Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 174/85

ΝΣΚ 174/1985


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 174/1985 (07-03-1985)

 

Αριθμός ερωτήματος: -

 

Περίληψη Ερωτήματος: -

 

Επί του ερωτήματος με αριθμό πρωτοκόλλου οίκοθεν 3918/898/23-01-1985 σχετικά με το αν είναι δυνατή η ανάκληση οικοδομικών αδειών που δεν εκδόθηκαν σύννομα, γιατί είχε προηγηθεί υπαίτια κατάτμηση του οικοπέδου και μετά την πάροδο του ευλόγου χρόνου, γνωρίζουμε τα εξής:

 

Ι. Κατά το άρθρο μόνο του αναγκαστικού νόμου 261/1968 ατομικές διοικητικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί κατά παράβαση νόμου ανακαλούνται ελευθέρως από την διοίκηση χωρίς καμία συνέπεια για το Δημόσιο, μέσα σε εύλογο χρόνο, χρόνος δε μικρότερος της πενταετίας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί μη εύλογος. Όπως δε έχει δεχθεί η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας η οικοδομική άδεια που εκδόθηκε κατά παράβαση πολεοδομικών διατάξεων ανακαλείται και μετά πάροδο μακρού χρόνου, εφόσον η παραβιασθείσα διάταξη αφορά στην προστασία κοινωνικού συμφέροντος ιδιαιτέρως σοβαρού (ΣτΕ 835/1977, 793/1979, 2141/1979). Η Διοίκηση έχει την ευχέρεια να κρίνει αν μία παράνομη άδεια μπορεί να ανακληθεί μετά παρέλευση μακρού χρόνου, αφού εκτιμήσει στην συγκεκριμένη περίπτωση και τον επιδιωκόμενο απ' την παραβιασθείσα διάταξη σκοπό. Περαιτέρω δε κατά το άρθρο 53 παράγραφοι 1 - 2 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος η πολεοδομική αρχή μπορεί και μετά την χορήγηση της άδειας να εξετάσει αν είναι σύμφωνος με τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις και να την ανακαλεί αν διαπιστώσει παράβασή τους, εφ' όσον συντρέχουν και, οι λοιπές προϋποθέσεις (ΣτΕ 421, 2039/1973, 3234/1973).

 

Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 2 του νομοθετικού διατάγματος 690/1948:

 

{1. Απαγορεύεται η μεταβίβαση της κυριότητος οικοπέδων επαγόμενων τη δημιουργία οικοπέδων μη αρτίων είτε κατά το ελάχιστο εμβαδόν είτε κατά το ελάχιστο πρόσωπο ή βάθος.

 

2. Κάθε δε δικαιοπραξία που έχει αντικείμενο απαγορευμένη κατά τις διατάξεις αυτές μεταβίβαση κυριότητος είναι αυτοδίκαια και εξ υπαρχής άκυρος.}

 

Σύμφωνα με την διάταξη αυτή, εφόσον έχει προηγηθεί μεταβίβαση οικοπέδου, που έχει σαν συνέπεια τη δημιουργία μη αρτίου, η μεταβίβαση αυτή είναι αυτοδίκαια άκυρος. Η πολεοδομική αρχή αν μετά από έρευνα διαπιστώσει ότι έχει γίνει τέτοια απαγορευμένη μεταβίβαση κατά την πιο πάνω διάταξη, δεν θα εκδώσει οικοδομική άδεια στο όνομα του αιτούντος, που του έχει μεταβιβασθεί τέτοιο ακίνητο, δοθέντος ότι δεν έχει στην κυριότητά του έκταση που να δύναται να δομηθεί λόγω ελλείψεως αρτιότητας κατά τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Πρέπει δε να γίνει δεκτό ότι και μετά την εγκυροποίηση της μεταβίβασης αυτής κατά το άρθρο 6 του νόμου 720/1977 δεν μεταβλήθηκαν οι πολεοδομικές διατάξεις και συνεπώς δεν κατέστη για το λόγο αυτό το οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο. Επομένως αν ο ενδιαφερόμενος για έκδοση οικοδομικής αδείας δεν θέσει υπόψη στην αρμόδια πολεοδομική αρχή την παράνομη αυτή μεταβίβαση και επιτύχει έτσι με βάση αναληθή στοιχεία την έκδοσή της δεν εμποδίζεται η Διοίκηση μετά από διαπίστωση της μη συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεών της να την ανακαλέσει και μάλιστα και μετά πάροδο μακρού χρόνιου από την έκδοσή της, εφόσον όπως έχει εκτεθεί η παραβιασθείσα διάταξη αποσκοπεί στην προστασία του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος. Πάντως έχει γίνει δεκτό, άτι οι διατάξεις που καθιερώνουν όρους και περιορισμούς δομήσεως είναι δημοσίας τάξεως και αποσκοπούν στο γενικότερο κοινωνικό συμφέρον και συνεπώς, έχουμε τη γνώμη, ότι δικαιολογείται η ανάκληση οικοδομικής αδείας που εκδόθηκε με σκοπό την ανοικοδόμηση σε οικόπεδο που δεν δύναται να δομηθεί, γιατί δεν είναι άρτιο και οικοδομήσιμο.

