Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1323/1995
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 05-10-1994, με την εξής σύνθεση: Μ. Δεκλερής, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Γ. Δεληγιάννης, Ι. Μαρή, Κ. Μενουδάκος, Α. Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλοι, Αθανάσιος Ράντος, Μ. Καραμανώφ, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Β. Μαντζουράνης.
Δια να δικάσει την από 30-11-1993 αίτηση:
των 1) __________ και 20) __________, , οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Σπύρο Νικολάου (αριθμός μητρώου 13500), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο.
κατά
1) του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Γ. Λάζο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
2) του Υπουργού Πολιτισμού, ο οποίος παρέστη με τον Θ. Θεοφανόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και
κατά των παρεμβαινουσών
1) ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία __________, που εδρεύει στο Παλαιό Ψυχικό Αττικής, οδός Δάφνης αριθμός 6, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Διονύσιο Αναγνώστου (αριθμός μητρώου 9956) και
2) α) ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία __________, που εδρεύει στην Αθήνα,
β) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία __________ και
γ) ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία __________, οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Τ. Παπαδημητρίου (αριθμός μητρώου 1280).
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούν να ακυρωθούν:
α) η υπ' αριθμόν ΥΠΠΟ/28813/ΔΠΚΑΝΜ/672/1992 απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού,
β) η υπ' αριθμόν 1121/1993 οικοδομική άδεια του Πολεοδομικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής και
γ) η υπ' αριθμόν 1152/1993 οικοδομική άδεια του ίδιου ως άνω Πολεοδομικού Γραφείου.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Κ. Μενουδάκου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξουσίους των παρεμβαινουσών εταιρειών, καθώς και τους αντιπροσώπους των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του Δικαστηρίου,
Σκέφθηκε κατά το νόμο και είδε τα σχετικά έγγραφα
1. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση - για την άσκηση της οποίας έχουν κατατεθεί τα κατά νόμο τέλη (διπλότυπα 5648248/1993 και 5648249/1993 Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας δικαστικών εισπράξεων Αθηνών) και παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειρά Α', 1677285/1993 και 5103545/1993) - ζητείται να ακυρωθούν η απόφαση ΥΠΠΟ/28813/ΔΠΚΑΝΜ/672/ΠΕ/1992 του προϊσταμένου του Β' τμήματος της Διεύθυνσης Πολιτιστικών Κτιρίων και Αναστηλώσεως Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, υπογραφόμενη με εντολή Υπουργού, με την οποία εγκρίθηκε η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών στο κτίριο της παλαιάς αγοράς Ψυχικού που έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, καθώς και οι οικοδομικές άδειες 1121/1993 και 1152/1993 που χορηγήθηκαν από το Πολεοδομικό Γραφείο Αγίας Παρασκευής της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής στην ανώνυμη εταιρεία __________ και αφορούν η μεν πρώτη εργασίες επισκευής και εσωτερικών διαρρυθμίσεων στο παραπάνω κτίριο και η δεύτερη εργασίες επισκευής στο ίδιο κτίριο για λόγους υγιεινής και χρήσης.
2. Επειδή παρεμβαίνουν στη δίκη για να αντικρούσουν την κρινόμενη αίτηση αφενός η ανώνυμη εταιρεία __________ και αφετέρου, με κοινό δικόγραφο, η ανώνυμη εταιρεία __________, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης __________ και η ομόρρυθμη εταιρεία __________.
3. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 7 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΦΕΚ 8/Α/1989), η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως εισάγεται προς εκδίκαση στο σύνολο της στο Ε' τμήμα του Δικαστηρίου, στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει, κατά την παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου, η οποία έχει προστεθεί με το άρθρο 1 παράγραφος 5 του νόμου [Ν] 1968/1991 (ΦΕΚ 150/Α/1991), η απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, της οποίας η έκδοση προηγήθηκε των συμπροσβαλλόμενων οικοδομικών αδειών. Εξάλλου, οι πράξεις αυτές είναι συναφείς και, επομένως, παραδεκτώς προσβάλλονται με κοινό δικόγραφο διότι αφορούν οικοδομικές εργασίες στο ίδιο κτίριο, η δε πρώτη από αυτές αποτελεί κατά νόμο έρεισμα των συμπροσβαλλόμενων οικοδομικών αδειών.
