Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1258/2000
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 01-12-1999, με την εξής σύνθεση: Κ.Γ. Χαλαζωνίτης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Κ. Μενουδάκος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Ν. Ρόζος, Αθανάσιος Ράντος, Σύμβουλοι, Δ. Αλεξανδρής, Μ. Κωνσταντινίδου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.
Δια να δικάσει την από 07-01-1997 αίτηση: των:
1) Εταιρείας με την επωνυμία Business Center of Athens (BCA) Επιχειρησιακών Σπουδών και Τουριστικών Επιχειρήσεων Ανώνυμη Εταιρεία που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Δημητρέσσας αριθμός 4,
2) Εταιρείας με την επωνυμία Αθηναϊκό Κέντρο Επιχειρησιακών Σπουδών Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης, που εδρεύει στο Παλαιό Ψυχικό Αττικής, οδός Μαραθωνοδρόμων και Ελικώνα αριθμός 2, οι οποίες παρέστησαν με την δικηγόρο Πατρίνα Παπαρηγοπούλου (Αριθμός Μητρώου 13844), που την διόρισαν με πληρεξούσιο,
κατά των:
1) Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Αθηνών - Πειραιώς και
2) Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων,
οι οποίοι παρέστησαν με την Β. Δούσκα, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, και κατά του παρεμβαίνοντος Δήμου Ψυχικού Αττικής, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Παναγιώτα Λιάκου - Σιλβεστρίδη (Αριθμός Μητρώου 4024), που την διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες ζητούν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 116/681/1996 απόφαση της Επιτροπής Κρίσεως Αυθαιρέτων του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 291/Δ/1983) του Τομέα Ανατολικής Αττικής της Νομαρχίας Αθηνών - ΝΑ Αθηνών Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η ένστασή τους κατά της από 26-09-1996 εκθέσεως αυτοψίας - αποφάσεως σφραγίσεως της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης Αθηνών - Πειραιώς, Νομαρχίας Αθηνών. Τομέας Ανατολικής Αττικής, Διευθύνσεως Πολεοδομίας, Τμήμα Ελέγχου κατασκευών και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγητού, Παρέδρου Μ. Κωνσταντινίδου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία των αιτουσών εταιρειών, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, την πληρεξουσία του παρεμβαίνοντος Δήμου, την αντιπρόσωπο της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως και του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,
Είδε τα σχετικά έγγραφα και
σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (υπ' αριθμούς 5850101, 5850102/1997 διπλότυπα Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, υπ' αριθμούς 2318239, 7178697/1997 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση η οποία εισάγεται στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, με πράξη του Προέδρου του, λόγω σπουδαιότητος, ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμόν 116/681/1996 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 291/Δ/1983) με την οποία απορρίφθηκε ένσταση των αιτουσών εταιρειών κατά της από 26-09-1996 εκθέσεως αυτοψίας υπαλλήλων Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, με την οποία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 της υπ' αριθμόν 44242/2361/1989 Κοινής Υπουργικής Αποφάσεως των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Δημοσίας Τάξεως (ΦΕΚ 380/Β/1989) διαπιστώθηκε η αλλαγή χρήσεως ακινήτου στις οδούς Μαραθωνοδρόμων και Ελικώνα στο Παλαιό Ψυχικό από κατοικία σε χώρο Εργαστηρίου Ελευθέρων Σπουδών και επιβλήθηκε η σφράγιση του ακινήτου αυτού το οποίο φέρονται να εκμεταλλεύονται οι αιτούσες εταιρείες ως Εργαστήριο Ελευθέρων Σπουδών.
3. Επειδή με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1968/1991 (ΦΕΚ 150/Α/1991), με την οποία προσετέθη παράγραφος 8 στο άρθρο 14 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 170/1973 (ΦΕΚ 229/Α/1973), όπως τούτο αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 16 του νόμου [Ν] 702/1977 (ΦΕΚ 268/Α/1977) και την παράγραφο 7 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1470/1984 (άρθρο 14 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989)), στο Ε' Τμήμα υπάγονται οι κατηγορίες υποθέσεων που αφορούν:
{α) στην νομοθεσία περί προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος... ε) στη νομοθεσία περί χωροταξίας, περί εγκρίσεως, τροποποιήσεως και επεκτάσεως σχεδίων πόλεων, γενικών πολεοδομικών σχεδίων και μελετών, επιβολής όρων και περιορισμών δομήσεως καθορισμού ζωνών ενεργού πολεοδομίας και αστικού αναδασμού, ζωνών ειδικής ενίσχυσης και ειδικών κινήτρων και ζωνών οικιστικού ελέγχου, πλην των αφορωσών σε οικοδομικές άδειες και πράξεις χαρακτηρισμού αυθαιρέτων...}
Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών ο κύριος κορμός της δικαιοδοσίας του Τμήματος είναι πλέγμα αλληλένδετων αρμοδιοτήτων με συνεκτικό ιστό την αποτελεσματική δικαστική προστασία του περιβάλλοντος, φυσικού και ανθρωπογενούς, υπό την σύγχρονη ευρεία αυτού έννοια, όπως αυτή καθορίζεται και στο άρθρο 24 του Συντάγματος, περιλαμβάνουσα και το οικιστικό περιβάλλον, δηλαδή τις υποθέσεις χωροταξίας και πολεοδομίας, αλλά και στη σύγχρονο επιστήμη του περιβάλλοντος και στη διεθνή πρακτική.
4. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση είχε εκδοθεί κατ' επίκληση και εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του νόμου 1650/1986 Για την προστασία του περιβάλλοντος (ΦΕΚ 160/Α/1986), ήτοι κατ' εφαρμογή διατάξεων εντασσομένων προεχόντως στο πλαίσιο της νομοθεσίας προστασίας του περιβάλλοντος. Κατά συνέπειαν αρμοδίως επιλαμβάνεται της προκειμένης διαφοράς το Ε' Τμήμα.
5. Επειδή στη δίκη παρεμβαίνει με έννομο συμφέρον ο Δήμος Παλαιού Ψυχικού.
6. Επειδή κατά γενική αρχή του Κράτους δικαίου, συναγόμενη ιδίως από τη συνταγματική αρχή της ισονομίας του άρθρου 4 του Συντάγματος αλλά και κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, το οποίο κατά την ορθή έννοιά του επιτάσσει τη θέσπιση αποτελεσματικού δικαίου προστασίας του περιβάλλοντος, φυσικού και οικιστικού, προκύπτει ότι οι κυρώσεις, οι οποίες συνοδεύουν την θέσπιση των κανόνων του δικαίου τούτου και τους καθιστούν αποτελεσματικούς, πρέπει να θεσπίζονται κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό, άνευ διακρίσεων και επιλεκτικών εφαρμογών.
Ειδικώς δε προκειμένου περί πολεοδομικών διατάξεων, το συναφές σύστημα κυρώσεων πρέπει κατ' εξοχήν να είναι αποτελεσματικό και άρα, η εφαρμογή των οικείων κυρώσεων πρέπει να είναι γενική και αντικειμενική και να άγη εις υποχρεωτική ματαίωση της επιχειρούμενης παραβάσεως άνευ εξαιρέσεων ή διακριτικής μεταχειρίσεως των παραβατών.
7. Επειδή με την μεν παράγραφο 5 του άρθρου 22 του νόμου 1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986) ορίσθηκε ότι:
{Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη έκθεση της αρμόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου, μπορεί να ορίζονται, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους, περιοχές της χώρας, οικισμοί ή τμήματα οικισμών στα οποία, σε περίπτωση χρήσεων των ακινήτων διαφορετικών από εκείνες που προβλέπονται από τις ισχύουσες στην περιοχή πολεοδομικές διατάξεις επιβάλλεται η σφράγισή τους μέχρι ένα χρόνο και σε περίπτωση υποτροπής οριστικά πέραν από την επιβολή άλλων κυρώσεων που προβλέπουν οι εκάστοτε ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Στις πιο πάνω περιοχές για κάθε χρήση η αλλαγή χρήσεως ακινήτου απαιτείται η βεβαίωση της οικείας πολεοδομικής υπηρεσίας ότι η συγκεκριμένη χρήση είναι σύμφωνη με τις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες για την περιοχή χρήσεις. Η βεβαίωση αυτή είναι πέραν από τα τυχόν απαιτούμενα από άλλες διατάξεις σχετικά δικαιολογητικά.}
με την δε παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου ορίσθηκε ότι:
{Με απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία διαπίστωσης της παράβασης, ο τρόπος και η διαδικασία σφράγισης του κτίσματος, η τυχόν υποβολή ενστάσεων κατά της απόφασης σφράγισης, η εκδίκασή τους, τα όργανα κρίσεως και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Εις εκτέλεση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διατάξεως εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 44242/2361/1989 κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με την οποία ρυθμίζονται λεπτομερώς ο τρόπος και η διαδικασία διαπιστώσεως της παραβάσεως, η διαδικασία υποβολής και εκδικάσεως ενστάσεων και της συντασσόμενης εκθέσεως αυτοψίας, καθώς και η διαδικασία σφραγίσεως και αποσφραγίσεως των ακινήτων ή χώρων όπου είναι εγκατεστημένες οι παράνομες χρήσεις.}
