Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 956/1971 (16-11-1971)
Αριθμός ερωτήματος: Το υπ' αριθμό πρωτοκόλλου Ε14958/19-08-1971 του Υπουργείου Δημοσίων Έργων / Υπηρεσία Οικισμού - Διεύθυνση Ε3/γ.
Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται 1), εάν εν όψει του άρθρου 79 παράγραφος 17 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955, υπάγεται στις περί εξαιρέσεως από της κατεδαφίσεως διατάξεις του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 410/1968, αυθαίρετος εκτός εγκεκριμένου σχεδίου οικοδομή, περιληφθείσα βραδύτερο εντός του ρυμοτομικού σχεδίου και αντικείμενη στους ορούς δομήσεως αυτού και 2) αν υποχρεούται στην εισφορά του νόμου τούτου ο ιδιοκτήτης αυθαιρέτου εκτός σχεδίου οικοδομής, που υπάχθηκε στο σχέδιο ρυμοτομίας και που πληροί τους ορούς δομήσεως αυτού.
Απάντηση Ερωτήματος: Επί του πρόσθεν ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:
Κατά το άρθρο 52 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π., κάθε οικοδομή και εκτέλεση οιασδήποτε εργασίας δομήσεως ή κατασκευής υπόκειται εις τον έλεγχο του Κράτους και δια την ανέγερση, επισκευή ή κατεδάφιση τούτων υπό οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, απαιτείται ή προηγουμένη έγγραφη αδεία της αρμοδίας υπηρεσίας, χορηγούμενη κατά τα στο επόμενο άρθρο 53 ως τροποποιήθηκε δια του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 194/1969 οριζόμενα, εν οις και η καταβολή των υπό των σχετικών ειδικών διατάξεων προβλεπομένων τελών (παράγραφος 5 άρθρου 53).
Εξ άλλου δια μεν του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 410/1968 περί αυθαιρέτων οικοδομικών κατασκευών, προβλέπεται η δυνατότητα της κατά την οριζόμενη διαδικασίαν εξαιρέσεως από των περί κατεδαφίσεως αυθαιρέτων κτισμάτων διατάξεων, των μέχρι της ισχύος του νόμου τούτου εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων ή κωμών ανεγερθεισών αυθαιρέτων οικοδομών η τμημάτων αυτών,υπό τούς περαιτέρω στο άρθρο τούτο τιθεμένους ορούς και προϋποθέσεις, εν αις και ότι το αυθαίρετο κτίσμα δεν ανεγέρθηκε επί κοινοχρήστου χώρου κατά την έννοια της παραγράφου 2 άρθρο 3 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (βασιλικό διάταγμα της 09-08-1955). Δια δε του άρθρου 2 του αυτού αναγκαστικού νόμου 410/1968, στους κατά την έναρξη της ισχύος του κυρίους ή συγκυρίους κτιρίων η τμημάτων αυτών, ανεγερθέντων εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων ή κωμών μετά την ισχύ του ως άνω Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, άνευ αδείας ή καθ' υπέρβαση αυτής ή βάσει αδείας κριθείσης ακολούθως ως εν όλω ή εν μέρει μη συμφώνου προς τις κείμενες διατάξεις, είτε τα κτίσματα ταύτα πληρούν τούς ισχύοντες πολεοδομικούς ορούς είτε αντίκεινται μεν προς τούτους,αλλά εξαιρέθηκαν της κατεδαφίσεως κατά την διαδικασία του άρθρου 1 του άνω νόμου, επιβάλλεται η υποχρέωσις αφ' ενός καταβολής της κατά τις εν παράγραφο 3 του άρθρου τούτου διακρίσεις καθοριζόμενης εισφοράς υπέρ του Δημοσίου και αφ' ετέρου υποβολής εις την αρμόδια Οικονομική Εφορία δηλώσεως, περί της κατά τ' άνω άνευ αδείας η καθ' υπέρβαση ταύτης γενόμενης κατασκευής, εντός της δια της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου οριζόμενης και της προθεσμίας που παρατάθηκε δια του άρθρου 4 του νομοθετικού διατάγματος 194/1969 μέχρι 31-12-1969, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας η ειρημένη εισφορά τριπλασιάζεται.
Περαιτέρω κατά το άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος της 18-03-1926 περί αυθαιρέτων κατασκευών κ.λ.π. και την πάγια περί της έννοιας αυτού νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, δια τον χαρακτηρισμό κτίσματος ως αυθαιρέτου και κατεδαφιστέου απαιτείται η συνδρομή αμφοτέρων των στο άρθρο τούτο προϋποθέσεων ήτοι το μεν έλλειψη κανονικής οικοδομικής αδείας ή υπέρβασις της χορηγηθείσης, το δε αντίθεση του κτίσματος προς τούς δια των εκάστοτε ισχυουσών πολεοδομικών διατάξεων επιβαλλόμενους ορούς και περιορισμούς δόμησης (ΣτΕ 58/1963, 285/1963, 1315/1963, 1424/1963, 1725/1963, 306/1962, 1762/1962, 1764/1962,1418/1961, 1546/1961, 1748/1961 κ.α.).