4. Επειδή έχουν έννομο συμφέρον να επιδιώξουν τη διατήρηση των προσβαλλόμενων πράξεων τόσο η εταιρεία __________, η οποία υπέβαλε την αρχιτεκτονική μελέτη που εγκρίθηκε με την πληττόμενη απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού και στην οποία χορηγήθηκαν οι συμπροσβαλλόμενες οικοδομικές άδειες, όσο και οι εταιρείες __________, __________ και __________ που φέρονται ότι έχουν αναλάβει με βάση σχετικό εργολαβικό συμβόλαιο την εκτέλεση των εργασιών, τις οποίες αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Παραδεκτώς, λοιπόν, ασκούνται η από 08-03-1994 παρέμβαση της πρώτης από τις προαναφερόμενες εταιρείες και η από 12-01-1994 κοινή παρέμβαση των λοιπών τριών. Εξάλλου, η νεότερη, από 07-02-1994, παρέμβαση, την οποία άσκησαν οι τελευταίες αυτές εταιρείες, πρέπει να θεωρηθεί ως απλό υπόμνημα (βλέπε ΣτΕ 462/1982).
5. Επειδή ο δεύτερος (__________) η ενδέκατη (__________) και ο δέκατος τρίτος (__________) από τους αιτούντες δεν παρέστησαν δια πληρεξουσίου δικηγόρου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο ούτε εμφανίστηκαν αυτοπροσώπως για να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση του ένδικου μέσου, δεν προσκομίστηκε δε στο Δικαστήριο συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας από τους αιτούντες αυτούς στο δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο. Ως προς τους προαναφερόμενους, λοιπόν, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του παραπάνω προεδρικού διατάγματος 18/1989.
6. Επειδή οι λοιποί αιτούντες, που φέρονται ότι κατοικούν σε οικοδομικά τετράγωνα γειτονικά προς το κτίριο της παλαιάς αγοράς, το οποίο αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, με έννομο συμφέρον πλήττουν τις πράξεις αυτές. Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση ασκείται εμπροθέσμως αφού από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κοινοποίηση στους αιτούντες ούτε γνώση από αυτούς των προσβαλλόμενων πράξεων σε χρόνο, από τον οποίο η κατάθεση της αίτησης να απέχει περισσότερο από εξήντα ημέρες, ακόμη και αν θεωρηθεί αληθής ο ισχυρισμός των παρεμβαινουσών εργοληπτριών εταιρειών ότι η εκτέλεση των εργασιών, τις οποίες αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, είχε αρχίσει από τον Αύγουστο του έτους 1993, δεδομένου ότι από το χρόνο αυτόν έως τις 30-11-1993, ημερομηνία κατάθεσης της κρινόμενης αίτησης, δεν μεσολάβησε χρονικό διάστημα ικανό να θεμελιώσει, αυτό και μόνο, τεκμήριο γνώσης των πράξεων αυτών από τους αιτούντες σε ημερομηνία προγενέστερη του κατά τα προαναφερόμενα εξηκονθημέρου. Κατά συνέπεια, οι αιτούντες εκείνοι, ως προς τους οποίους νομιμοποιήθηκε ο δικηγόρος που υπογράφει ως πληρεξούσιος τους το δικόγραφο, παραδεκτώς ασκούν την κρινόμενη αίτηση.
7. Επειδή με το άρθρο 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών (ΦΕΚ 228/Α/1923) προβλέπεται η δυνατότητα ένταξης σε σχέδιο πόλης μεγάλων ιδιοκτησιών με πρωτοβουλία των ιδιοκτητών ή εκείνων που έχουν αναλάβει την εκμετάλλευση των σχετικών εκτάσεων, συναρτάται δε η έγκριση του σχεδίου στις περιπτώσεις αυτές με την επιβολή στους ιδιοκτήτες ορισμένων υποχρεώσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται η δωρεάν παραχώρηση εκτάσεων που καθορίζονται ως χώροι κοινόχρηστοι ή προοριζόμενοι για κοινωφελείς σκοπούς και η εκτέλεση έργων, με τα οποία εξυπηρετούνται ανάγκες του οικισμού. Συγκεκριμένα, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού ορίζονται τα εξής:
{1. Προκειμένου περί εγκρίσεως σχεδίων προς ίδρυση εξοχικών ή και αστικών περί τις πόλεις και κώμες συνοικισμών επί μεγάλων κτημάτων, ην οπωσδήποτε επισπεύδουν οι ιδιοκτήτες αυτών ή οι αναλαμβάνοντες την εκμετάλλευση των, επιτρέπεται ίνα η τοιαύτη έγκρισις παρέχεται υπό όρους, επιβαλλομένων:
α) Εις τους ιδιοκτήτες των κτημάτων τούτων οιωνδήποτε υποχρεώσεων ως προς την ανέγερση οικοδομών, την παραχώρηση δωρεάν γηπέδων καταλαμβανόμενων υπό κοινοχρήστων χώρων ή προοριζομένων δια κοινωφελείς σκοπούς, και την εκτέλεσιν και συντήρηση εξωραϊστικών, εξυγιαντικών, συγκοινωνιακών και ετέρων οιωνδήποτε εξυπηρετικών των αναγκών του συνοικισμού έργων και
β) Εις τα εντός του εν λόγω σχεδίου περιλαμβανόμενα ακίνητα, οιωνδήποτε πέραν των υπό του παρόντος διατάγματος προβλεπομένων περιορισμών. Δια την τήρηση των ανωτέρω όρων δέον να παρέχεται εις το Δημόσιον ή τον οικείον δήμο ή κοινότητα ανάλογος εγγύησις ...
