Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1260/99

ΣτΕ 1260/1999


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 550/1999

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 03-11-1998 με την εξής σύνθεση: Χρήστος Γεραρής, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ Τμήματος, Μ. Βροντάκης, Σ. Χαραλαμπίδης, Γ. Ανεμογιάννης, Φ. Αρναούτογλου, Σύμβουλοι, Δ. Γρατσίας, Ο. Ζύγουρα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Κολιοπούλου.

 

Για να δικάσει την από 23-04-1998 αίτηση:

 

των 1) __________, 2) __________, οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Γεώργιο Φραντζεσκάκη (Αριθμός Μητρώου 1314), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 3) __________, 4) __________, 5) __________, 6) __________ και 7) __________, κατοίκων Αθηνών, __________, οι οποίοι δεν παρέστησαν,

 

κατά του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Ιωάννη Χρυσικόπουλο (Αριθμός Μητρώου 4381), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

 

και κατά των παρεμβαινόντων: 1) Κοινοπραξίας με την επωνυμία __________, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Χασάπη (Αριθμός Μητρώου 589), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και ο οποίος ζήτησε τη διόρθωση του ονόματος Στ. Χατζηδημητρίου σε Ε. Χατζηδημητρίου και 2) Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Αντώνη Βγόντζα (Αριθμός Μητρώου 4403), που τον διόρισε με απόφαση Διοικητικής Επιτροπής του Επιμελητηρίου και με ειδικό πληρεξούσιο.

 

Στη δίκη παρεμβαίνει με προφορική δήλωση στο ακροατήριο, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Β. Σουλιώτη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 331/1998 άδεια οικοδομής, που εκδόθηκε από το Πολεοδομικό Γραφείο του Δήμου Αθηναίων.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Πάρεδρου Δ. Γρατσία.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο του Δήμου, τους πληρεξούσιους των παρεμβαινόντων και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του Δικαστηρίου και,

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

 

1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και παράβολο (9225247-8/1998 διπλότυπα εισπράξεως της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 1086140/1998 ειδικό έντυπο παραβόλου).

 

2. Επειδή με την υπό κρίση αίτηση, εισαγομένη λόγω σπουδαιότητος ενώπιον της επταμελούς συνθέσεως του Τμήματος και μόνον ως προς τις δύο πρώτες από τους αιτούντες, δεδομένου ότι ως προς τους λοιπούς έχει χωρήσει χωρισμός δικογράφου, ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμόν 331/1998 οικοδομικής αδείας, εκδοθείσης από το Πολεοδομικό Γραφείο του Δήμου Αθηναίων, με την οποία επετράπη στην κοινοπραξία __________ η ανέγερση οκταώροφης πολυκατοικίας επί pilotis, σε γωνιαίο οικόπεδο, το οποίο κείται επί των οδών __________, στην Κυψέλη (οικοδομικό τετράγωνο 81/90) και είναι όμορο προς οικόπεδο, κείμενο επί της οδού __________, το οποίο φέρεται να ανήκει στις αιτούσες.

 

3. Επειδή η κοινοπραξία __________ (όπως η επωνυμία της διορθώθηκε, με δήλωση επ' ακροατηρίου του πληρεξουσίου δικηγόρου της) ζητεί, με το από 16-06-1998 δικόγραφο παρεμβάσεως, την απόρριψη της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία είχαν αρχικώς ασκήσει οι αιτούσες από κοινού με τους φερομένους ως συνιδιοκτήτες ετέρου οικοπέδου, κειμένου επί της οδού __________ και ομόρου επίσης προς το οικόπεδο στο οποίο αφορά η προσβαλλόμενη άδεια. Δεδομένου όμως ότι κατά το χρόνο καταθέσεως της εν λόγω παρεμβάσεως είχε ήδη χωρήσει χωρισμός του ως άνω κοινού δικογράφου, πρέπει να θεωρηθεί ότι με την παρέμβαση αυτή ζητείται παραδεκτώς μόνον η απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως, ήτοι της ασκούμενης από τα πρόσωπα (__________ και __________) που προτάσσει η παρεμβαίνουσα στο δικόγραφό της. Κατά το μέρος αυτό, η παρέμβαση ασκείται με πρόδηλο έννομο συμφέρον, δοθέντος ότι η παρεμβαίνουσα κοινοπραξία είναι η δικαιούχος της προσβαλλομένης οικοδομικής αδείας.

