Νόμος 4635/19 - Άρθρο 76

Άρθρο 76: Υποχρεωτική ηλεκτρονική κατάθεση και επίδοση δικογράφων και εγγράφων κατά τη διαδικασία του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (νόμος 2717/1999 (ΦΕΚ 97/Α/1999)), ψηφιακή δικογραφία


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 44 και στην παράγραφο 3 του άρθρου 56 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:

 

{Τέτοια υπογραφή δεν απαιτείται στην περίπτωση του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 48 του παρόντος.}

 

2. Στο άρθρο 48 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:

 

{7. Οι προβλεπόμενες από τις ανωτέρω παραγράφους επιδόσεις του δικαστηρίου προς τους διαδίκους γίνονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από την 01-01-2021 και είναι έγκυρες εφόσον τα προς επίδοση έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014 (ΕΕ L 257). Τα προς επίδοση έγγραφα που έχουν διαβιβαστεί με ηλεκτρονικά μέσα στη δηλωθείσα με το δικόγραφο ηλεκτρονική διεύθυνση θεωρείται ότι επιδόθηκαν μετά την παρέλευση 3 εργάσιμων ημερών από την ηλεκτρονική αποστολή τους. Η παραγόμενη αυτόματα από το πληροφοριακό σύστημα του δικαστηρίου έκθεση για την ηλεκτρονική αποστολή φέρει προηγμένη ψηφιακή υπογραφή κατά την ως άνω έννοια. Μετά την 01-01-2021, εάν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων είναι τεχνικά αδύνατη και εφόσον τούτο επιβάλλεται για λόγους επείγοντος, οι επιδόσεις διενεργούνται κατά τις διατάξεις των παραγράφων 3 έως 5 του παρόντος άρθρου. Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση των ηλεκτρονικών μέσων, ακολουθεί και η επίδοση με τα μέσα αυτά.}

 

3. Στο άρθρο 126 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθενται παράγραφοι 8 έως 12 ως εξής:

 

{8. Με την επιφύλαξη των άρθρων 26, 27 παράγραφοι 2 και 3, 29 παράγραφος 2, 30 παράγραφος 2 περίπτωση β', 32 παράγραφος 2, 58 παράγραφος 2, 126Β και 276 παράγραφος 4 εδάφιο α' του παρόντος, τα δικόγραφα και τα λοιπά έγγραφα υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα από την 01-01-2021 και είναι έγκυρα εφόσον φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Τα εν λόγω δικόγραφα και έγγραφα που έχουν υποβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι κατατέθηκαν, εφόσον επιστραφεί στον αποστολέα του δικογράφου ή εγγράφου από το δικαστήριο ηλεκτρονική απόδειξη που φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια, και περιέχει την έκθεση κατάθεσης.

 

9. Στα κατατιθέμενα με ηλεκτρονικά μέσα δικόγραφα ή έγγραφα επισυνάπτονται, ως παραρτήματα, τα στοιχεία των οποίων γίνεται επίκληση και κατάλογος των στοιχείων αυτών. Αν παράρτημα δικογράφου ή εγγράφου δεν μπορεί, λόγω της φύσης του, να κατατεθεί με ηλεκτρονικά μέσα, διαβιβάζεται χωριστά ταχυδρομικώς ή παραδίδεται στη γραμματεία. Το παράρτημα κατατίθεται σε ένα αντίγραφο για το δικαστήριο και σε ισάριθμα των διαδίκων. Ο διάδικος που καταθέτει τα αντίγραφα αυτά βεβαιώνει ότι είναι πανομοιότυπα. Αν, λόγω του όγκου ενός στοιχείου, στο δικόγραφο ή έγγραφο που κατατίθεται με ηλεκτρονικά μέσα επισυνάπτονται μόνον αποσπάσματα, κατατίθεται στη γραμματεία το στοιχείο αυτούσιο ή πλήρες αντίγραφό του.

 

10. Επί ηλεκτρονικής κατάθεσης κάθε είδους δικογράφου ή εγγράφου στο δικαστήριο εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 40/2013 (ΦΕΚ 75/Α/2013).

