της ανακλητικής αυτής πράξεως προσφυγή.
5. Επειδή, μετά την αποδοχή της κρινομένης αιτήσεως για τον ανωτέρω λόγο, η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως που προβάλλουν οι αιτούντες παρέλκει ως αλυσιτελής.
Δια ταύτα
Δέχεται την υπό κρίση αίτηση.
Ακυρώνει, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό:
α) Την υπ' αριθμόν 7745/1993 πράξη της προϊσταμένης του Πολεοδομικού Γραφείου Καπανδριτίου της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, με την οποία εχώρησε μερική ανάκληση της υπ' αριθμόν 347/1988 οικοδομικής αδείας και
β) Την υπ' αριθμόν 104135/7333/1993 πράξη, υπογραφομένη, με εντολή Υπουργού, από το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με την οποία απερρίφθη η ασκηθείσα από τους αιτούντες προσφυγή κατά της ανωτέρω ανακλητικής πράξεως.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει εις βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 28.000 δραχμών.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 08-12-1999 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 30-08-2001.