Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 668/92

ΝΣΚ 668/1992


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 668/1992 (17-09-1992)

 

Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 74168/4506/1992 έγγραφο του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης, Διεύθυνσης Νομοθετικού Έργου.

 

Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται:

 

α) Αν είναι δυνατή η κατάτμηση οικοπέδου, που βρίσκεται μέσα στα όρια οικισμού κάτω των 2.000 κατοίκων και που έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, χωρίς να γίνει μεταβίβαση τμημάτων του σε τρίτον αλλά με απλή μονομερή πράξη του ιδιοκτήτη του,

 

β) αν με τη μεταβίβαση σε τρίτον ποσοστού εξ αδιαιρέτου τμήματος του παραπάνω οικοπέδου δημιουργείται νέο και αυτοτελές, άρτιο και οικοδομήσιμο οικόπεδο και

 

γ) αν η παραχώρηση σε κοινή χρήση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, λωρίδας του πιο πάνω οικοπέδου αποτελεί παράνομη κατάτμηση κατά τις διατάξεις του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος.

 

Επί του παραπάνω ερωτήματος η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:

 

Ι. Από τα στοιχεία που δίδονται με το ερώτημα προκύπτουν ειδικότερα τα εξής:

 

Στον οικισμό Αγίου Ισιδώρου Δήμου Πλωμαρίου Λέσβου, που έχει κατοίκους λιγότερους των 2.000 και οι όροι δόμησης του διέπονται από το από 24-04-1985 προεδρικό διάταγμα όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, το ελάχιστο εμβαδόν των κατά κανόνα αρτίων οικοπέδων έχει ορισθεί σε 900 m2. Μέσα στα όρια του οικισμού αυτού υπάρχει ενιαίο οικόπεδο συνολικής επιφάνειας 2.904,83 m2με πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο. Η ιδιοκτήτρια του οικοπέδου αυτού με συμβολαιογραφική πράξη διαίρεσε απλώς το παραπάνω οικόπεδο σε τρία τμήματα, εμβαδόν 900,5 m2, 900 m2, και 1.104,78 m2 αντίστοιχα, χωρίς να προβεί σε μεταβίβαση προς τρίτον, και με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη παραχώρησε σε κοινή χρήση, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 του παραπάνω προεδρικού διατάγματος, λωρίδα στο άκρο της μιας πλευράς του όλου οικοπέδου, πλάτους καθ' όλο το μήκος της 5,5 m και συνολικού εμβαδού 261,80 m2, η οποία αποτελεί μέρος των τριών πιο πάνω τμημάτων του οικοπέδου και στην οποία έχουν πρόσωπο και τα τρία αυτά τμήματα του οικοπέδου. Στη συνέχεια, για το ένα από τα τρία παραπάνω τμήματα του οικοπέδου η ιδιοκτήτρια αυτού συνήψε εργολαβική σύμβαση για ανέγερση οικοδομής με εργολήπτρια εταιρεία, η οποία και υπέβαλε στο Τμήμα Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών Λέσβου αίτηση για χορήγηση οικοδομικής άδειας.

 

ΙΙ. Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 42 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 17 του άρθρου 8 του νόμου 1512/1985 (ΦΕΚ 4/Α/1985), ορίζεται κατά λέξη, ότι:

 

{Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να εγκρίνεται η πολεοδόμηση και επέκταση οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2000 κατοίκους, να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και περιορισμοί δόμησης και τα ποσοστά εισφοράς σε γη... Επίσης με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ορίζεται ο τρόπος καθορισμού των ορίων και των όρων δόμησης των οικισμών πληθυσμού μέχρι 2.000 κατοίκους, προβλέπονται τα στοιχεία εκτίμησης κατά τον καθορισμό των ορίων..... κατηγορίες οικισμών καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια ...}

 

Κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων αυτών εκδόθηκε το από 24-04-1985 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 181/Δ/1985), με το οποίο καθορίζονται οι κατηγορίες των οικισμών όλης της Χώρας με κατοίκους λιγότερους των 2.000, ο τρόπος καθορισμού των ορίων των οικισμών αυτών και οι όροι δόμησής τους. Στο προεδρικό διάταγμα αυτό χρησιμοποιείται ο όρος οικόπεδο (βλέπε άρθρα 5 και 6 αυτού). Με τις παραγράφους 12 και 13 του άρθρου 2 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985)), ορίζεται κατά λέξη, ότι:

