Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 54/1994 (01-02-1994)
Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν οίκοθεν 36668/1993 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.
Περίληψη Ερωτήματος: Αν μπορεί σύμφωνα με το άρθρο 5 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος να κατατμηθεί οικόπεδο, που βρίσκεται στον οικισμό Ύψο της κοινότητας Κάτω Κορακιάνας Νομού Κερκύρας, σε δύο άρτια οικόπεδα, εφ' όσον το καθένα από αυτά θα εμπίπτει στο συνεκτικό και μη συνεκτικό τμήμα του οικισμού, κανένα όμως απ' αυτά δεν θα έχει μέσα στο συνεκτικό τμήμα το εμβαδόν της αρτιότητας (1.000 m2), που προβλέπεται για το τμήμα αυτό.
Για το παραπάνω ερώτημα το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:
Ι. Κατά το άρθρο 5 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος Τρόπος καθορισμού των ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών όρων δόμησής τους (ΦΕΚ 181/Δ/1985), όπως τούτο τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 2)α του από 14-02-1987 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 134/Δ/1987), μετά τον καθορισμό των ορίων των οικισμών αυτών τα οικόπεδα:
{α. Εντός των ορίων του οικισμού θεωρούνται άρτια με ελάχιστον εμβαδόν αρτιότητας που μπορεί να κυμαίνεται από 300 μέχρι 2.000 m2. Μέσα στα όρια αυτά μπορεί να ορίζονται τομείς με διαφορετική αρτιότητα οικοπέδων, προκειμένου να διασφαλιστεί ο τυχόν ιδιαίτερος χαρακτήρας του οικισμού στους τομείς αυτούς.
Τα ως άνω εμβαδά οικοπέδων εξειδικεύονται με απόφαση του Νομάρχη, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού Περιβάλλοντος του Νομού. Για την εξειδίκευση αυτή, λαμβάνονται υπόψη τα εμβαδά που θεωρούνται αντιπροσωπευτικά του χαρακτήρα και πολεοδομικού ιστού του οικισμού. Κατά παρέκκλιση εντός των ως άνω ορίων θεωρούνται άρτια τα γήπεδα με όποιο εμβαδόν έχουν την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος, εφόσον δεν έχουν το ελάχιστο εμβαδόν, που ορίζεται στην παράγραφο 1)α.}
ΙΙ. Σε εκτέλεση του ως άνω άρθρου εκδόθηκε για τον οικισμό Ύψο της Κοινότητας Κάτω Κορακιάνας Κερκύρας η υπ' αριθμόν ΤΠ/1025/1992 απόφαση του Νομάρχη Κερκύρας, με την οποία, μεταξύ άλλων ορίσθηκε ότι άρτια και οικοδομήσιμα είναι τα οικόπεδα του οικισμού τα οποία έχουν ελάχιστο εμβαδόν 1.000 m2 για τα συνεκτικά τμήματα του οικισμού και 2.000 m2 για τα μη συνεκτικά.
ΙΙΙ. Από την ως άνω απόφαση του Νομάρχη προκύπτει κατ' αρχήν ότι για να είναι άρτιο κατά τον κανόνα ένα οικόπεδο, που δημιουργείται μετά την έναρξη ισχύος του ως άνω προεδρικού διατάγματος και εκτείνεται στο συνεκτικό και στο μη συνεκτικό τμήμα του οικισμού, πρέπει να έχει είτε στο ένα είτε στο άλλο ως άνω τμήμα του οικισμού το προβλεπόμενο από την απόφαση αυτή εμβαδόν αρτιότητας, ήτοι να έχει μέσα στο συνεκτικό τμήμα εμβαδόν 1.000 m2 τουλάχιστον είτε μέσα στο μη συνεκτικό τμήμα εμβαδόν τουλάχιστον 2.000 m2. Συνεπώς, ένα οικόπεδο που εκτείνεται στο συνεκτικό και μη συνεκτικό τμήμα του οικισμού, δεν είναι άρτιο, αν δεν έχει μέσα στο συνεκτικό τμήμα το ως άνω εμβαδόν των 1.000 m2 αλλά απλώς έχει το εμβαδόν τούτο αθροιστικά μέσα και έξω από το τμήμα αυτό. Με αντίθετη εκδοχή, θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι τα οικόπεδα του οικισμού είναι άρτια κατά κανόνα, έστω και αν δεν έχουν εμβαδόν 2.000 m2, στο μη συνεκτικό τμήμα αυτού, αρκεί να έχουν εμβαδόν 1.000 m2, εκ των οποίων και ελάχιστη έκταση να βρίσκεται στο συνεκτικό τμήμα του οικισμού. Αλλά η εκδοχή αυτή προφανώς δεν είναι σύμφωνη με το πνεύμα του κανονιστικού νομοθέτη.