8. Επειδή το ανωτέρω κυρωτικό σύστημα, ενώ ρυθμίζεται εξαντλητικά από το νόμο και την εις εκτέλεση αυτού εκδοθείσα κοινή υπουργική απόφαση, δεν έχει τον κατά τα προεκτεθέντα απαιτούμενο κατά το Σύνταγμα γενικό και αντικειμενικό χαρακτήρα. Διότι επιτρέπει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων την επιλεκτική εφαρμογή της κυρώσεως της σφραγίσεως των παρανόμων χρήσεων, εξαρτώμενη εκ της υπ' αυτού αξιολογήσεως του χαρακτήρος του οικισμού και της ανάγκης προστασίας του. Τούτο όμως ακριβώς αποκλείεται από τις ως άνω συνταγματικές αρχές και κανόνες. Διότι, προδήλως, η ανάγκη ματαιώσεως των παρανόμων χρήσεων, είναι η αυτή για όλους τους οικισμούς της χώρας, ανεξαρτήτως του χαρακτήρος των, επιβαλλομένη ρητώς και από το άρθρο 24 του Συντάγματος, το οποίο εγγυάται τους αρίστους δυνατούς όρους διαβιώσεως για κάθε οικισμό. Μη υφισταμένου, επομένως, λόγου διαφοροποιήσεως μεταξύ οικισμών της χώρας από της εξεταζόμενης πλευράς, είναι μη εφαρμοστέα, ως ανίσχυρη, η ρήτρα της διατάξεως του άρθρου 22 παράγραφος 5 του νόμου 1650/1986, η οποία εξαρτά την εφαρμογή της κυρώσεως της σφραγίσεως από την προηγούμενη έκδοση αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων περί υπαγωγής του συγκεκριμένου οικισμού ή τμήματος αυτού στις διατάξεις του νόμου.
9. Επειδή το από [ΠΔ] 28-03-1924 προεδρικό διάταγμα Περί Οικοδομικού Κανονισμού Συνοικισμού Ψυχικού (ΦΕΚ 84/Α/1924), το οποίο εκδόθηκε βάσει της εξουσιοδοτήσεως που παρέχουν τα άρθρα 9 και 11 του 17-02-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων ορίζει στο άρθρο 17 παράγραφος 1, κατά τρόπο θετικό, ότι στην περιοχή του αιτούντος Δήμου επιτρέπεται η χρησιμοποίηση των κτιρίων μόνο για κατοικίες (ΣτΕ 1638/1967, 1402/1980), τέτοια δε πρόβλεψη περιέχεται και στο 14-09-1979 προεδρικό διάταγμα Περί αναθεωρήσεως των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Ψυχικού (ΦΕΚ 553/Δ/1979), που εκδόθηκε βάσει των ίδιων νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων και έχει την ίδια τυπική δύναμη με τον Οικοδομικό Κανονισμό Συνοικισμού Ψυχικού.
Ειδικότερα στο άρθρο 3 του τελευταίου αυτού διατάγματος (της 14-09-1979) ορίζονται τα εξής:
{1. Εντός της δια του άρθρου 1 του παρόντος καθοριζομένης περιοχής της Κοινότητος Παλαιού Ψυχικού, απαγορεύεται η ανέγερσις Βιομηχανιών, Βιοτεχνιών, Αποθηκών επαγγελματικής χρήσεως, Σταύλων, Ορνιθοτροφείων και πάσης άλλης παρεμφερούς χρήσεως εγκαταστάσεως.
2. Άλλες χρήσεις πλην κατοικίας επιτρέπονται μόνον στις στο συγκεκριμένο σχέδιο καθοριζόμενες θέσεις. Η θέσις, η διάταξις και οι διαστάσεις των ανεγειρομένων κτιρίων τα οποία προορίζονται δια τις χρήσεις αυτές ορίζονται υπό των ειδικών προεδρικών διαταγμάτων...}
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η χρησιμοποίηση των κτιρίων στην περιοχή του αιτούντος Δήμου επιτρέπεται κατ' αρχήν μόνο για κατοικίες, δηλαδή για μόνιμη εγκατοίκηση ανθρώπων. Άλλες χρήσεις, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 (για τις οποίες θεσπίζεται απόλυτη απαγόρευση), επιτρέπονται μόνο στις ειδικές θέσεις που προβλέπει το ισχύον σχέδιο (ΣτΕ 4582/1995, 4390/1985, 1638/1967).
