Προεδρικό διάταγμα 18/89 - Άρθρο 19

Άρθρο 19: Κατάθεση δικογράφου


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η κατάθεση του δικογράφου γίνεται με την παράδοση του πρωτοτύπου στη Γραμματεία και την άμεση καταχώριση, κατά τη χρονολογία και τη σειρά που παραδίδεται, σε ειδικό βιβλίο στο οποίο υπογράφει ο καταθέτης.

 

2. Η κατάθεση του δικογράφου μπορεί να γίνει και σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή. Όταν ασκείται το ένδικο μέσο από δημόσια αρχή, η κατάθεση του δικογράφου μπορεί να γίνει σε οποιαδήποτε άλλη αρχή, όχι όμως στην ίδια.

 

Το δικόγραφο όμως καταχωρίζεται στο πρωτόκολλο της αρχής. Για την κατάθεση συντάσσεται στο σώμα του δικογράφου πράξη με τον αριθμό του πρωτοκόλλου και τη χρονολογία, την οποία υπογράφουν ο υπάλληλος που παρέλαβε το δικόγραφο και ο καταθέτης.

 

Αν το δικόγραφο υπογράφεται από δικηγόρο, αναγράφεται η ηλεκτρονική του διεύθυνση. Στο δικόγραφο περιέχεται και συνοπτική έκθεση των τιθέμενων νομικών ζητημάτων, η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λέξεις. Ο Κανονισμός του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να καθορίζει το περιεχόμενο της έκθεσης. Η υποχρέωση αυτή δεν αφορά την αίτηση αναστολής. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει στον διάδικο, ο οποίος δεν τήρησε την ως άνω υποχρέωση και ηττήθηκε, αυξημένη δικαστική δαπάνη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 39 του παρόντος διατάγματος. Η αυξημένη δικαστική δαπάνη του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται επίσης στον διάδικο που ηττήθηκε, εάν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, το δικόγραφό του υπερβαίνει σε έκταση το αναγκαίο μέτρο εν όψει των τιθέμενων με το ένδικο βοήθημα ή μέσο ζητημάτων. Αν ο διάδικος νικήσει, το δικαστήριο μπορεί να μην επιδικάσει δικαστική δαπάνη υπέρ αυτού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 41 του νόμου 4055/2012 (ΦΕΚ 51/Α/2012), με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του νόμου [Ν] 4446/2016 (ΦΕΚ 240/Α/2016).

 

3. Το δικόγραφο αποστέλλεται χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας και καταχωρίζεται στο παραπάνω βιβλίο, όπου και αναφέρονται τα στοιχεία του διαβιβαστικού εγγράφου στη θέση της υπογραφής του καταθέτη.

 

4. Με το πρωτότυπο του δικογράφου υποβάλλονται δύο αντίγραφά του και αντίγραφο της προσβαλλόμενης ατομικής διοικητικής πράξης ή της δικαστικής απόφασης, εφόσον έχουν κοινοποιηθεί. Μέχρις ότου υποβληθεί το αντίγραφο μπορεί να αναβληθεί ο ορισμός της δικασίμου.

 

5. Η έφεση ασκείται δια καταθέσεως του δικογράφου στη Γραμματεία του δικαστηρίου το οποίο έχει εκδώσει την εκκαλούμενη απόφαση. Για την κατάθεση συντάσσεται έκθεση σε ιδιαίτερο βιβλίο, την οποία υπογράφει και αυτός που καταθέτει. Η έφεση μαζί με τον οικείο φάκελλο διαβιβάζεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας αμελλητί με φροντίδα του Γραμματέα.

 

6. Ειδικά οι αιτήσεις αναιρέσεως κατ' αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων κατατίθενται στη Γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, η οποία συντάσσει στο πρωτότυπο του δικογράφου σχετική πράξη κατάθεσης και στη συνέχεια διαβιβάζει σε δέκα ημέρες το πολύ στο Συμβούλιο της Επικρατείας το δικόγραφο με το φάκελο της υπόθεσης.

 

7. Η πράξη καταθέσεως των δικογράφων που προβλέπεται από τις προηγούμενες παραγράφους, είναι έγκυρη και όταν συντάσσεται με ιδιαίτερο έγγραφο. Στην περίπτωση αυτήν, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ημερομηνίας που αναγράφεται στην πράξη και εκείνης που προκύπτει από το βιβλίο καταθέσεως ενδίκων μέσων ή από το πρωτόκολλο ή το βιβλίο διεκπεραιώσεως (εισερχομένων εξερχομένων εγγράφων) της αρχής ή του δικαστηρίου, στο οποίο έγινε η κατάθεση ή στο οποίο διαβιβάστηκε το δικόγραφο. Το εμπρόθεσμο του δικογράφου κρίνεται από το σχετικό βιβλίο καταθέσεως.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 προστέθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1968/1991 (ΦΕΚ 150/Α/1991).

 

8. Το ένδικο μέσο ή βοήθημα μπορεί να υποβάλλεται και με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 150/2001 (ΦΕΚ 125/Α/2001). Το ένδικο μέσο ή βοήθημα που έχει υποβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι κατατέθηκε, εφόσον επιστραφεί στον αποστολέα του εγγράφου από το δικαστήριο ηλεκτρονική απόδειξη που φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια, και περιέχει και την έκθεση κατάθεσης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του νόμου 4055/2012 (ΦΕΚ 51/Α/2012).

 

9. Το ένδικο μέσο ή βοήθημα υποβάλλεται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από την 01-01-2021 και είναι έγκυρο εφόσον φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014 (ΕΕ L 257).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 9 προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 75 του νόμου 4635/2019 (ΦΕΚ 167/Α/2019).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.