Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1730/2000
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Ολομέλεια
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Δεκεμβρίου 1999, με την εξής σύνθεση: Χρήστος Γεραρής, Πρόεδρος, Α. Τσαμπάση, Π. Παραράς, Π.Ζ. Φλώρος, Ι. Μαρή, Γ. Παναγιωτόπουλος, Δ. Κωστόπουλος, Ε. Γαλανού, Π.Ν. Φλώρος, Σ. Ρίζος, Φ. Αρναούτογλου, Π. Πικραμμένος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Ν. Σακελλαρίου, Εμμανουήλ Δαρζέντας, Αικατερίνη Συγγούνα, Αθανάσιος Ράντος, Δ. Μπριόλας, Ε. Σαρπ, Χρήστος Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Δ. Μαρινάκης, Στ. Χαραλάμπους, Π. Κοτσώνης, Μ. Καραμανώφ, Σύμβουλοι, Δ. Αλεξανδρής, Δ. Γρατσίας, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής.
Για να δικάσει την από 07-11-1994 αίτηση:
της __________, κατοίκου Λαμίας, οδός __________, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτρη Κλειτσάκη (Αριθμός Μητρώου 1194), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Δ. Αναστασόπουλο, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,
και κατά του παρεμβαίνοντος Δήμου Λαμιέων, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Στυλιανό Μπαμπά (Αριθμός Μητρώου 2844), που τον διόρισε με απόφασή της η Δημαρχιακή Επιτροπή.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ' αριθμόν 564/1999 παραπεμπτικής αποφάσεως του Ε' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν ΤΠ/3692/1994 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδας με την οποία επανήλθε σε ισχύ η κύρωση της πράξης εφαρμογής στα οικοδομικά τετράγωνα 59, 60 και 61 της περιοχής Καλύβια - Ρεβένια Λαμίας και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Ο Εισηγητής, Σύμβουλος Αθανάσιος Ράντος, άρχισε τη συζήτηση της υποθέσεως με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία αποτελεί και την εισήγηση του Τμήματος.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο του παρεμβαίνοντος Δήμου και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,
Είδε τα σχετικά έγγραφα και
σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως, η οποία εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κατόπιν της υπ' αριθμόν 564/1999 παραπεμπτικής αποφάσεως του Ε' Τμήματος, λόγω σπουδαιότητος, έχουν καταβληθεί τα, κατά νόμο, τέλη και το παράβολο (διπλότυπα εισπράξεως υπ' αριθμούς 8670910, 8670911 έτους 1994 της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών και ειδικά έντυπα παραβόλου υπ' αριθμούς 2280570, 5910364, σειρά Α').
2. Επειδή, με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 7128/1990 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδος κυρώθηκε η υπ' αριθμόν 11/1989 πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης επεκτάσεως του ρυμοτομικού σχεδίου της πολεοδομικής ενότητος Καλυβίων - Ρεβενίων Δήμου Λαμίας, που είχε εγκριθεί με το από 13-04-1989 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 252/Δ/1989). Στην περιοχή της μελέτης, και ειδικότερα στα οικοδομικά τετράγωνα 59, 60 και 61, περιλαμβάνεται και ιδιοκτησία φερομένη ως ανήκουσα στην αιτούσα. Κατόπιν αιτήσεως θεραπείας της τελευταίας, ο αυτός Νομάρχης, με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΤΠ/1978/1991 απόφασή του, ανακάλεσε την κυρωτική της πράξεως εφαρμογής απόφασή του ως προς τα ανωτέρω οικοδομικών τετραγώνων και διέταξε την ανασύνταξή της. Η νεότερη αυτή νομαρχιακή απόφαση ανακλήθηκε, κατόπιν σχετικού αιτήματος του Δήμου Λαμίας, ενδιαφερομένου για την ταχεία εφαρμογή του πολεοδομικού σχεδίου της περιοχής του, με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΤΠ/67/1994 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδος. Η νομαρχιακή όμως αυτή απόφαση ακυρώθηκε ως πλημμελώς αιτιολογημένη, κατόπιν προσφυγής της αιτούσας, από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων: με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 59926/2645/1994 απόφασή του. Τέλος ο Νομάρχης, με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΤΠ/3692/1994 απόφασή του επανέφερε σε ισχύ την αρχική κυρωτική της πράξεως εφαρμογής απόφασή του ως προς τα ανωτέρω οικοδομικά τετράγωνα. Με την κρινομένη αίτηση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της τελευταίας υπ' αριθμόν ΤΠ/3692/1994 αποφάσεως του Νομάρχη Φθιώτιδος. Στη δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης πράξεως ο Δήμος Λαμίας.