Τέλος κατά την παράγραφο 17 του άρθρου 79 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955, {θεωρείται ως νομίμως υφιστάμενο κτίριο τι: α) εάν προϋπήρχε της ισχύος του σχεδίου ρυμοτομίας και των σχετικών κανονισμών, β) εάν είναι προσαρμοσμένο προς το σχέδιον ρυμοτομίας και τις προ της ισχύος του παρόντος υφιστάμενες διατάξεις και γ) εάν έχει γίνει κατόπιν αδείας της Αρχής και κατά τούς ορούς της αδείας ταύτης.}
II. Δια του αναφερθέντος άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 410/1968 ρητώς ορίζεται, ότι στην δι' αυτού θεσπισθείσα διαδικασία και ορούς εξαιρέσεως από της κατεδαφίσεως υπάγονται, τα μέχρι της ισχύος του νόμου τούτου εντός των εγκεκριμένων σχεδίων ρυμοτομίας αυθαίρετα κτίσματα, εφόσον δεν καταλαμβάνουν κοινοχρήστους χώρους του οικείου σχεδίου. Συνεπώς υπό την τελευταία ταύτη προϋπόθεση δια την εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως αρκεί, ότι αυθαίρετη υπό την προεκτεθείσα έννοια κατασκευή περιλαμβάνεται κατά την έναρξη του νόμου στο εγκεκριμένο σχέδιον, ασχέτως αν κατά τον χρόνον της ανέγερσής της βρισκόταν εκτός σχεδίου. Η τοιαύτη δε νομοθετική αντιμετώπιση του θέματος προήλθε εκ της ανάγκης που επισημαίνεται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, επίλυσης του προβλήματος των στο παρελθόν γενομένων αυθαιρέτων κτισμάτων, δια της νομιμοποιήσεως των εντός των εγκεκριμένων σχεδίων κειμένων.
Κατά ταύτα ή απάντησες εις το πρώτον ερώτημα είναι καταφατική, ότι δηλαδή η οικοδομή που συγκεντρώνει τούς όρους που προεκτέθηκαν, υπάγεται στην ρύθμιση του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 410/1968, εφόσον όμως εν εκάστη συγκεκριμένη περιπτώσει δεν συντρέχει προϋπόθεση εκ των εν παράγραφο 17 του άρθρου 79 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955, ως εκ της οποίας να θεωρείται κατά την διάταξη ταύτη νομίμως υφισταμένη η οικοδομή αυτή.
III. Δια του αναφερθέντος άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου 410/1968 επεβλήθη κατά τα εκτεθέντα υποχρέωσις,καταβολής της σε αυτό καθοριζομένης εισφοράς δια κτίρια η τμήματα αυτών, ανεγερθέντα άνευ της υπό των διατάξεων που σημειώθηκαν στην αρχή απαιτουμένης αδείας της αρμοδίας υπηρεσίας η καθ' υπέρβαση της χορηγηθείσης άδειας κ.λ.π.
Όρος της υποχρεώσεως ταύτης των ιδιοκτητών είναι κατά τα στο άνω άρθρο οριζόμενα, ότι τα κτίσματα ταύτα ανεγέρθησαν
εντός των εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων μετά τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό 1955 και μέχρι της ισχύος του ανωτέρω νόμου. Κατά την αληθή δε έννοια της διατάξεως στην ρύθμιση ταύτη υπάγονται, τα κατά την ισχύ του νόμου εντός σχεδίου ρυμοτομίας υφιστάμενα ως άνω κτίσματα, εφόσον ανεγέρθησαν μετά την αναφερθείσα χρονολογία, ασχέτως αν στο χρόνο της άνευ άδειας κ.λ.π. ανοικοδομήσεώς των βρίσκονταν εκτός των ορίων του σχεδίου. Διότι ως εκ της αιτιολογικής εκθέσεως του νόμου διασαφηνίζεται, το μέτρον της ανωτέρω εισφοράς επεβλήθη ως αντιστάθμισμα, αφενός των δαπανών χορηγήσεως της αδείας οικοδομής ως ο άνευ ταύτης εντός ή εκτός σχεδίου οικοδομήσας διέφυγε και αφετέρου της προσθέτου απασχολήσεως των κρατικών υπηρεσιών, δια τον έλεγχο και κατά τις διατάξεις του άνω νόμου ρύθμιση των ειρημένων εντός των εγκεκριμένων σχεδίων κτισμάτων. Αντίθετη εκδοχή θα οδηγούσε άνευ αποχρώντος λόγου στην απαλλαγή από της εισφοράς και των εντός σχεδίου περιληφθέντων αυθαιρέτων κτισμάτων, εξαιρουμένων της κατεδαφίσεως κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του ιδίου νόμου.
Συνεπώς και η άνευ άδειας εκτός σχεδίου οικοδομή, ανεγερθείσα μετά την ισχύ του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955 και προ του αναγκαστικού νόμου 410/1968 περιληφθείσα εις σχέδιον ρυμοτομίας, βαρύνεται δια της άνω εισφοράς και όταν κατά τα στο άρθρο 2 οριζόμενα δεν αντίκειται στους ορούς δομήσεως του οικείου σχεδίου, ως εκ της εκτεθείσης δικαιολογητικής αιτίας επιβολής της εισφοράς. Όθεν η στο δεύτερον ερώτημα απάντηση είναι καταφατική.
Ο Εισηγητής Νομικός Σύμβουλος.