 

4. Επειδή την απόρριψη της αιτήσεως, την οποία είχαν αρχικώς ασκήσει οι αιτούσες από κοινού με τους φερομένους ως συνιδιοκτήτες του επί της οδού __________ οικοπέδου, ζητεί επίσης, με το από 26-10-1998 δικόγραφο παρεμβάσεως, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Για τους λόγους που εξετέθησαν στην προηγουμένη σκέψη, πρέπει να θεωρηθεί ότι με την παρέμβαση αυτή ζητείται παραδεκτώς μόνον η απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως. Κατά το μέρος αυτό, η εν λόγω παρέμβαση ασκείται με έννομο συμφέρον, δοθέντος ότι το παρεμβαίνον νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου έχει συσταθεί από το νόμο (βλέπε από 27-11-1926 προεδρικό διάταγμα Περί κωδικοποιήσεως των περί συστάσεως Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας κειμένων διατάξεων (ΦΕΚ 430/Α/1926)) για την εξυπηρέτηση σκοπών συνδεομένων και με την τήρηση της πολεοδομικής νομοθεσίας και την εξασφάλιση οικιστικών συνθηκών αρτίων από λειτουργικής και περιβαλλοντικής απόψεως (παράβαλε ΣτΕ 10/1988 Ολομέλεια).

 

5. Επειδή με παρέμβαση, ασκηθείσα με προφορική επ' ακροατηρίου δήλωση, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ζητεί παραδεκτώς (βλέπε άρθρο 21 παράγραφος 2 εδάφιο β του προεδρικού διατάγματος 18/1989 Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΦΕΚ 8/Α/1989)) την απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως.

 

6. Επειδή η υπό κρίση αίτηση ασκείται με έννομο συμφέρον, δεδομένου ότι, κατά τα ήδη εκτεθέντα, οι αιτούσες φέρονται ως συγκύριες οικοπέδου ομόρου προς το οικόπεδο στο οποίο αφορά η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια.

 

7. Επειδή κατά το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης δύναται κατ' αρχήν να τροποποιεί τις ισχύουσες πολεοδομικές διαρρυθμίσεις και να μεταβάλλει τους υφισταμένους όρους δομήσεως των σχεδίων πόλεων, η εισαγομένη όμως ρύθμιση πρέπει να βελτιώνει τις συνθήκες διαβιώσεως των κατοίκων. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να επέρχεται με τις νέες πολεοδομικές ρυθμίσεις επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, υποβάθμιση δηλαδή του υπάρχοντος φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος. Η τήρηση της συνταγματικής αυτής επιταγής υπόκειται στον οριακό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος οφείλει, βάσει και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, να σταθμίσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση κατά πόσον υποβαθμίζεται το περιβάλλον (βλέπε ΣτΕ 10/1988 Ολομέλεια, ΣτΕ 1159/1989 Ολομέλεια).

 

8. Επειδή το άρθρο 9 του νόμου 1577/1985 Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985) ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

 

{Το κτίριο τοποθετείται ελεύθερα μέσα στο οικόπεδο. Όπου το κτίριο δεν εφάπτεται με τα πίσω και πλάγια όρια του οικοπέδου, αφήνεται απόσταση Δ= 3 + 0,10 Η (όπου Η το πραγματοποιούμενο ύψος του κτιρίου, σε περίπτωση που εξαντλείται ο συντελεστής δόμησης ή το μέγιστο επιτρεπόμενο σε περίπτωση που δεν εξαντλείται ο συντελεστής αυτός).}

 

Περαιτέρω, το ίδιο άρθρο ορίζει στην παράγραφο 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988 (ΦΕΚ 91/Α/1988), τα εξής:

 

{α) Σε περίπτωση που υπάρχει σε όμορο οικόπεδο μη ειδικό κτίριο και έχει ανεγερθεί μετά την ένταξη της περιοχής σε σχέδιο, με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την ισχύ του νόμου 1577/1985, σε περιοχή που ίσχυε το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δόμησης και σε απόσταση από το κοινό όριο ίση ή μεγαλύτερη του 1 m, τότε το υπό ανέγερση κτίριο τοποθετείται υποχρεωτικώς σε απόσταση τουλάχιστον Δ από το κοινό όριο, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού ...