3. Επειδή, προς εφαρμογή εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης και πραγματοποίηση της οφειλομένης εισφοράς εις γη συντάσσεται, κατά το άρθρο 12 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983, πράξη εφαρμογής. Η σύνταξη της πράξεως αυτής χωρεί κατά την προβλεπόμενη στις παραγράφους 5 και 6 του ως άνω άρθρου ειδική διαδικασία, που περιλαμβάνει και στάδιο προσκλήσεως και ενστάσεων των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών. Η πράξη κυρώνεται, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 7 περίπτωση α' του αυτού άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του νόμου 1772/1988, με απόφαση του οικείου νομάρχη, αποτελεί ταυτόχρονα και πράξη βεβαιώσεως για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη και μεταγράφεται στο υποθηκοφυλακείο. Με την μεταγραφή επέρχονται, κατά την ίδια διάταξη, όλες οι αναφερόμενες στην πράξη εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από αυτές για τις οποίες οφείλεται αποζημίωση και για την εκτέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος και του νομοθετικού διατάγματος 797/1971.
Στην επόμενη περίπτωση β' της αυτής παραγράφου 7 ορίζεται ότι αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής, ο οικείος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης, το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος μπορούν να καταλάβουν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέρχονται σ' αυτούς, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αποζημιώσεις της περίπτωσης α' και ότι δικαιώματα της περίπτωσης δ' της αυτής παραγράφου 7 (δηλαδή δικαιώματα για δένδρα, εγκαταστάσεις και κατασκευές νομίμως υφιστάμενες) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση. Στην περίπτωση γ' της αυτής παραγράφου ορίζεται ότι η μεταβολή ακινήτων που επέρχεται με την πράξη εφαρμογής συνεπάγεται την άμεση απόσβεση κάθε εμπραγμάτου δικαιώματος τρίτου που υφίστατο στα μεταβαλλόμενα ακίνητα, ενώ, κατά την περίπτωση ε' της αυτής παραγράφου 7 του άρθρου 12:
{Η πράξη εφαρμογής, μετά την κύρωσή της, γίνεται οριστική και αμετάκλητη. Διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, που βεβαιώνονται με απόφαση των αρμόδιων δικαστηρίων, μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση, όπως ειδικότερα ορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 10 του άρθρου αυτού.}
Τέλος, κατ' εξουσιοδότηση της τελευταίας αυτής παραγράφου 10 του άρθρου 12 εξεδόθη η υπ' αριθμόν 79881/3445/1984 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων Διαδικασία και τρόπος σύνταξης της πράξης εφαρμογής της Πολεοδομικής Μελέτης (ΦΕΚ 862/Β/1984), με το άρθρο 4 της οποίας καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ως άνω περίπτωσης ε' της παραγράφου 7 του άρθρου 12 του νόμου 1337/1983.
Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις, η πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης εκδίδεται κατά ειδική διοικητική διαδικασία που περιλαμβάνει και στάδιο ενστάσεων από τους ενδιαφερομένους, κατόπιν προσκλήσεώς τους, πριν από την κύρωση της πράξεως. Εξάλλου, με την ως άνω πράξη επέρχονται, μετά την κύρωση και μεταγραφή της, οι αναγκαίες για την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου εμπράγματες μεταβολές στα ακίνητα της περιοχής. Κατά τον ρητό δε ορισμό αλλά και την έννοια της ως άνω διατάξεως της περίπτωσης ε' της παραγράφου 7 του άρθρου 12 του νόμου 1337/1983, η πράξη αυτή καθίσταται οριστική και αμετάκλητη μετά την κύρωσή της. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος ενδιαφερομένου, η επάνοδος της διοικήσεως επί του θέματος, οι πράξεις δε αυτές δεν υπόκεινται σε ανάκληση ή ανασύνταξη ούτε για λόγους νομιμότητας.
Δεν επιτρέπεται, εξ άλλου, η ανάκληση ή ανασύνταξη κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής ούτε στην περίπτωση κατά την οποία με απόφαση των αρμοδίων κατά το Σύνταγμα δικαστηρίων βεβαιώνονται διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή ο νόμος προβλέπει την μετατροπή των διαφορών αυτών σε χρηματική αποζημίωση. Οι ρυθμίσεις αυτές είναι συνταγματικώς θεμιτές, διότι δικαιολογούνται από την ανάγκη ταχείας εκκαθαρίσεως των σχετικών διαφορών και αποφυγής της διηνεκούς αμφισβητήσεως του επιβληθέντος με την πράξη εφαρμογής νέου ιδιοκτησιακού καθεστώτος της περιοχής αλλά και από την ανάγκη προστασίας των καλόπιστα αποκτώμενων κατόπιν της μεταγραφής της πράξεως εφαρμογής εμπραγμάτων δικαιωμάτων.