 

11. Εάν η κατάθεση δικογράφου ή εγγράφου με ηλεκτρονικά μέσα είναι τεχνικά αδύνατη, ο χρήστης ενημερώνει αμέσως για την αδυναμία αυτή τη γραμματεία με κάθε πρόσφορο μέσο, σημειώνοντας:

 

α) το είδος του δικογράφου ή εγγράφου που επιθυμεί να καταθέσει,

 

β) κατά περίπτωση, την προθεσμία που προβλέπεται ή έχει ταχθεί για την κατάθεση του δικογράφου ή εγγράφου,

 

γ) τη φύση της διαπιστωθείσας τεχνικής αδυναμίας, προκειμένου οι υπηρεσίες του δικαστηρίου να εξακριβώσουν αν αυτή οφείλεται σε μη διαθεσιμότητα του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιείτο δικαστήριο.

 

Σε περίπτωση επείγοντος, ο ενδιαφερόμενος καταθέτει αντίγραφο του δικογράφου ή άλλου διαδικαστικού ή σχετικού εγγράφου στη γραμματεία ή το διαβιβάζει με κάθε πρόσφορο μέσο (μέσω ταχυδρομείου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή φαξ). Αμέσως μόλις καταστεί εκ νέου τεχνικά δυνατή η χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος που χρησιμοποιεί το δικαστήριο ή ο φορέας που μεσολαβεί τη διαβίβαση αυτή ακολουθεί η κατάθεση μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος. Το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του οικείου δικαστικού σχηματισμού, κατά τον λόγο της αρμοδιότητάς τους, αποφαίνονται επί της αποδοχής του δικογράφου ή εγγράφου που κατατέθηκε με ηλεκτρονικά μέσα μετά τη λήξη της ταχθείσας προς τούτο προθεσμίας, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που επικαλείται ο καταθέτων για να αποδείξει ότι ήταν τεχνικά αδύνατη η εμπρόθεσμη κατάθεση του εγγράφου αυτού με ηλεκτρονικά μέσα για λόγους που αφορούσαν στο ηλεκτρονικό σύστημα του δικαστηρίου ή του φορέα που μεσολαβεί.

 

12. Η επιβεβαίωση της κατάθεσης δικογράφου ή εγγράφου την οποία παρέχει το δικαστήριο δεν προδικάζει το από δικονομική άποψη παραδεκτό των διαβιβαζόμενων εγγράφων.}

 

4. Στο άρθρο 129 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:

 

{7. Η έκθεση των απόψεων της Διοίκησης και ο φάκελος που τη συνοδεύει υποβάλλονται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα, σε μορφή δεκτική περαιτέρω χρήσης και επεξεργάσιμη με αυτοματοποιημένα μέσα, από την 01-01-2021. Η έκθεση απόψεων και το διαβιβαστικό έγγραφο, αν υπάρχει, φέρουν υποχρεωτικά προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 150/2001 και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 25 έως 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014. Στην έκθεση απόψεων πρέπει να επισημαίνονται διακριτά τα έγγραφα που αποτελούν περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που αποστέλλεται και περιέχουν στοιχεία στα οποία η Διοίκηση ζητά να μην επιτραπεί η πρόσβαση των λοιπών διαδίκων, για τον λόγο ότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις.}

 

5. Στο άρθρο 130 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

 

{3. Από την 01-01-2021, το δικαστήριο παρέχει στους διαδίκους, με τη χρήση ειδικού κωδικού, τη δυνατότητα εξ αποστάσεως πρόσβασης στα δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί ή που έχουν επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα. Εξαίρεση αποτελούν τα δικόγραφα ή έγγραφα στα οποία έχει κριθεί από το δικαστήριο ότι δεν επιτρέπεται η πρόσβαση, διότι παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η πρόσβαση στα δικόγραφα και στα έγγραφα κάθε υπόθεσης που έχουν υποβληθεί ή επιδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα είναι δυνατή μέχρι τη συμπλήρωση τριμήνου, από την ημερομηνία της απόφασης ή πράξης με την οποία περατώνεται η υπόθεση αυτή ενώπιον του οικείου δικαστικού σχηματισμού.}

 

6. Η παράγραφος 3 του άρθρου 195 του νόμου [Ν] 2717/1999 τροποποιείται ως εξής:

 

{3. Η κοινοποίηση γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 6 και 7 του άρθρου 48.}

 

7. Στο άρθρο 252 του νόμου [Ν] 2717/1999 προστίθεται εδάφιο β' ως εξής:

 

{Τα σχετικά έγγραφα και λοιπά στοιχεία του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται από την κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 126 του παρόντος υποχρέωση υποβολής στο δικαστήριο με ηλεκτρονικά μέσα.}

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.