 

β) Ο ακάλυπτος χώρος που προκύπτει από την εφαρμογή των προηγουμένων διατάξεων είναι υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος.

 

γ) ...

 

δ) Τα παραπάνω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που ίσχυε το συνεχές οικοδομικό σύστημα, μόνον εφ' όσον πρόκειται για όμορα μεσαία οικόπεδα και για το κοινό τμήμα του οπισθίου ορίου τους.}

 

Εξ άλλου, το άρθρο 17 του προϊσχύσαντος νομοθετικού διατάγματος 8/1973 Περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΦΕΚ 124/Α/1973) προσδιόριζε το ποσοστό καλύψεως των διαφόρων κατηγοριών οικοπέδων (μεσαίων, γωνιαίων κ.λ.π.) που οικοδομούνταν κατά το συνεχές σύστημα δομήσεως, ενώ το άρθρο 18 του αυτού νομοθετήματος, όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 1 παράγραφοι 10 έως και 17 του νομοθετικού διατάγματος 205/1974 (ΦΕΚ 363/Α/1974), όριζε, προκειμένου πάντοτε περί οικοπέδων οικοδομούμενων κατά το συνεχές σύστημα δομήσεως, τα εξής:

 

{1. Το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα οικοπέδου ισούται προς το τμήμα της όλης επιφανείας αυτού το απομένον μετ' αφαίρεση της υπό των κτιρίων δυναμένης να καλυφθεί επιφανείας τούτου. Όπου το ρυμοτομικό σχέδιον ή σχετική διάταξις προβλέπει κατά το πρόσωπον ή τα πρόσωπα του οικοπέδου προκήπιο (πρασιά), η επιφάνεια του προκηπίου τούτου προσμετρείται εις το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου.

 

2 Θέσις του ακαλύπτου τμήματος και ελάχιστες διαστάσεις αυτού.

 

Α) Μεσαία οικόπεδα.

 

α) Το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα μεσαίου οικοπέδου το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, ολόκληρον, είτε το απομένον μετά την αφαίρεση τυχόν υπάρχοντος προκηπίου, αφίεται μεταξύ της οπίσθιας όψεως του κτιρίου και του έναντι ταύτης οπισθίου ορίου του οικοπέδου και καθ' όλον το μήκος αυτού ...

 

β) Εφ' όσον εξ οιασδήποτε άλλης διατάξεως δεν προκύπτουν μείζονες αποστάσεις, εν ουδεμία περιπτώσει ουδέ εις την περίπτωσιν υπάρξεως προκηπίου επιτρέπεται όπως κατά την εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, οιονδήποτε σημείον της οπίσθιας όψεως του κτιρίου, απέχει του έναντι ταύτης οπισθίου ορίου του οικοπέδου απόσταση Δ μικροτέρα της διδόμενης υπό της σχέσεως Δ = 2,50 + 0,05 x Η ένθα Η το μέγιστον επιτρεπόμενο ύψος του κτιρίου μετρούμενο από της προς τούτο αφετηρίας μετρήσεως.

 

γ) ...

 

Β) Γωνιαία οικόπεδα.

 

α) Το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα γωνιαίου οικοπέδου το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, ολόκληρον, είτε το απομένον μετά την αφαίρεση τυχόν υπάρχοντος προκηπίου, τοποθετείται εις την έναντι της γωνίας θέσιν του οικοπέδου μη δυνάμενο να εξικνείται μέχρις αποστάσεως ελάσσονος των 4 m από των γραμμών δομήσεως, εφαρμοζομένων ως προς τις αποστάσεις των οπισθίων όψεων των κτιρίων από των έναντι τούτων ορίων των οικοπέδων των διατάξεων του εδαφίου β της παραγράφου 2 Α του παρόντος άρθρου ...