 

{Γήπεδο είναι η συνεχόμενη έκταση γης που αποτελεί αυτοτελές και ενιαίο ακίνητο και ανήκει σε έναν ή σε περισσότερους κυρίους εξ αδιαιρέτου. Οικόπεδο είναι κάθε γήπεδο, που βρίσκεται μέσα στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ή μέσα στα όρια οικισμού χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο.}

 

Παρόμοιο ορισμό του οικοπέδου περιείχαν και οι προγενέστεροι γενικοί οικοδομικοί κανονισμοί των ετών 1973 και 1955 στο άρθρο 4 παράγραφος 1.

 

Με τα άρθρα 1000, 1113, 793, 798 και 799 του Αστικού Κώδικα ορίζεται αντίστοιχα:

 

α) ότι ο κύριος του πράγματος μπορεί, εφόσον δεν προσκρούει στο νόμο ή σε δικαιώματα τρίτων, να το διαθέτει κατ' αρέσκεια και να αποκλείει κάθε ενέργεια άλλου πάνω σ' αυτό,

 

β) ότι, αν η κυριότητα του πράγματος ανήκει σε περισσότερους εξ αδιαιρέτου κατ' ιδανικά μέρη, εφαρμόζονται οι διατάξεις για την κοινωνία,

 

γ) ότι κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να διαθέσει το μερίδιό του αλλά για τη διάθεση ολόκληρου του κοινού αντικειμένου απαιτείται να συμπράξουν όλοι,

 

δ) ότι η λύση της κοινωνίας επέρχεται με διανομή και

 

ε) ότι, αν δεν συμφωνούν για τη διανομή όλοι οι κοινωνοί, κάθε κοινωνός μπορεί να απαιτήσει δικαστική διανομή.

 

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, ορίζεται, ότι κάθε οικόπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, ο οποίος πρέπει να έχει πλάτος τουλάχιστον 4 m και να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου. Όπου το πλάτος αυτό υπολείπεται των 4 m, για να είναι το οικόπεδο οικοδομήσιμο, πρέπει με συμβολαιογραφική πράξη να τεθεί στην κοινή χρήση λωρίδα οικοπέδου τόση, ώστε από το πρόσωπο του εναπομένοντος οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινόχρηστου χώρου να επιτυγχάνεται πλάτος τουλάχιστον 2 m. Με την παράγραφο 2 του ίδιου αυτού άρθρου ορίζονται τα εξής:

 

α) Υφιστάμενο οικόπεδο κατά την ισχύ του παρόντος διατάγματος που δεν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση, για να είναι οικοδομήσιμο, πρέπει να τεθεί από τον ιδιοκτήτη του σε κοινή χρήση με συμβολαιογραφική πράξη λωρίδα οικοπέδου πλάτους τουλάχιστον 4 m, που να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου, για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου, ο οποίος πρέπει να συνδέει το οικόπεδο με το υφιστάμενο σε κοινή χρήση δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού και για τη σύνδεση αυτή είναι δυνατόν να γίνεται παραχώρηση σε κοινή χρήση έκτασης που ανήκει σε γειτονικές ιδιοκτησίες, είτε απευθείας από τους κυρίους αυτών, είτε κατόπιν μεταβίβασης στον ενδιαφερόμενο ιδιοκτήτη του οικοπέδου που στερείται τη σύνδεση.

 

β) Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης ισχύουν και για τα οικόπεδα που δημιουργούνται από κατάτμηση, με την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο αυτών στον κοινόχρηστο χώρο θα είναι 12 m τουλάχιστον.

 

γ) Προϋπόθεση για την πραγματοποίηση της παραχώρησης της λωρίδας του οικοπέδου σε κοινή χρήση στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις, όταν το συνολικό μήκος αυτής υπερβαίνει τα 50 m, είναι η έγκρισή της από την αρμόδια για τη χορήγηση της οικοδομικής άδειας αρχή, η οποία κρίνει αν η θέση αυτής της έκτασης εξασφαλίζει τη δυνατότητα μελλοντικής ενσωμάτωσής της στο δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού.