 

ΙΙ. Κατόπιν των ανωτέρω και ενόψει των όσων προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλλου, παρατηρούμε τα ακόλουθα.

 

Ο Λουκάς Χιονίδης με το υπ' αριθμόν 19257/24-11-1949 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Νικολάου Γρηγορίου έδωσε προίκα στον γαμβρό του Αναστάσιο Τριβίσκο από μείζονα έκταση βάσει του υπ' αριθμόν 2241/1922 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Α. Θεοφανοπούλου μια κατοικία μετά του οικοπέδου εκτάσεως 216 m2 που συνορεύει με την οδό Ηροδότου επί προσώπου 12 m.

 

Στη συνέχεια ο πιο πάνω πώλησε στον Ερρίκο Λ. Χιονίδη με το υπ' αριθμόν 19345/1950 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Δημητρίου Χρόνη το υπόλοιπο οικόπεδο 430,40 m2 που συνορεύει με την οδό Ηροδότου επί προσώπου 3 m. Έτσι με τις μεταβιβάσεις αυτές το τελευταίο οικόπεδο έγινε μη άρτιο και οικοδομήσιμο γιατί δεν έχει το απαιτούμενο ελάχιστο πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο και είναι τυφλό. O τελευταίος όμως Ερρίκος Λ. Χιονίδης, δεν γνώρισε στην Πολεοδομική αρχή τις ανωτέρω άκυρες μεταβιβάσεις και με τα στοιχεία που προσκόμισε πέτυχε την έκδοση της 4284/65 οικοδομικής αδείας που αφορούσε προσθήκη ισογείου στο πίσω μέρος υπάρχουσας οικοδομής και, της 7023/1974 άδειας προσθήκης α' ορόφου και αντικατάσταση στέγης τμήματος ισογείου και έχουν εφαρμοσθεί.

 

Από τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, και δοθέντος ότι, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η εγκυροποίηση των άκυρων αυτών μεταβιβάσεων δεν έθιξε τις πολεοδομικές διατάξεις προκύπτει ότι οι οικοδομικές αυτές άδειες εκδόθηκαν και εφαρμόσθηκαν σε μη άρτιο και οικοδομήσιμο οικόπεδο που κατά τον χρόνο της έκδοσής της δεν ανήκε στον Ερρίκο Χιονίδη. Η μεταγενέστερη δε από την Διοίκηση διαπίστωση της παρανομίας αυτής των οικοδομικών αδειών της παρέχει κατ' αρχήν την ευχέρεια να τις ανακαλέσει και μετά την πάροδο του εύλογου χρόνου, εφ' όσον κρίνει, ενόψει της σοβαρότητος των πολεοδομικών διατάξεων που έχουν παραβιασθεί, του παρελθόντα χρόνου από την έκδοσή τους και της δημιουργηθείσης πραγματικής καταστάσεως ότι η ανάκλησή τους δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, συνεκτιμώντας και την βαρύτητα ενδεχομένως και άλλων στην συγκεκριμένη περίπτωση παραβάσεων της πολεοδομικής νομοθεσίας.

 

Πάντως, όπως έχει νομολογηθεί, η Διοίκηση σύννομα προβαίνει σε ανάκληση οικοδομικών αδειών, που παραβιάζουν όρους και περιορισμούς δομήσεως και μετά την πάροδο του εύλογου χρόνου από την έκδοση τους.

 

III. Κατ' ακολουθίαν επί του τεθέντος ερωτήματος, φρονούμε ότι η Διοίκηση στην συγκεκριμένη περίπτωση, έχει την διακριτική ευχέρεια να προβεί σε ανάκληση των πιο πάνω οικοδομικών αδειών και μετά την πάροδο του εύλογου χρόνου, εκτιμώντας κατά τα ανωτέρω από άποψη προστασίας του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος την σοβαρότητα όλων των πολεοδομικών διατάξεων που έχουν παραβιασθεί και να χαρακτηρίσει τις αντίστοιχες οικοδομές σαν αυθαίρετες.

 

Ο Πάρεδρος Διοικήσεως

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.