 

β) ...

 

γ) ...}

 

9. Επειδή οι προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 18 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού επέβαλλαν, προκειμένου περί οικοπέδων, κειμένων σε περιοχή όπου ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως, υποχρέωση αφέσεως υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου, ίσου προς το τμήμα της όλης επιφανείας του οικοπέδου που απέμενε μετά την αφαίρεση της επιφανείας, την οποία επιτρεπόταν, κατά τα οριζόμενα σχετικώς στο άρθρο 17 του αυτού νομοθετήματος, να καλύψουν τα ανεγειρόμενα στο οικόπεδο οικοδομήματα. Η υποχρέωση αυτή ίσχυε τόσο επί μεσαίων οικοπέδων (στα οποία ο υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος έπρεπε να αφεθεί καθ' όλο το μήκος του οπισθίου ορίου των) όσο και επί γωνιαίων οικοπέδων (στα οποία ο χώρος αυτός έπρεπε να αφεθεί στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου).

 

Με το άρθρο 9 παράγραφος 1, εξ άλλου, του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού θεσπίσθηκε ο κανόνας της ελευθέρας τοποθετήσεως του κτιρίου μέσα στο οικόπεδο. Κατά τον κανόνα αυτόν, επαγόμενο κατάργηση των προϋφιστάμενων ποικίλων συστημάτων δομήσεως με τις συναφείς δεσμεύσεις, το κτίριο μπορεί να τοποθετηθεί είτε σε επαφή με τα πλάγια και οπίσθια όρια είτε με τήρηση υποχρεωτικής αποστάσεως Δ από το κοινό με όμορο οικόπεδο όριο. Με το εδάφιο α' της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου εισάγεται ο ειδικός κανόνας, σύμφωνα με τον οποίον, προκειμένου περί ομόρων οικοπέδων, στο ένα από τα οποία είχε ανεγερθεί, υπό το προϊσχύσαν πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως, μη ειδικό κτίριο σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο, επιβάλλεται κατ' εξαίρεση η τήρηση της υποχρεωτικής αποστάσεως Δ από το κοινό όριο των δύο οικοπέδων. Ο ειδικός αυτός κανόνας αποβλέπει στο να παραμείνει ακάλυπτη μεταξύ των δύο οικοδομών η εδαφική εκείνη λωρίδα, η οποία κρίνεται ότι είναι απαραίτητη για να εξασφαλισθεί επαρκής ηλιασμός, φωτισμός και αερισμός σε κτίρια που είχαν ανεγερθεί με την προοπτική ότι η αρτίωση της ακάλυπτης εδαφικής λωρίδας θα γίνει με την τήρηση υποχρεωτικής αποστάσεως και από τη μελλοντική οικοδομή (βλέπε ΣτΕ 1159/1989 Ολομέλεια). Κατά το εδάφιο δ', εξ άλλου, της ίδιας παραγράφου του αυτού άρθρου 9, ο ειδικός κανόνας της υποχρεωτικής αφέσεως ακαλύπτου χώρου ισχύει κατ' αρχήν και προκειμένου περί οικοπέδων διεπόμενων προηγουμένως από το συνεχές σύστημα δομήσεως, εφόσον όμως πρόκειται περί μεσαίων οικοπέδων. Η τελευταία αυτή διάταξη προβλέπει, ειδικότερα, ότι ο ειδικός αυτός κανόνας εφαρμόζεται και όταν το υφιστάμενο κτίριο στο ένα των ομόρων οικοπέδων είχε ανεγερθεί σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο, υπό το προϊσχύσαν συνεχές σύστημα δομήσεως, εφόσον όμως πρόκειται περί μεσαίων οικοπέδων και για το οπίσθιο τμήμα του ορίου τους.