 

Με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου ορίζεται κατά λέξη, ότι το:

 

{εναπομένον οικόπεδο μετά την παραχώρηση κατά τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εξακολουθεί να θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο όπως απομένει μετά την παραχώρηση.}

 

Με την παράγραφο 1)γ του άρθρου 5 του ιδίου προεδρικού διατάγματος ορίζεται, ότι για την αρτιότητα των γηπέδων προσμετράται και η τυχόν έκταση που παραχωρείται από τον ιδιοκτήτη για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου.

 

Με την παράγραφο 2)β του άρθρου 5 του ίδιου προεδρικού διατάγματος κατά λέξη ότι:

 

{Επιτρέπεται η ανέγερση κτιρίων με συντελεστή δόμησης που κλιμακώνεται προοδευτικά και ανάλογα με την επιφάνεια του οικοπέδου ως εξής:

 

για τα πρώτα 100 m2 επιφανείας του οικοπέδου, ο συντελεστής δόμησης ορίζεται σε 1.60.
για τα επόμενα 100 m2 επιφανείας του οικοπέδου, ο συντελεστής δόμησης ορίζεται σε 0.80.
για τα επόμενα 100 m2 επιφανείας του οικοπέδου, ο συντελεστής δόμησης ορίζεται σε 0.60.
για το πέραν των 300 m2 τμήμα επιφανείας του οικοπέδου, ο συντελεστής δόμησης ορίζεται σε 0.40.

 

Η συνολική επιφάνεια ορόφων στο οικόπεδο, για κύρια και βοηθητικά κτίρια, δεν μπορεί να υπερβεί τα 400 m2.}

 

Τέλος, με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π. ορίζεται κατά λέξη, ότι:

 

{δεν επιτρέπεται οιαδήποτε μεταβίβασις της κυριότητας μέρους ή του όλου γηπέδου, εφ' ου ο ιδιοκτήτης σχημάτισε ή ανεγνώρισε σχηματισθέντες τυχόν άνευ της θελήσεώς του κοινοχρήστους χώρους (ιδιωτικές οδούς και πλατείες κ.λ.π.) ή δεν σχημάτισε ουδέ ανεγνώρισε μεν τοιούτους, αλλά επιδιώκει τον σχηματισμόν ή την αναγνώριση των δια της τοιαύτης μεταβιβάσεως... Πάσα μεταβίβασις της κυριότητας γινομένη παρά τις ανωτέρω διατάξεις είναι αυτοδικαίως άκυρη.}

 

ΙΙΙ. Με βάση το αναφερόμενο παραπάνω υπό στοιχείο Ι ιστορικό και τις παρατιθέμενες υπό στοιχείο ΙΙ διατάξεις, η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατύπωσε τις ακόλουθες γνώμες στα τιθέμενα ερωτήματα:

 

1. Για το ερώτημα διαμορφώθηκαν στην Ολομέλεια οι εξής δύο γνώμες:

 

α. Κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, που απαρτίστηκε από τους Αντιπροέδρους Ε. Σαρακηνό και Α. Παπαντωνόπουλο και από τους Νομικούς Συμβούλους Στ. Αργυρόπουλο, Α. Χρυσανθακόπουλο, Λ. Παπίδα, Μ. Βεκρή, Κ. Παπακώστα, Ρ. Αντωνακόπουλο, Γ. Παπασωτηρίου, Ν. Γεράσιμο, Δ. Γριμάνη, Κ. Βολτή, Κ. Ηλιακοπούλου και Κ. Ντούση, προς την οποία (γνώμη) συντάχθηκαν και οι Πάρεδροι Η. Παπαδόπουλος και Ν. Κατσίμπας, στο ερώτημα αυτό (πρώτο) προσήκει η ακόλουθη απάντηση.

 

Όπως είναι πρόδηλο, ο όρος οικόπεδο χρησιμοποιείται στο από 24-04-1985 προεδρικό διάταγμα με τη γνωστή στην πολεοδομική νομοθεσία έννοιά του, από τον διδόμενο δε με τις αναφερόμενες παραπάνω διατάξεις ορισμό της έννοιας του οικοπέδου προκύπτει, ότι την ατομικότητα αυτού (οικοπέδου), ως πολεοδομικής μονάδας, δημιουργεί το ότι τούτο ως ενιαία έκταση γης ανήκει στον αυτόν ιδιοκτήτη ή σε περισσότερους συνιδιοκτήτες εξ αδιαιρέτου κατά ποσοστά συνιδιοκτησίας που είναι τα αυτά ως προς ολόκληρη την έκτασή του (βλέπε και ΣτΕ 46/1990, 2469/1982, 2223/1982, 2317/1979 και 3810/1978).