2. Περί των ανωτέρω όρων, περιορισμών και εγγυήσεων συνομολογείται σύμβασις μεταξύ των ενδιαφερομένων και του δήμου ή του Δημοσίου ... και ισχύει από της κυρώσεως της δια βασιλικού διατάγματος, εκδιδομένου μετά γνώμη του συμβουλίου των δημοσίων έργων.}
8. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 1 του νομοθετικού διατάγματος 690/1948 περί συμπληρώσεως των περί σχεδίων πόλεων διατάξεων (ΦΕΚ 133/Α/1948) προβλέπονται τα εξής:
{1. Οι κοινόχρηστοι χώροι (πλατείες, οδοί, άλση, κήποι κ.λ.π.) οι καθοριζόμενοι υπό των μέχρι της ισχύος του παρόντος εγκριθέντων, επισπεύσει των ιδιοκτητών ή των αναλαβόντων την εκμετάλλευση των οικείων εκτάσεων, σχεδίων ρυμοτομίας συνοικισμών, θεωρούνται περιελθόντες εις την κοινή χρήση από της εγκρίσεως του καθορίσαντος τούτους σχεδίου του συνοικισμού, είτε επεβλήθη εις τους άνω επισπεύσαντας την έγκριση η υποχρέωσις της παραιτήσεως αυτών από της κυριότητος, νομής και κατοχής των χώρων τούτων, ασχέτως αν ξεπληρώθηκε αυτή ή όχι, είτε δεν επεβλήθη μεν τοιαύτη υποχρέωσις, η επιδιωχθείσα όμως παρά τούτων έγκρισις του σχεδίου είχε ως αναγκαίο, κατ' αμάχητο τεκμήριον, επακολούθημα την, κατ' ελευθέρα βούλησιν αυτών, παραίτησή των από της κυριότητος, νομής και κατοχής των υπό των ως άνω χώρων καταλαμβανόμενων γηπέδων, άνευ της οποίας δεν ήταν δυνατή η έγκρισις του σχεδίου και η διάθεσις των υπό τούτου ορισθέντων οικοδομήσιμων δι' οιονδήποτε σκοπόν χώρων.
Οι ως άνω κοινόχρηστοι χώροι περιέχονται εις την κοινή χρήσιν ελεύθεροι παντός βάρους, υποθήκης ή προσημειώσεως, των τυχόν επί τούτων εγγεγραμμένων βαρών κ.λ.π. περιοριζόμενων επί των λοιπών ακινήτων των επισπευσάντων την έγκριση του σχεδίου.
2. Η προηγουμένη παράγραφος ισχύει και δια τους συνεπεία μεταγενέστερης τροποποιήσεως σχεδίου καθορισθέντος κοινοχρήστους χώρους τους καταλαμβάνοντας γήπεδα ανήκοντα κατά τον χρόνον της τροποποιήσεως εις τους επισπεύσαντας την έγκριση του σχεδίου, εφ' όσον η τροποποίησις εγένετο τη αιτήσει αυτών ή άλλως εγένετο αποδεκτή καθ' οιονδήποτε χρόνον έστω και σιωπηρώς, μη εκδηλωθείσης εγγράφως μέχρι της ισχύος του παρόντος οιασδήποτε αντιθέσεως ή επιφυλάξεως τούτων. Εν τη περιπτώσει της παρούσης παραγράφου οι τυχόν εκ της τροποποιήσεως καταργούμενοι κοινόχρηστοι χώροι καθιστάμενοι οικοδομήσιμοι περιέχονται εις την κυριότητα, νομή και κατοχήν των επισπευσάντων την έγκριση του σχεδίου, καθ' ο ποσόν δεν υπερβαίνουν το εμβαδόν των κατά το προηγούμενο εδάφιο καθισταμένων δια της τροποποιήσεως κοινοχρήστων.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και εις την περίπτωσιν χώρων οίτινες δεν καθορίσθηκαν μεν κοινόχρηστοι εκ του εγκριθέντος σχεδίου, τους οποίους όμως οι επισπεύσαντες την έγκριση αυτού εξεδήλωσαν είτε δι' επαγγελίας, είτε δια διαφημιστικών χαρτών και διαγραμμάτων ή αγγελιών προς τον σκοπόν της προσελεύσεως αγοραστών και εν γένει καθ' οιονδήποτε τρόπον την πρόθεση αυτών όπως θέσουν τούτους εις την χρήσιν του κοινού ...