Η υποστηριζόμενη ως άνω άποψη που συμβάλλει στην αποτροπή του κατακερματισμού των οικοπέδων, είναι σύμφωνη με το πνεύμα των συνταγματικών επιταγών (άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος), σύμφωνα με τις οποίες η πολεοδόμηση και ανάπτυξη των πόλεων και των οικιστικών εν γένει περιοχών τελεί υπό τον έλεγχο του Κράτους με σκοπό την εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας και ανάπτυξης των οικισμών και την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης.
IV. Εν προκειμένω από το υποβληθέν ερώτημα και τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτει ότι το οικόπεδο, κυμαίνεται2 από τα οποία τα 1286 m2 βρίσκονται μέσα στο συνεκτικό τμήμα του οικισμού και τα υπόλοιπα 960.99 m2 στο μη συνεκτικό τμήμα. Το ως άνω οικόπεδο, που είναι άρτιο κατά την παράγραφο 1)β του άρθρου 5, πρόκειται να κατατμηθεί, έτσι ώστε το καθένα από τα δύο νέα οικόπεδα θα εμπίπτει στο συνεκτικό και μη συνεκτικό τμήμα του οικισμού, θα έχει έκταση μεγαλύτερη από 1.000 m2 και μικρότερη των 2.000 m2, το δε εντός του συνεκτικού τμήματος του οικισμού μέρος αυτού θα είναι μικρότερο των 1.000 m2. Έτσι όμως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, τα οικόπεδα που θα προκύψουν από την κατάτμηση αυτή, θα είναι μη άρτια, δεν προδίδει δε αρτιότητα σε αυτά το ότι έχουν το εμβαδόν των 1.000 m2 που αφορά την αρτιότητα του συνεκτικού τμήματος, εφόσον η μέσα στο τμήμα αυτό έκτασή τους θα υπολείπεται από το όριο των 1.000 m2.
V. Εξάλλου κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ως άνω από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4)α του από 14-02-1987 προεδρικού διατάγματος, εάν η ιδιοκτησία εμπίπτει εν μέρει εντός του ορίου του οικισμού και εν μέρει εκτός αυτού, τότε στην περίπτωση που το εντός του ορίου τμήμα δεν έχει την αρτιότητα που ορίζεται με την απόφαση του Νομάρχη, θεωρείται ότι εντός του ορίου περιλαμβάνεται τμήμα της ιδιοκτησίας μεγέθους που αντιστοιχεί στην αρτιότητα αυτή.
Η διάταξη αυτή δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην παρούσα περίπτωση, διότι αναφέρεται στην περίπτωση που το οικόπεδο τέμνεται από το όριο του οικισμού και αποσκοπεί στην αποτροπή δημιουργία μη αρτίων οικοπέδων κατά την οριοθέτηση των εν λόγω οικισμών, ενώ εν προκειμένω το οικόπεδο δεν τέμνεται από το όριο του οικισμού, αλλά κατατέμνεται με τη θέληση του ιδιοκτήτη του, ο οποίος με τη πράξη του αυτή δημιουργεί νέα οικόπεδα και συνεπώς δεν συντρέχει ανάγκη προστασίας αυτού με την ανάλογη εφαρμογή της ως άνω διάταξης.
VI. Κατ' ακολουθία των εκτεθέντων, στο τιθέμενο ερώτημα προσήκει, κατά τη γνώμη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αρνητική απάντηση.
Θεωρήθηκε
Αθήνα 07-02-1994
Ο Αντιπρόεδρος
Ο Νομικός Σύμβουλος