10. Επειδή εν προκειμένω με την από 26-09-1996 έκθεση αυτοψίας υπαλλήλων της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, διαπιστώθηκε η μεταβολή της χρήσεως του επιδίκου ακινήτου στις οδούς Μαραθωνοδρόμων και Ελικώνα στο Παλαιό Ψυχικό από κατοικία σε χώρο Εργαστηρίου Ελευθέρων Σπουδών και επιβλήθηκε επί τη βάσει των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του νόμου 1650/1986, η σφράγισή του, λόγω διαφορετικής χρήσεως από τις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες στην περιοχή πολεοδομικές διατάξεις. Ένσταση των αιτουσών κατά της ανωτέρω εκθέσεως αυτοψίας απορρίφθηκε με την υπ' αριθμόν 116/681/1996 προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 291/Δ/1983).
11. Επειδή, εν όψει των προαναπτυχθέντων η εν προκειμένω εφαρμογή της κυρώσεως της σφραγίσεως της παρανόμου χρήσεως μετά την διαπιστωθείσα με την ανωτέρω έκθεση αυτοψίας παράβαση, ήταν υποχρεωτική για τη Διοίκηση. Συνεπώς η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 116/681/1996 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος, με την οποία απορρίφθηκε ένσταση των αιτουσών εταιρειών κατά της από 26-09-1996 εκθέσεως αυτοψίας είναι νόμιμη, είναι δε απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως με τους οποίους πλήττεται η επιβολή της ανωτέρω σφραγίσεως, καθώς και οι λόγοι ακυρώσεως περί καταχρήσεως εξουσίας και παραβιάσεως των αρχών της χρηστής Διοικήσεως, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ισότητας.
12. Επειδή το υπό του άρθρου 5 του Συντάγματος προστατευόμενο δικαίωμα της επαγγελματικής ελευθερίας, στην οποία περιέχεται και η ελευθέρα επιλογή του τόπου εργασίας, ασκείται, κατά παγία νομολογία, εντός των πλαισίων και υπό τις προϋποθέσεις όρους και περιορισμούς που τίθενται από το νόμο χάριν προστασίας του δημοσίου συμφέροντος. Εξ' άλλου με το άρθρο 24 του Συντάγματος θεσπίζεται υποχρέωση του κράτους προς ορθολογική χωροταξία και πολεοδομικό σχεδιασμό προς επίτευξη των καλυτέρων δυνατών όρων διαβιώσεως. Ο καθορισμός των προσηκουσών σε κάθε περίπτωση χρήσεων γης, οι οποίες αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του πολεοδομικού σχεδιασμού, από το οποίο εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η ποιότητα ζωής στην πόλη, πρέπει να γίνεται κατά τρόπο ορθολογικό, συμφώνως προς πολεοδομικά κριτήρια και χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Ο κατά τα ανωτέρω καθορισμός των χρήσεων γης δεν αποτελεί ανεπίτρεπτο περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας, αλλά αντιθέτως το αναγκαίο νομικό πλαίσιο, για την προσήκουσα άσκηση εκάστου επαγγέλματος κατά τρόπο συμβατό προς το δημόσιο συμφέρον. Κατά συνέπεια, οι ρυθμίσεις των από [ΠΔ] 28-03-1924 (ΦΕΚ 84/Α/1924) και από 14-09-1979 (ΦΕΚ 553/Δ/1979) προεδρικών διαταγμάτων κατά τις οποίες οι οικοδομές που θα ανεγείρονται στην περιοχή του Δήμου Ψυχικού πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς και μόνο για κατοικίες, είναι σύμφωνες με την πραγμάτωσή της κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος υποχρεώσεως του Κράτους προς επίτευξη αρίστων όρων διαβιώσεως και ποιότητας ζωής στους οικισμούς, δεν αντιστρατεύονται δε, την κατά το άρθρο 5 του Συντάγματος προστασία της επαγγελματικής ελευθερίας είναι συνεπώς αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της αιτούσης.
13. Επειδή συνεπώς η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
Δέχεται την παρέμβαση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στις αιτούσες τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε 14.000 δραχμές και του παρεμβαίνοντος που ανέρχεται σε 19.600 δραχμές.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10-12-1999 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23-03-2000.