4. ...
5. Τα εν τοις παραγράφους 1 και 2 οριζόμενα ισχύουν αναλόγως και δια τα οικόπεδα τα προοριζόμενα κατά τα αυτά ως άνω σχέδια δια την ανέγερση κοινής ωφελείας κτιρίων, εν οις και οι χώροι αθλητικών εν γένει εγκαταστάσεων, λουτρών και κέντρων αναψυχής, ων η κυριότης, νομή και κατοχή, εάν δεν μεταβιβάσθηκε μέχρι τούδε εις εκπλήρωση αναληφθείσης ή και απλώς επιβληθείσης υποχρεώσεως, θεωρείται μεταβιβαζόμενη εκ του παρόντος νόμου εις τα αρμόδια προς ανέγερση των κοινής ωφελείας κτιρίων νομικά πρόσωπα, της μεταγραφής αυτών ενεργούμενης με φροντίδα των προσώπων τούτων.
6. ...}
9. Επειδή με τις ανωτέρω διατάξεις επιδιώκεται η δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και χώρων προοριζόμενων για κτίρια κοινής ωφελείας, προβλεπόμενων από το ρυμοτομικό σχέδιο που εγκρίθηκε με πρωτοβουλία των ιδιοκτητών, οι οποίοι, προκειμένου να εντάξουν σε σχέδιο πόλης τις εκτάσεις τους και καταστήσουν αυτές αντικείμενο οικιστικής ανάπτυξης, είχαν αναλάβει ή αποδεχθεί την υποχρέωση να παραιτηθούν από τα δικαιώματα τους επί των ακινήτων που εμπίπτουν στους χώρους αυτούς. Για να επιτευχθεί ο παραπάνω σκοπός ο νομοθέτης επιδίωξε παραλλήλως να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών των ιδιοκτητών. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 690/1948, και ειδικότερα από τις παραγράφους 1 και 5 του άρθρου αυτού, στις περιπτώσεις ρυμοτομικών σχεδίων, τη διαδικασία έγκρισης των οποίων είχαν επισπεύσει οι ιδιοκτήτες, όπως είναι τα σχέδια που εγκρίθηκαν κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, το οποίο παρατίθεται στην προηγούμενη σκέψη, οι χώροι που καθορίζονται με το σχέδιο ως κοινόχρηστοι ή ως προοριζόμενοι για την ανέγερση κτιρίου κοινής ωφελείας θεωρούνται από το νόμο ότι έχουν περιέλθει, αντιστοίχως, σε κοινή χρήση ή στην κυριότητα του νομικού προσώπου που έχει αρμοδιότητα για την ανέγερση του κοινής ωφελείας κτιρίου, αν μεταξύ των όρων, υπό τους οποίους εγκρίθηκε το σχέδιο, περιλαμβάνεται και η παραίτηση των ιδιοκτητών από τα δικαιώματά τους επί των χώρων αυτών. Και τούτο, μάλιστα, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η υποχρέωση αυτή είχε εκπληρωθεί κατά την έναρξη ισχύος του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος 690/1948, καθώς και αν δεν είχε μεν επιβληθεί τέτοια υποχρέωση, αλλά, κατά τεκμήριο συναγόμενο από την επιδίωξη τους να εγκριθεί το σχέδιο, οι ιδιοκτήτες είχαν παραιτηθεί από τα δικαιώματα τους επί των προαναφερόμενων χώρων, το δε σχέδιο εγκρίθηκε ενόψει της τεκμαιρόμενης αυτής παραίτησης.