 

Αντίθετα, υπό τον ισχύοντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, προκειμένου περί ομόρων γωνιαίων οικοπέδων σε ένα εκ των οποίων είχε, υπό το συνεχές σύστημα δομήσεως, ανεγερθεί κτίσμα και αφεθεί υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου ή, προκειμένου περί ομόρων, γωνιαίου και μεσαίου, οικοπέδων δεν επιβάλλεται πλέον για το ανεγειρόμενο νέο κτίριο υποχρέωση αφέσεως ακαλύπτου χώρου στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου (όταν πρόκειται για γωνιαίο οικόπεδο) ή σε όλο το μήκος του οπισθίου ορίου (όταν πρόκειται για μεσαίο). Για το νέο αυτό κτίριο ισχύει, επομένως, ο γενικός κανόνας της ελευθέρας τοποθετήσεως του κτιρίου στο οικόπεδο.

 

Όπως όμως έχει ήδη κριθεί, η διάταξη αυτή του άρθρου 9 παράγραφος 3 εδάφιο δ' του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, η οποία εισάγει τον ανωτέρω ειδικό κανόνα μόνον προκειμένου περί ομόρων μεσαίων οικοπέδων των περιοχών όπου ίσχυε προηγουμένως το συνεχές σύστημα δομήσεως, χωρίς να περιέχει αντίστοιχη ρύθμιση και προκειμένου περί των κειμένων στις ίδιες περιοχές ομόρων γωνιαίων οικοπέδων ή ομόρων, γωνιαίου και μεσαίου, οικοπέδων, επιβαρύνει με την ελλιπή αυτή ρύθμιση το περιβάλλον και είναι, κατά τούτο, ανίσχυρη, ως αντικειμένη στο άρθρο 24 του Συντάγματος (βλέπε ΣτΕ 1294/1993, προκειμένου περί δομήσεως, υπό τον ισχύοντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, γωνιαίου οικοπέδου, ομόρου προς οικοδομημένο κατά το προϊσχύσαν συνεχές σύστημα γωνιαίο οικόπεδο, 29/1995 και 4544/1996 προκειμένου περί δομήσεως, υπό τον ισχύοντα ΓΟΚ, μεσαίου οικοπέδου, ομόρου προς οικοδομημένο κατά το προϊσχύσαν συνεχές σύστημα γωνιαίο οικόπεδο). Ο ως άνω ειδικός κανόνας πρέπει, κατά συνέπεια, να εφαρμόζεται και επί οικοδομήσεως γωνιαίου οικοπέδου, κειμένου σε περιοχή στην οποία ίσχυε προηγουμένως το συνεχές σύστημα δομήσεως, υπό την προϋπόθεση ότι στο όμορο γωνιαίο ή μεσαίο οικόπεδο υφίσταται κτίριο, κατά την ανέγερση του οποίου, υπό την προϊσχύσαν καθεστώς, αφέθηκε ο προβλεπόμενος από τις τότε ισχύουσες διατάξεις υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος. Στις περιπτώσεις αυτές, η θέση του υπό ανέγερση κτιρίου μέσα στο ήδη οικοδομούμενο γωνιαίο οικόπεδο καθορίζεται λαμβανομένων υπ' όψη των ελαχίστων προσδοκιών, ως προς τη θέση και τις διαστάσεις του χώρου που έπρεπε να αφεθεί υποχρεωτικώς ακάλυπτος στο οικόπεδο αυτό, τις οποίες δικαιολογείτο να έχουν, εν όψει των οριζομένων στον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, εκείνοι οι οποίοι ανήγειραν κτίριο, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, σε οικόπεδο όμορο προς το ήδη οικοδομούμενο.