 

Έτσι, τα όρια του οικοπέδου προσδιορίζονται από τα όρια του ενιαίου ακινήτου που αποτελεί το αντικείμενο του αντίστοιχου με το οικόπεδο δικαιώματος κυριότητας ή συγκυριότητας. Απόρροια αυτών είναι, ότι, για να επέλθει κατάτμηση ενός οικοπέδου, θα πρέπει τμήμα ή τμήματα αυτού να μεταβιβαστούν κατά κυριότητα, με οποιοδήποτε νόμιμο τρόπο, σε τρίτο, ήτοι να μεταβληθούν, με βάση το δικαίωμα κυριότητας, τα αρχικά όρια του οικοπέδου.

 

Επομένως, με μονομερή πράξη του ιδιοκτήτη ενιαίου οικοπέδου, με την οποία δεν μεταβιβάζεται κατά κυριότητα σε τρίτο τμήμα του οικοπέδου, αλλά απλώς διαιρείται τούτο σε μερικότερα τμήματα, κατά τρόπο πολεοδομικώς αδιάφορο, δεν επέρχεται κατάτμηση του οικοπέδου, αφού ο ιδιοκτήτης της όλης συνεχόμενης έκτασης αυτού, και μετά την προαναφερόμενη διαίρεση, παραμένει ο ίδιος και συνεπώς η όλη αυτή έκταση εξακολουθεί να έχει τα χαρακτηριστικά στοιχεία που συγκροτούν κατά τον σαφή ορισμό του νόμου την έννοια του οικοπέδου (βλέπε και γνωμοδότηση 574/1987 της Συνέλευσης των Προϊσταμένων Νομικών Διευθύνσεων).

 

Κατ' ακολουθία τούτων, κατά τη γνώμη της αναφερόμενης παραπάνω πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στο πρώτο από τα τιθέμενα ερωτήματα προσήκει αρνητική απάντηση.

 

β. Κατά τη γνώμη όμως της μειοψηφίας, που απαρτίστηκε από τον Πρόεδρο Γ. Σγουρίτσα, τους Αντιπροέδρους Στ. Κωσταρόπουλο και Β. Ρεντζεπέρη και τους Νομικούς Συμβούλους Δ. Ράπτη και Ε. Βολάνη, στο πρώτο από τα τεθέντα ερωτήματα προσήκει η ακόλουθη απάντηση.

 

Η κατά τα παραπάνω ερμηνεία που δίδεται από την πλειοψηφία της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στις διατάξεις των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 2 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), κατά την οποία δεν είναι δυνατή η διαίρεση μείζονος εκτάσεως με μονομερή πράξη του ιδιοκτήτη, σε περισσότερα του ενός άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα, αλλά, τούτο μπορεί να γίνει μόνο με μεταβίβαση τμήματος αρτίου οικοπέδου σε τρίτο ή ποσοστού εξ αδιαιρέτου επί του τμήματος αυτού, δεν συμπορεύεται προς τα άρθρα 4 παράγραφος 1 και 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος 1975, που ορίζουν ότι:

 

{Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου}

 

και ότι:

 

{Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα εξ αυτής όμως δικαιώματα δεν δύναται να ασκούνται εις βάρος του γενικού συμφέροντος.}

 