Περαιτέρω, κατά την έννοια των παραπάνω παραγράφων 1 και 5, η ίδια συνέπεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς των χώρων αυτών επέρχεται και αν οι ιδιοκτήτες, συμμορφούμενοι προς σχετικό όρο, από τον οποίο είχε εξαρτηθεί η ισχύς του σχεδίου, παραιτήθηκαν μεν από τα δικαιώματα τους με σύμβαση που καταρτίστηκε και εγκρίθηκε σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, στη συνέχεια, όμως, και μέχρι την έναρξη ισχύος του προαναφερόμενου νομοθετικού διατάγματος 690/1948, καταρτίστηκε νεότερη σύμβαση, κατά την οποία τα δικαιώματα αυτά περιέρχονται και πάλι στον αρχικό ιδιοκτήτη, χωρίς παραλλήλως να καταργηθεί ο αντίστοιχος κοινόχρηστος χώρος ή χώρος κοινωφελούς κτιρίου με ανάλογη τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου. Διότι όχι μόνο δεν προκύπτει βούληση του νομοθέτη να αναγνωρίσει τέτοιες μεταγενέστερες, μη προβλεπόμενες από το νόμο, συμφωνίες, με τις οποίες οι ιδιοκτήτες απαλλάσσονται από υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει προκειμένου να ενταχθούν τα ακίνητα τους σε σχέδιο πόλης, αλλά αντιθέτως η αναγνώριση αυτή αντιστρατεύεται τον προαναφερόμενο σκοπό του νόμου. Εξάλλου, κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 690/1948 στην κυριότητα του αρμόδιου νομικού προσώπου περιέρχονται τα ακίνητα που κατά το ρυμοτομικό σχέδιο προορίζονται για την ανέγερση κτιρίου κοινής ωφελείας, αδιαφόρως αν έως την έναρξη ισχύος του νομοθετήματος αυτού είχε ήδη ανεγερθεί ή όχι το αντίστοιχο κτίριο. Διότι σχετική διάκριση δεν δικαιολογείται αφού κατά νόμο το ακίνητο σε κάθε περίπτωση παραμένει οριστικώς στην κυριότητα του νομικού προσώπου, δηλαδή και μετά την ανέγερση του κτιρίου, το οποίο, άλλωστε, λόγω του κοινωφελούς χαρακτήρα του προορίζεται προεχόντως για τη θεραπεία αναγκών των πολιτών και όχι για οικονομική εκμετάλλευση από μέρους του ιδιοκτήτη. Τέλος, κτίρια κοινής ωφελείας κατά την έννοια της ίδιας παραγράφου 5 αποτελούν και οι δημοτικές και κοινοτικές αγορές, η ίδρυση των οποίων αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των κατοίκων του αντίστοιχου δήμου ή κοινότητας.
Αν και κατά τη γνώμη του Συμβούλου Γ. Δεληγιάννη και του Παρέδρου Αθανάσιου Ράντου, η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 690/1948 αποβλέπει στη διασφάλιση της εκπλήρωσης των κοινωφελών σκοπών που επιδιώκει το σχέδιο, άσχετα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς του δεδομένου χώρου, αφού ορισμένοι κοινωφελείς σκοποί, όπως είναι η ίδρυση αγορών, μπορούν να εκπληρωθούν και από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Έτσι αν ένας κοινωφελής σκοπός μπορεί να εκπληρωθεί από την ιδιωτική πρωτοβουλία και κτήση τότε η έγκριση του σχεδίου δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη και την περιέλευση του σχετικού ακινήτου στη δημόσια κτήση υπό τον όρο ότι το ακίνητο αυτό θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του κοινωφελούς σκοπού. Εξάλλου δεν αποκλείεται από το νόμο τροποποίηση της συμφωνίας μεταξύ των ιδιοκτητών της υπό ένταξη έκτασης και της Διοίκησης υπό τον όρο όμως ότι δεν θα θιγούν οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι, άσχετα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς των τελευταίων αυτών χώρων.
10. Επειδή στην παρούσα υπόθεση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με το από [ΒΔ] 20-11-1923 βασιλικό διάταγμα (ΦΕΚ 342/Α/1923) εγκρίθηκε, κατ' εφαρμογή του προαναφερόμενου άρθρου 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, το ρυμοτομικό σχέδιο του συνοικισμού Ψυχικού, σύμφωνα με το οποίο το οικοδομικό τετράγωνο 2 χαρακτηρίστηκε ως χώρος αγοράς, ορίστηκε δε στο ίδιο διάταγμα ότι η έγκριση του σχεδίου:
{γίνεται υπό τον όρο αναλήψεως της επισπεύδουσας την έγκριση οικοδομικής εταιρείας __________ υποχρεώσεων ως προς την δωρεάν παραχώρηση γηπέδων προοριζομένων δια κοινοχρήστους χώρους και άλλους κοινωφελείς σκοπούς, την εκτέλεσιν γενικής φύσεως έργων εξυπηρετικών του συνοικισμού και την ανέγερση οικοδομών προς τους εις ους η εν λόγω εταιρεία θέλει εκποιήσει οικόπεδα του συνοικισμού, οι οποίες υποχρεώσεις θέλουν ορισθούν λεπτομερώς δι' ειδικής μεταξύ του Δημοσίου ή του Δήμου Αθηναίων και της εταιρείας συμβάσεως.}
Ακολούθως, με το από [ΠΔ] 18-11-1924 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 292/Α/1924), που εκδόθηκε κατ' επίκληση του ίδιου άρθρου 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, κυρώθηκε σύμβαση μεταξύ του Δήμου Αθηναίων, στην περιφέρεια του οποίου ενέπιπτε τότε ο οικισμός Ψυχικού, και της προαναφερόμενης εταιρείας (πράξη 21829/25-09-1924 του συμβολαιογράφου Αθηνών Νικολάου Σκούταρη), η οποία, φερόμενη ως ιδιοκτήτρια της έκτασης που περιλαμβάνεται στο παραπάνω ρυμοτομικό σχέδιο, παραιτήθηκε με τη σύμβαση αυτή από οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης για την κατάληψη από μέρους του δήμου του ακινήτου, το οποίο καθορίστηκε με το σχέδιο αυτό ως χώρος αγοράς.