 

10. Επειδή, όπως προκύπτει από την παρατεθείσα στην όγδοη σκέψη διάταξη του άρθρου 18 παράγραφος 2Β εδάφιο α του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ο υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος γωνιαίου οικοπέδου κειμένου σε περιοχή όπως ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως έπρεπε, από απόψεως θέσεως και διαστάσεων, να πληροί τους εξής τρεις όρους:

 

α) Ολόκληρος ο υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος έπρεπε να τοποθετείται στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου. Ο χώρος αυτός δεν μπορούσε, κατά συνέπεια, να διασπασθεί σε περισσότερα τμήματα, αλλά όφειλε να είναι ενιαίος και να καλύπτει οπωσδήποτε την εσωτερική γωνία του οικοπέδου, την κειμένη δηλαδή έναντι της γωνίας της σχηματιζόμενης από τα δύο πρόσωπα του οικοπέδου.

 

β) Οι πλευρές του ακαλύπτου χώρου έπρεπε να απέχουν τουλάχιστον 4 m από τις γραμμές δομήσεως (οικοδομικές γραμμές) και

 

γ) Οι οπίσθιες όψεις του ανεγειρομένου κτιρίου έπρεπε να απέχουν από τα έναντι τούτων οπίσθια όρια του οικοπέδου την οριζόμενη στο άρθρο 18 παράγραφος 2Α εδάφιο β' απόσταση Δ.

 

Εν όψει δε του κατά το άρθρο 11 παράγραφος 2 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού σχετικού ορισμού, ως οπίσθιες όψεις του κτιρίου εννοούνταν, αποκλειστικώς και μόνον, οι όψεις του κτιρίου προς τα οπίσθια ακάλυπτα τμήματα του οικοπέδου. Πέραν των ανωτέρω, ουδεμία άλλη υποχρέωση επέβαλλε ο προϊσχύσας Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός ως προς τη θέση, τις διαστάσεις ή το σχήμα του αφιεμένου υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου σε γωνιαίο οικόπεδο οικοδομούμενο κατά το συνεχές σύστημα δομήσεως. Ανήκε, ειδικότερα, στην ευχέρεια του μελετητή τόσο ο καθορισμός της ακριβούς θέσεως και σχήματος του υποχρεωτικώς αφιεμένου ακαλύπτου χώρου κατά τρόπο ώστε ο χώρος αυτός να συνεργάζεται με τους ακάλυπτους χώρους των ομόρων οικοπέδων, όσο και η στάθμιση του ζητήματος αν η συνεργασία αυτή θα γινόταν σε μεγαλύτερο βαθμό με τους ακάλυπτους χώρους των ομόρων οικοπέδων που συνόρευαν με το ένα από τα οπίσθια όρια του γωνιαίου οικοπέδου και σε μικρότερο με τους αντιστοίχους χώρους των ομόρων οικοπέδων που συνόρευαν με το άλλο από τα οπίσθια αυτά όρια. Εν όψει δε της ευρύτατης ευχέρειας που παρείχε σχετικώς στο μελετητή ο νόμος, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι, υπό τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, οι ιδιοκτήτες κτιρίων ανεγερθέντων επί ομόρων μεσαίων οικοπέδων προσδοκούσαν δικαιολογημένα ότι, επί οικοδομήσεως του ομόρου γωνιαίου οικοπέδου, ο υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος τούτου θα ελάμβανε τέτοια θέση και σχήμα, ώστε να εξασφαλίζεται οπωσδήποτε πλήρης συνέχεια του χώρου τούτου με το σύνολο των αντιστοίχων χώρων που αφέθηκαν στα όμορα μεσαία οικόπεδα. Και τούτο, διότι, εν όψει των εκτεθέντων, ο παρά την εσωτερική γωνία του οικοπέδου αφιέμενος υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος μπορούσε να λάβει οιοδήποτε σχήμα, ενώ η μεγαλύτερη διάστασή του μπορούσε ελεύθερα να τοποθετηθεί είτε προς το ένα είτε προς το άλλο από τα οπίσθια όρια κατά τα οποία το οικοδομούμενο γωνιαίο οικόπεδο συνόρευε με άλλα οικόπεδα.