Κατά την γνώμη όμως των Συμβούλων Π. Ζ. Φλώρου, Ι. Μαρή, Δ. Κωστοπούλου, Ε. Γαλανού, Α. Θεοφιλοπούλου, Ν. Σακελλαρίου, Α. Συγγούνα, Α. Ράντου, Δ. Μπριόλα, Ε. Σαρπ και Δ. Μαρινάκη, προς την οποία ετάχθη και ο Πάρεδρος Δ. Αλεξανδρής, ο κατά νόμο χαρακτηρισμός των πράξεων εφαρμογής, μετά την κύρωσή τους, ως οριστικών και αμετακλήτων, αποσκοπεί στην απεμπλοκή της διοικητικής διαδικασίας της συντάξεως και κυρώσεως των πράξεων εφαρμογής από τις τυχόν αμφισβητήσεις μεταξύ των ιδιοκτητών, στους οποίους αφορά η πράξη εφαρμογής, ως προς τα όρια των ιδιοκτησιών, πράγμα που δεν θα επέτρεπε την ολοκλήρωση της εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδιασμού. Ο εν λόγω χαρακτηρισμός έχει ως συνέπεια ότι δεν επιτρέπει περαιτέρω στάδια διοικητικής αμφισβητήσεως από κάθε ενδιαφερόμενο του κύρους των ανωτέρω πράξεων, αλλά δεν αποκλείει την εφαρμογή, και στην περίπτωση αυτή, των γενικών αρχών ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων και ειδικότερα δεν αποκλείει τη δυνατότητα της διοικήσεως να επανέλθει επί της υποθέσεως και να ανασυντάξει, αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση, κυρωθείσα πράξη εφαρμογής, προβαίνοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανάκλησή της, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος ενδιαφερομένου, αλλά μόνο για λόγους νομιμότητας. Η εκδοχή ότι ο νομοθέτης θέλησε τον αποκλεισμό της δυνατότητας της αρμόδιας διοικητικής αρχής να αποκαταστήσει, και στην περίπτωση αυτή, τη νομιμότητα, ενεργώντας μέσα στα όρια που θέτουν οι γενικές αρχές ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων, δεν βρίσκει έρεισμα στην ανάγκη σεβασμού του επιβληθέντος με την πράξη εφαρμογής νέου ιδιοκτησιακού καθεστώτος της οικείας περιοχής, διότι η ανάγκη σεβασμού ιδιωτικών δικαιωμάτων και πραγματικών καταστάσεων, που απορρέουν μάλιστα από παράνομη πράξη, δεν μπορεί να υπερισχύσει των επιταγών της αρχής της νομιμότητας και να αποκλείσει την επάνοδο της διοικήσεως και σε περιπτώσεις, όπου και λόγοι ακόμη δημοσίου συμφέροντος (όπως π.χ. σε περίπτωση καταλήψεως κοινοχρήστου χώρου) θα επέβαλαν την αναθεώρηση των πράξεων εφαρμογής.
Τέλος, η ανάκληση κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας, δεν επηρεάζει, ούτε πολύ περισσότερο ανατρέπει, τον πολεοδομικό σχεδιασμό, ο οποίος, κατά το σύστημα του νόμου 1337/1983, ολοκληρώνεται στα προηγούμενα της εκδόσεως της πράξεως εφαρμογής στάδια της συντάξεως και εγκρίσεως του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου και της Πολεοδομικής Μελέτης, ενώ στο στάδιο της εφαρμογής περιλαμβάνονται απλώς οι ενέργειες που απαιτούνται για την πραγμάτωση του σχεδιασμού (καθορισμός τμημάτων που αφαιρούνται για εισφορά γης, τμημάτων που ρυμοτομούνται για κοινοχρήστους χώρους κλπ.).
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη πράξη, που εκδόθηκε κατόπιν αλλεπαλλήλων πράξεων ανακλήσεως και επανόδου σε ισχύ αρχικώς εκδοθείσης και κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης, επανήλθε σε ισχύ η αρχική πράξη. Με το περιεχόμενο αυτό, η προσβαλλόμενη πράξη, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι εξεδόθη κατόπιν ανακλήσεως αρχικώς εκδοθείσης και κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής, είναι, κατ' αποτέλεσμα, νόμιμη, εφ' όσον επαναφέρει σε ισχύ την μη υποκείμενη σε ανάκληση, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, αρχική πράξη. Συνεπώς, η κρινομένη αίτηση πρέπει, για τον λόγο αυτόν, να απορριφθεί και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Δέχεται την ασκηθείσα παρέμβαση.
Επιβάλλει εις βάρος της αιτούσης την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 42.000 δραχμών και του παρεμβαίνοντος Δήμου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 47.600 δραχμών.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 18-02-2000 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12-05-2000.