Στη συνέχεια, με το από [ΠΔ] 09-10-1929 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 376/Α/1929) ιδρύθηκε η Κοινότητα Ψυχικού με περιφέρεια τον ομώνυμο οικισμό, το δε κοινοτικό συμβούλιο του νέου αυτού οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, με τις πράξεις του 224, 229, 244 και 267, έτους 1932, οι οποίες εγκρίθηκαν με το από [ΠΔ] 30-12-1932 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 449/Α/1932) αποφάσισε να παραχωρήσει κατά πλήρη κυριότητα στην παραπάνω εταιρεία, προς συμβιβαστική επίλυση υφιστάμενης διένεξης μεταξύ της κοινότητας και της εταιρείας, πλην άλλων τα χαρακτηριζόμενα κατά το ρυμοτομικό σχέδιο ως χώρος αγοράς ακίνητα, δηλαδή εκείνα που είχαν προηγουμένως παραχωρηθεί από την εταιρεία στο δικαιοπάροχο της κοινότητας Δήμο Αθηναίων. Ακολούθησε το από [ΠΔ] 03-04-1933 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 85/Α/1933), με το οποίο εγκρίθηκε αναθεώρηση του ρυμοτομικού σχεδίου Ψυχικού, συνιστάμενη, εκτός των άλλων, σε διάσπαση του προαναφερόμενου οικοδομικού τετραγώνου 2 σε δύο τμήματα διαχωριζόμενα από οδό, αριθμούμενα ως οικοδομικά τετράγωνα 2 και 2)α (ή 69 και 69Α) και χαρακτηριζόμενα ως οικόπεδα προοριζόμενα δι' αγορά τροφίμων, και ορίστηκε, στο ίδιο διάταγμα, ότι η ισχύς του άρχεται από της νομίμου κυρώσεως της μεταξύ της Κοινότητος Ψυχικού και Εταιρείας __________ οριστικής συμβάσεως ης το περιεχόμενον ενεκρίθη υπό του οικείου Κοινοτικού Συμβουλίου.
Τέλος, καταρτίστηκε σύμβαση μεταξύ της κοινότητας και της εταιρείας (πράξη 4591/1933 του συμβολαιογράφου Αθηνών Στεφάνου Κομπλή), στην οποία αναφέρεται ότι ακυρώνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της η προηγούμενη σύμβαση της εταιρείας με το Δήμο Αθηναίων, ότι αναγνωρίζεται η κυριότητα της εταιρείας επί ορισμένων εκτάσεων οι οποίες με βάση την προηγούμενη αυτή σύμβαση είχαν παραχωρηθεί από την ίδια εταιρεία χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης και στις οποίες περιλαμβάνεται το παραπάνω οικοδομικό τετράγωνο 69, στο οποίο η εταιρεία είχε ήδη ανεγείρει κτίριο κεντρικής αγοράς, και τμήμα του οικοδομικού τετραγώνου 69Α, και ότι οι εκτάσεις αυτές:
{οι οποίες κοινόχρηστοι ούσαι κατά το αρχικό σχέδιον ρυμοτομίας και την υπ' αριθμόν 21829 σύμβαση έπαυσαν και παύουν κατά το συνημμένο σχέδιον και την παρούσα σύμβαση ούσαι τοιαύτες και κατέστησαν και καθίστανται χώροι οικοδομήσιμοι και χρησιμοποιήσιμοι, της Κοινότητος αποξενούμενης παντός επ' αυτών δικαιώματος ...}
η νεότερη δε αυτή σύμβαση εγκρίθηκε με το από [ΠΔ] 12-03-1934 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 106/Α/1934), που εκδόθηκε κατ' επίκληση του άρθρου 7 παράγραφος 2 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος.