 

11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτούσες έχουν ανεγείρει επί του οικοπέδου τους οικοδομή κατά το προϊσχύσαν στην περιοχή συνεχές σύστημα δομήσεως, αφήνοντας το προβλεπόμενο από τις τότε ισχύουσες διατάξεις υποχρεωτικώς ακάλυπτο χώρο καθ' όλο το μήκος του οπισθίου ορίου του οικοπέδου τους. Το οικόπεδο αυτό, το οποίο είναι μεσαίο, συνορεύει, κατά το οπίσθιο όριό του, με το γωνιαίο οικόπεδο στο οποίο αφορά η προσβαλλόμενη άδεια. Με την άδεια αυτή επετράπη στην παρεμβαίνουσα κοινοπραξία η ανέγερση, επί του εν λόγω γωνιαίου οικοπέδου, οκταώροφης πολυκατοικίας, η οποία τοποθετείται κατά τέτοιο τρόπο στο οικόπεδο, ώστε ο αφιέμενος ακάλυπτος χώρος να προβάλλεται εν μέρει μόνον έναντι του οπισθίου ορίου του οικοπέδου των αιτουσών.

 

Ειδικότερα, ο χώρος αυτός (ο οποίος, κατά μη αμφισβητούμενα από τις αιτούσες στοιχεία του φακέλου, υπερκαλύπτει, από απόψεως εμβαδού, τις σχετικές απαιτήσεις του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού) εμφανίζει την εξής εικόνα εν σχέσει προς τους τρεις όρους, τους οποίους όφειλε, κατά το άρθρο 18 παράγραφος 2Β εδάφιο α του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, να πληροί ο αφιέμενος σε γωνιαίο οικόπεδο του συνεχούς συστήματος υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος:

 

α) Ολόκληρος ο χώρος, που έπρεπε κατά τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό να αφεθεί ακάλυπτος, καλύπτει την εσωτερική γωνία του οικοπέδου, τη γωνία δηλαδή που κείται έναντι της γωνίας που σχηματίζουν τα επί των οδών __________ πρόσωπα του οικοπέδου

 

β) Ο αφιέμενος ακάλυπτος χώρος απέχει της επί της οδού Μεγίστης οικοδομικής γραμμής απόσταση μεγαλύτερη των 4 m, εκτείνεται δε και προς την οδό __________. Τμήμα του οικοπέδου προς την τελευταία αυτή οδό, το οποίο, κατά μη αμφισβητούμενα από τις αιτούσες στοιχεία του φακέλου, εμπίπτει στην κατά την ανωτέρω διάταξη λωρίδα πλάτους 4 m από της οικοδομικής γραμμής, παραμένει ως προαιρετικώς ακάλυπτος χώρος

 

γ) Τέλος, κατά τα αυτά, μη αμφισβητούμενα από τις αιτούσες, στοιχεία του φακέλου, εάν το ως άνω, προς την οδό __________, τμήμα του οικοπέδου δεν παρέμενε προαιρετικώς ακάλυπτο αλλά οικοδομείτο, η κατ' αυτόν τον τρόπο δημιουργούμενη οπισθία όψη του κτιρίου (νοούμενη, κατά το άρθρο 11 παράγραφος 2 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ως η όψη του κτιρίου προς το οπίσθιο ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου) θα απείχε από το έναντι της οδού __________ οπίσθιο όριο του οικοπέδου απόσταση μεγαλύτερη της αποστάσεως Δ, όπως αυτή οριζόταν στο εδάφιο α' της παραγράφου 2Β του άρθρου 18 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, σε συνδυασμό με το εδάφιο β της παραγράφου 2Α του ίδιου άρθρου.

 