Και τούτο γιατί, εφόσον από τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό και τις άλλες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας δεν απαγορεύεται η κατάτμηση μείζονος εκτάσεως, του αυτού ιδιοκτήτη, σε άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα και κατά την ορθότερη άποψη συνεχόμενα οικόπεδα του αυτού ιδιοκτήτη που αποκτήθηκαν με διαφορετικούς τίτλους κυριότητας δεν αποτελούν ένα ενιαίο οικόπεδο αλλά διατηρούν την αυτοτέλειά τους, (βλέπε γνωμοδότηση 430/1991 Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους), με την παραπάνω ερμηνευτική άποψη εισάγεται, χωρίς να υπάρχει ειδική αιτιολογία, ανεπίτρεπτη δυσμενής μεταχείριση σε βάρος του ιδιοκτήτη συνεχόμενων και εκ του αυτού τίτλου οικοπέδων, που ερείδεται στο συμπτωματικό γεγονός της αποκτήσεως εκτάσεως δι' ενός ή περισσοτέρων τίτλων και που έχει σαν αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις την μειωμένη δόμηση επί εκτάσεως που αποτελεί ενιαίο οικόπεδο έναντι ίσης ακριβώς εκτάσεως που αποτελεί περισσότερα του ενός οικόπεδα. Η αυτή όμως δυσμενής μεταχείριση υπάρχει και έναντι του ιδιοκτήτη περισσότερων μη συνεχόμενων οικοπέδων, ο οποίος δύναται σε κάθε οικόπεδό του να εξαντλήσει την επιτρεπόμενη δόμηση, ενώ ο ιδιοκτήτης συνεχομένων, ιδίου αριθμού και εκτάσεως αρτίων οικοπέδων, που θεωρούνται ενιαίο οικόπεδο, δικαιούται πολύ μικρότερη ή και την ίδια (την αντιστοιχούσα στο ένα μόνο οικόπεδο), όπως στην προκειμένη περίπτωση, δόμηση του οικοπέδου του.

 

Σημειώνεται, ότι η δυσμενής αυτή μεταχείριση ούτε ως θεμιτός περιορισμός της κυριότητας μπορεί να θεωρηθεί, λόγω ακριβώς, της αναιτιολόγητης διαφορετικής ρυθμίσεως ιδίων πραγμάτων, δηλαδή ομοίων οικοπέδων. Πέραν από τα παραπάνω, όμως, ή από τις πιο πάνω διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, προκύπτουσα ερμηνεία προσκρούει και στο συμπορευόμενο με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος, άρθρο 1000 του Αστικού Κώδικα, κατά το οποίο:

 

{Ο κύριος του πράγματος μπορεί, εφόσον δεν προσκρούει στο νόμο ή σε δικαιώματα τρίτων, να το διαθέτει κατ' αρέσκεια κ.λ.π.}

 

αλλά και εμφανίζει το νομοθέτη να υποθάλπει την δια ευχερών ενεργειών των ενδιαφερομένων καταστρατήγηση της βουλήσεώς του (αν είναι πράγματι αυτή), όπως π.χ. δια μεταβιβάσεως και ενός ακόμη χιλιοστού μεσαίου οικοπέδου, επί συνεχόμενων τριών αρτίων κατά την πολεοδομική νομοθεσία, να επιφέρουν κατάτμηση και να οικοδομούν ανεξάρτητα σε κάθε οικόπεδο, ή επί διανομής μείζονος εκτάσεως που ανήκει σε δύο ιδιοκτήτες εξ αδιαιρέτου και που διαιρείται σε περισσότερα άρτια οικόπεδα, η παραχώρηση σε κάθε κοινωνό, όχι συνεχόμενων οικοπέδων αλλά εναλλάξ από ένα οικόπεδο, να του επιτρέπει πλήρη δόμηση σε κάθε ένα, ενώ η παραχώρηση, στον ίδιο, δύο συνεχόμενων οικοπέδων να του επιτρέπει μειωμένη δόμηση και πλείστα άλλα παραδείγματα που δημιουργούν, ταυτόχρονα, και ζητήματα συνταγματικής τάξεως, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις.

 

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτό, ότι η από την ερμηνεία των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 2 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού προκύπτουσα, ως άνω, άποψη δεν είναι σύμφωνος προς το Σύνταγμα του 1975 και ότι, σε συμμόρφωση προς την εκ των άρθρων 4 παράγραφος 1 και 17 παράγραφος 1 συνταγματική επιταγή, είναι επιτρεπτή η κατάτμηση μείζονος εκτάσεως του αυτού ιδιοκτήτη σε περισσότερα του ενός άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα και με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση τούτου. Επομένως, κατά τη γνώμη της αναφερόμενης παραπάνω μειοψηφίας της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στο πρώτο από τα τιθέμενα ερωτήματα προσήκει θετική απάντηση.