11. Επειδή, εξάλλου, προκειμένου να εκδοθεί η πρώτη από τις προσβαλλόμενες πράξεις, με την οποία, ύστερα από σχετική αίτηση της ήδη παρεμβαίνουσας εταιρείας __________, εγκρίθηκε η εκτέλεση ορισμένων εργασιών στο προαναφερόμενο κτίριο της παλαιάς αγοράς Ψυχικού, η Διοίκηση, όπως όφειλε, ερεύνησε παρεμπιπτόντως το ιδιοκτησιακό καθεστώς για να διαπιστώσει αν πιθανολογούνται δικαιώματα της εταιρείας επί του ακινήτου, για το οποίο και ο Δήμος Ψυχικού είχε προβάλει δικαίωμα κυριότητας. Όπως συνάγεται δε από τη γνωμοδότηση 39/1992 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που υιοθετήθηκε με την γνωμοδότηση (πράξη 14/18-05-1992) του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, στην οποία στηρίζεται η παραπάνω προσβαλλόμενη πράξη, έγινε δεκτό ότι πιθανολογείται κυριότητα της εταιρείας στο ακίνητο, ενόψει του ότι από την εκτίμηση των στοιχείων του φακέλου, και ιδίως των αποφάσεων 86/1990 του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, με την οποία, ύστερα από αίτηση της ίδιας εταιρείας, διατάχθηκε η αποβολή του Δήμου Ψυχικού από τον ακάλυπτο χώρο του ακινήτου και η απόδοση του χώρου αυτού στην εταιρεία, και 17/1991 του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε σχετική ανακοπή του Δήμου και ενδιαφερόμενων περιοίκων, καθώς και της προαναφερόμενης σύμβασης, μεταξύ της τότε Κοινότητας Ψυχικού και της εταιρείας, του έτους 1933 (συμβολαιογραφική πράξη 4591/1933), διαπιστώθηκε ότι από το χρόνο ανέγερσης του, που τοποθετείται μεταξύ των ετών 1925 έως 1927, έως την έκδοση της γνωμοδότησης αυτής του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η εταιρεία νέμεται και κατέχει το κτίριο της παλαιάς αγοράς και τον περιβάλλοντα χώρο και ότι, αντιθέτως, ο Δήμος Ψυχικού δεν άσκησε κατά το διάστημα αυτό οποιαδήποτε πράξη νομής, αλλά προέβαλε δικαιώματα κυριότητας μόλις το έτος 1990, και δεν αποδείχθηκε ότι το ακίνητο είχε καταστεί με νόμιμο τρόπο κοινόχρηστο. Εφόσον, όμως, όπως αναφέρεται στην προηγούμενη σκέψη, το επίμαχο ακίνητο είχε καθοριστεί με το αρχικό ρυμοτομικό σχέδιο, που εγκρίθηκε με το από [ΒΔ] 20-11-1923 βασιλικό διάταγμα, ως χώρος αγοράς, με την έννοια προδήλως της δημοτικής αγοράς, δηλαδή, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη εκτεθεί, ως χώρος κτιρίου κοινής ωφελείας, και δεδομένου ότι πάντως η σύμβαση του έτους 1933 και το εγκριτικό αυτής διάταγμα που μνημονεύονται στην παραπάνω γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν επέφεραν αποχαρακτηρισμό του χώρου, αφού τα ρυμοτομικά σχέδια, και στην περίπτωση επίσπευσης της σχετικής διαδικασίας από τους ενδιαφερόμενους ιδιοκτήτες κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, εγκρίνονται και τροποποιούνται με μονομερή πράξη της Πολιτείας και με βάση πολεοδομικά κριτήρια, οι δε ρυμοτομικές διαρρυθμίσεις δεν εμπίπτουν στο πεδίο της συναπτόμενης και εγκρινόμενης με διάταγμα, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου 7, σύμβασης, η οποία έχει ως αντικείμενο την ανάληψη από μέρους των ιδιοκτητών των υποχρεώσεων, από τις οποίες εξαρτήθηκε η έγκριση του σχεδίου, η Διοίκηση, κατά την παρεμπίπτουσα έρευνα των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επί του επίμαχου ακινήτου, όφειλε να εξετάσει το κρίσιμο κατά νόμο, και διοικητικής, άλλωστε, φύσης, ζήτημα αν ο παραπάνω χαρακτηρισμός του χώρου είχε μεταβληθεί, με σχετική τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, κατά την έναρξη ισχύος του νομοθετικού διατάγματος 690/1948 διότι σε αρνητική περίπτωση, και ανεξαρτήτως της εγκυρότητας των όρων της παραπάνω σύμβασης που αναφέρονται στα δικαιώματα επί του ακινήτου αυτού, η κυριότητα περιήλθε με βάση το νομοθέτημα αυτό στην τότε Κοινότητα, και ήδη Δήμο, Ψυχικού και, επομένως, στην περίπτωση αυτή το ιδιοκτησιακό καθεστώς θα έπρεπε να διερευνηθεί περαιτέρω ενόψει του νομικού αυτού γεγονότος.