Η απόσταση, εξ άλλου, μεταξύ του έναντι της οδού __________ οπισθίου ορίου του οικοπέδου και της έναντι του ορίου τούτου οπίσθιας όψεως της ανεγειρόμενης οικοδομής είναι, κατά μη αμφισβητούμενα επίσης στοιχεία του φακέλου, μεγαλύτερη της ανωτέρω αποστάσεως Δ. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο ακάλυπτος χώρος που αφήνεται, δυνάμει της προσβαλλομένης αδείας, στο επίμαχο οικόπεδο, πληροί το σύνολο των όρων που όφειλε, υπό τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, να πληροί ο αφιέμενος σε γωνιαίο οικόπεδο του συνεχούς συστήματος υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος. Τούτο βεβαιώνεται, άλλωστε, και στο υπ' αριθμόν 55845/1998 έγγραφο της Διευθύνσεως Οικοδομικών και Κτιριοδομικών Κανονισμών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς επίσης και στα προσκομιζόμενα από την παρεμβαίνουσα κοινοπραξία, υπ' αριθμούς 53907/1998 και 57271/1998 έγγραφα της αυτής υπηρεσίας, ενώ δεν αμφισβητείται από τις αιτούσες, με συγκεκριμένους πραγματικούς ισχυρισμούς, το περιεχόμενο των ανωτέρω εγγράφων ή τα στοιχεία που προκύπτουν από τα διαγράμματα στα οποία τα έγγραφα αυτά παραπέμπουν.

 

Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ήδη ότι η προσβαλλόμενη άδεια είναι ακυρωτέα, διότι η ανεγειρόμενη οικοδομή θα έπρεπε, εν όψει των οριζομένων στη διάταξη του άρθρου 9 παράγραφος 3 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ερμηνευόμενη υπό το πρίσμα των άρθρων 4 παράγραφος 1 και 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, να απέχει, καθ' όλο το μήκος του οπισθίου ορίου του οικοπέδου των αιτουσών, την προβλεπομένη στην εν λόγω διάταξη απόσταση Δ. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι ο επίμαχος ακάλυπτος χώρος πληροί, πάντως, κατά τα ήδη εκτεθέντα, τους όρους που όφειλε, κατά τις διατάξεις του άρθρου 18 παράγραφος 2Β εδάφιο α του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, να πληροί ο αφιέμενος σε γωνιαίο οικόπεδο του συνεχούς συστήματος υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος, δεν υφίστατο δε, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, δικαιολογημένη, εν όψει των ως άνω κρισίμων διατάξεων του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, προσδοκία των αιτουσών να αφεθεί η μεγαλύτερη διάσταση του ως άνω ακαλύπτου χώρου, προς το κοινό με το οικόπεδό τους οπίσθιο όριο του οικοδομούμενου γωνιαίου οικοπέδου.

 

12. Επειδή προβάλλεται ότι στο υποβληθέν προς έκδοση της προσβαλλομένης αδείας τοπογραφικό διάγραμμα δεν εμφανίζεται η οικοδομή που έχουν ανεγείρει οι αιτούσες στο όμορο προς το επίμαχο οικόπεδό τους. Ο λόγος όμως αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος, προεχόντως ως αλυσιτελής, δοθέντος ότι το γεγονός και μόνον ότι οι αιτούσες έχουν ανεγείρει οικοδομή επί του οικοπέδου τους, αφήνοντας, κατά τα επιβαλλόμενα από το τότε ισχύον καθεστώς, ακάλυπτο χώρο καθ' όλο το μήκος του οπισθίου ορίου του οικοπέδου τούτου, δεν αρκεί, πάντως, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, για να καταστήσει παράνομη την προσβαλλόμενη άδεια κατά το μέρος που αφορά την τοποθέτηση της ανεγειρόμενης οικοδομής στο επίμαχο γωνιαίο οικόπεδο και την συνακόλουθη θέση του αφεθέντος στο οικόπεδο αυτό ακαλύπτου χώρου.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.

 

Δέχεται τις ασκηθείσες από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, την κοινοπραξία __________ και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας παρεμβάσεις.

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου.

 

Επιβάλλει εις βάρος των αιτουσών τη δικαστική δαπάνη του Δήμου Αθηναίων, ανερχομένη στο ποσό των 14.000 δραχμών, τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, ανερχομένη ομοίως στο ποσό των 14.000 δραχμών, τη δικαστική δαπάνη της κοινοπραξίας __________, ανερχομένη στο ποσό των 19.600 δραχμών και τη δικαστική δαπάνη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, ανερχομένη ομοίως στο ποσό των 19.600 δραχμών.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10-11-1998 και 06-04-1999 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20-04-1999.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.