 

2. Στο δεύτερο από τα τιθέμενα ερωτήματα, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, προσήκει η ακόλουθη απάντηση:

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 1000, 1113, 793, 798 και 799 του Αστικού Κώδικα προκύπτει, ότι είναι δυνατόν, σε συγκεκριμένο τμήμα ενιαίου οικοπέδου, να μεταβιβαστούν από τον ιδιοκτήτη ή τους συνιδιοκτήτες του οικοπέδου ποσοστά εξ αδιαιρέτου σε τρίτο πρόσωπο (βλέπε Γεωργιάδη - Σταθόπουλο, Ερμηνεία Αστικός Κώδικας, άρθρο 1113, αριθμός 14, Β. Βαθρακοκοίλη, Αναλυτική Ερμηνεία - Νομολογία Αστικού Κώδικα, Έκδοση 1989, Τόμος Β, σελίδα 1583, Άρειος Πάγος 207/1973, Νομικό Βήμα 21.1062, Άρειος Πάγος 1265/1976, Νομικό Βήμα 25.892, Άρειος Πάγος 875/78, ΕΕΝ 45.827, ΕΘ 461/1979, Αρμ. 1980.31, ΕΘ 1477/81, Αρμ 1982.15, ΕΑ 2529/1966, ΕΕΝ 34.338). Αν γίνει τέτοια μεταβίβαση, επέρχεται οπωσδήποτε κατάτμηση του οικοπέδου και το συγκεκριμένο τμήμα, στο οποίο μεταβιβάζεται ποσοστό εξ αδιαιρέτου, αποτελεί πλέον αυτοτελές οικόπεδο (βλέπε και ΣτΕ 2469/1982 και 3810/1978).

 

Έτσι, αν σε ένα από τα τρία τμήματα, στα οποία η ιδιοκτήτρια έχει διαιρέσει με μονομερή της πράξη το οικόπεδο του ερωτήματος, μεταβιβασθεί απ' αυτήν σε τρίτον οποιοδήποτε ποσοστό κυριότητας εξ αδιαιρέτου (ιδανικό μερίδιο), επέρχεται κατάτμηση του οικοπέδου και το τμήμα αυτό, για το οποίο θα γίνει μεταβίβαση ιδανικού μεριδίου, θα αποτελεί αυτοτελές οικόπεδο, αφού μετά τη μεταβίβαση αυτό το τμήμα θα ανήκει πλέον κατά συγκυριότητα στην αρχική ιδιοκτήτρια και στον τρίτο, ενώ τα άλλα δύο τμήματα θα ανήκουν αποκλειστικά στην αρχική ιδιοκτήτρια. Το πιο πάνω αυτοτελές οικόπεδο θα είναι και άρτιο, αφού κατά το διδόμενο ιστορικό έχει το εμβαδόν που ορίζεται για την κατά τον κανόνα αρτιότητα των οικοπέδων του οικισμού Αγίου Ισιδώρου Πλωμαρίου (900 m2). Το αυτοτελές αυτό οικόπεδο θα είναι και οικοδομήσιμο, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, εάν έχει πρόσωπο τουλάχιστον 12 m σε κοινόχρηστο χώρο με πλάτος 4 m τουλάχιστον.

 

3. Για το τρίτο από τα τιθέμενα ερωτήματα διατυπώθηκαν από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους οι εξής γνώμες:

 

Από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, που περιέχουν ρύθμιση εμπίπτουσα στην εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 42 του νόμου 1337/1983, προκύπτει, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομέλειας, ότι επιτρέπεται η παραχώρηση λωρίδας σε κοινή χρήση τόσο για τα οικόπεδα που υπήρχαν κατά την έναρξη ισχύος του Διατάγματος αυτού όσο και για τα οικόπεδα που προκύπτουν από μεταγενέστερη νόμιμη κατάτμηση. Απαιτείται όμως, ως προϋπόθεση της παραχωρήσεως και στις δύο αυτές περιπτώσεις, τα οικόπεδα να μην έχουν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο.

 

Επομένως, εφόσον το οικόπεδο του ερωτήματος, το οποίο κατά το διδόμενο πραγματικό έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, εξακολουθεί να είναι ενιαίο, δεν είναι επιτρεπτή η παραχώρηση λωρίδας του στην κοινή χρήση κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 του παραπάνω προεδρικού διατάγματος και αν γίνει τέτοια παραχώρηση θα εμπίπτει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος και θα είναι αυτοδικαίως άκυρη.