Κατά συνέπεια, εφόσον η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ουδεμία αναφορά περιέχει στον κατά το ρυμοτομικό σχέδιο χαρακτήρα του ακινήτου κατά την έναρξη ισχύος του νομοθετικού διατάγματος 690/1948 οι δε εισαγγελικές αποφάσεις που μνημονεύονται στη γνωμοδότηση αυτή στηρίζονται στην εσφαλμένη εκδοχή ότι με την προαναφερόμενη σύμβαση του έτους 1933 και το εγκριτικό της σύμβασης αυτής διάταγμα επήλθε αποχαρακτηρισμός του χώρου χωρίς να γίνεται επίκληση άλλης πράξης της Διοίκησης, με την οποία να τροποποιήθηκε, κατά την προβλεπόμενη από την πολεοδομική νομοθεσία διαδικασία, το σχέδιο στο συγκεκριμένο αυτό χώρο, η παρεμπίπτουσα κρίση της Διοίκησης ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου, στην οποία στηρίχθηκε η έκδοση της πρώτης από τις προσβαλλόμενες πράξεις, αιτιολογείται πλημμελώς, όπως βασίμως προβάλλουν οι αιτούντες, αν και με άλλη νομική βάση. Για τον λόγο αυτόν, και δεδομένου ότι η μεταγενέστερη των προσβαλλόμενων πράξεων απόφαση 5970/1993 του Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε αόριστη και αβάσιμη και απορρίφθηκε αγωγή που ασκήθηκε από το Δήμο Ψυχικού κατά της προαναφερόμενης εταιρείας με αίτημα την αναγνώρισή του ως κυρίου και την απόδοση σε αυτόν του επίμαχου ακινήτου, δεν αποτελεί δεδικασμένο διότι δεν έχει καταστεί τελεσίδικη, πρέπει να ακυρωθεί η πρώτη από τις προσβαλλόμενες πράξεις. Ενόψει δε της ακύρωσης αυτής, οι συμπροσβαλλόμενες οικοδομικές άδειες καθίστανται και αυτές ακυρωτέες διότι έχουν ως έρεισμα την παραπάνω πράξη, με αποτέλεσμα να αποβαίνει αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης.
Αν και κατά τη γνώμη του Συμβούλου Γ. Δεληγιάννη και του Παρέδρου Αθανάσιου Ράντου, το νομοθετικό διάταγμα 690/1948 δεν επέφερε μεταβολή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς του επίμαχου ακινήτου, ακόμη και αν παρέμενε ο χαρακτηρισμός του ως χώρου αγοράς κατά την έναρξη ισχύος του νομοθετήματος αυτού, και, συνεπώς, η παράλειψη της Διοίκησης να εξακριβώσει και βεβαιώσει τον προβλεπόμενο από το ρυμοτομικό σχέδιο κατά τον χρόνο εκείνον χαρακτήρα του ακινήτου δεν συνεπάγεται πλημμέλεια της αιτιολογίας των προσβαλλόμενων πράξεων.
12. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση ως προς το δεύτερο, την ενδέκατη και το δέκατο τρίτο από τους αιτούντες, να γίνει δεκτή η αίτηση αυτή ως προς τους λοιπούς αιτούντες και να απορριφθούν οι παρεμβάσεις.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση ως προς το δεύτερο (__________), την ενδέκατη (__________) και το δέκατο τρίτο (__________) από τους αιτούντες.
Δέχεται την αίτηση ως προς τους λοιπούς αιτούντες.
Απορρίπτει τις παρεμβάσεις.
Ακυρώνει την απόφαση ΥΠΠΟ/28813/ΔΠΚΑΝΜ/672/ΠΕ/1992 του προϊσταμένου του Β' Τμήματος της Διεύθυνσης Πολιτιστικών Κτιρίων και Αναστηλώσεως Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, που υπογράφεται με εντολή Υπουργού, και τις οικοδομικές άδειες 1121/1993 και 1152/1993 του Πολεοδομικού Γραφείου Αγίας Παρασκευής Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου, και Επιβάλλει αφενός στο Δημόσιο, αφετέρου στην παρεμβαίνουσα εταιρεία __________ και εκ τρίτου στις επίσης παρεμβαίνουσες εταιρείες __________, __________ και __________ να καταβάλουν ισομέτρως, ως δικαστική δαπάνη, το ποσό των 28.000 δραχμών στους αιτούντες εκείνους, ως προς τους οποίους η αίτηση γίνεται δεκτή.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 02-11-1994 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 30-03-1995.