 

Κατ' ακολουθίαν τούτου, αφού στην προκείμενη περίπτωση, κατά τη γνώμη της αναφερόμενης παραπάνω (υπό στοιχεία ΙΙΙ.1)α) πλειοψηφίας της Ολομέλειας, με την μονομερή συμβολαιογραφική πράξη της ιδιοκτήτριας του οικοπέδου, με την οποία τούτο διαιρέθηκε σε τρία τμήματα, δεν επήλθε κατάτμηση, η παραχώρηση λωρίδας που έγινε με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη προσκρούει στην πιο πάνω απαγορευτική διάταξη και είναι αυτοδικαίως άκυρη.

 

Απεναντίας, κατά τη γνώμη της αναφερόμενης παραπάνω (υπό στοιχεία ΙΙΙ.1)β) μειοψηφίας, αφού στην προκείμενη περίπτωση με τη μονομερή πράξη της ιδιοκτήτριας του ενιαίου οικοπέδου επήλθε κατάτμηση αυτού σε τρία οικόπεδα, τα δύο από τα οποία δεν είχαν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, η παραχώρηση της εδαφικής λωρίδας που έγινε με την ίδια πράξη είναι σύννομη.

 

Πάντως, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομέλειας, εάν σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί παραπάνω (υπό στοιχεία ΙΙΙ.2) γίνει κατάτμηση του οικοπέδου με μεταβίβαση σε τρίτον οποιουδήποτε ιδανικού μεριδίου σε ένα από τα τρία άρτια τμήματα στα οποία έχει διαιρεθεί τούτο με τη μονομερή πράξη της ιδιοκτήτριας του και το νέο ή τα νέα πλέον αυτοτελή και άρτια οικόπεδα που θα προκύψουν από τη νόμιμη αυτή κατάτμηση δεν έχουν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, μπορεί να γίνει παραχώρηση εδαφικής λωρίδας των νέων αυτοτελών οικοπέδων στην κοινή χρήση και η παραχώρηση αυτή δεν θα προσκρούει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος αλλά θα είναι σύννομη, ως επιτρεπόμενη από τη νεότερη και ειδικότερη συνάμα διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, που όπως προεκτέθηκε βρίσκεται μέσα στα πλαίσια της σχετικής νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, και επιπροσθέτως η έκταση των νέων αυτοτελών οικοπέδων που θα παραχωρηθεί για τη δημιουργία κοινοχρήστου χώρου θα προσμετράται για την αρτιότητα των οικοπέδων αυτών. Η παραχώρηση όμως αυτή (της λωρίδας των οικοπέδων που θα προκύψουν από την κατάτμηση) τελεί υπό τις προϋποθέσεις, αφενός ότι το πρόσωπο των οικοπέδων αυτών στον κοινόχρηστο χώρο θα είναι τουλάχιστον 12 m και αφετέρου ότι θα εγκριθεί από την πολεοδομική αρχή η παραχώρηση, αν το συνολικό μήκος της εδαφικής λωρίδας υπερβαίνει τα 50 m.

 

Συνοπτικά, λοιπόν, στο τρίτο από τα τιθέμενα ερωτήματα προσήκουν σε απαντήσεις α) κατά μεν τη γνώμη της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ότι η παραχώρηση της εδαφικής λωρίδας που έγινε με τη μονομερή πράξη είναι αυτοδικαίως άκυρη, γιατί το οικόπεδο εξακολουθούσε να είναι ενιαίο και είχε πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, β) κατά δε τη γνώμη της μειοψηφίας, ότι η παραχώρηση αυτή είναι σύννομη, γιατί με τη μονομερή πράξη επήλθε κατάτμηση του οικοπέδου και γ) κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομέλειας, ότι, αν το ενιαίο οικόπεδο του ερωτήματος κατατμηθεί με μεταβίβαση σε τρίτον οποιουδήποτε ποσοστού κυριότητας σε συγκεκριμένο τμήμα αυτού και το νέο ή τα νέα οικόπεδα που θα προκύψουν από την κατάτμηση αυτή δεν έχουν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, είναι νόμιμη η μετά την κατάτμηση αυτή παραχώρηση από τους ιδιοκτήτες λωρίδας σε κοινή χρήση, υπό τις αναφερόμενες παραπάνω δύο προϋποθέσεις (του ελαχίστου προσώπου των νέων οικοπέδων και της εγκρίσεως της παραχωρήσεως, αν η λωρίδα υπερβαίνει τα 50 m).

 

Θεωρήθηκε

Αθήνα, 15-10-1992

Ο Πρόεδρος

Ο Εισηγητής Πάρεδρος

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.