Νόμος 4389/16 - Άρθρο 154

Άρθρο 154


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:

 

{7. Εκτάσεις που έχουν απωλέσει το δασικό τους χαρακτήρα πριν τις 11-06-1975 λόγω επεμβάσεων που έλαβαν χώρα με βάση σχετική διοικητική πράξη, η οποία καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν χαρακτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/1979 και δεν κηρύσσονται αναδασωτέες.

 

Στις περιπτώσεις ακινήτων εκτός σχεδίου, ως και εντός των περιοχών της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του νόμου 3889/2010, όπως ισχύει, για τα οποία εκδόθηκε νόμιμη οικοδομική άδεια προ της 11-06-1975, η οποία δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί, δεν χαρακτηρίζεται ως δάσος ή δασική έκταση, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, και δεν κηρύσσεται αναδασωτέα επιφάνεια αυτών ίση με την απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης - οικοδομικής άδειας και δεν απαιτείται βεβαίωση του δασαρχείου για κάθε έννομη συνέπεια. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται για ακίνητα ή τμήματα αυτών που πληρούν του όρους αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Ως όρια αρτιότητας λαμβάνονται υπόψη και οι κατά παρέκκλιση όροι δόμησης για την εγκατάσταση λυομένων κατασκευών κατά τις ειδικότερες διατάξεις του από 07-08-1967 βασιλικού διατάγματος.

 

Για τις οικοδομικές άδειες οι οποίες έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του νόμου 4030/2011, οι οποίες δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου της παρούσας μόνον για ακίνητα ή τμήματα αυτών που πληρούν τους όρους αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η εκ νέου έκδοση βεβαίωσης της οικείας δασικής αρχής για την έκδοση έγκρισης δόμησης και άδειας δόμησης κατά τις διατάξεις του νόμου 4030/2011.}

 

2. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979) όπως εισήχθη με την παράγραφο 4 του άρθρου 32 του νόμου 4280/2014 (ΦΕΚ 159/Α/2014) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{δ) Η αναγνώριση της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί των εκτάσεων αυτών υπάγεται στην αρμοδιότητα των προβλεπομένων στο άρθρο 8 του παρόντος νόμου Συμβουλίων και των πολιτικών δικαστηρίων. Οι υποθέσεις που προσάγονται στα Συμβούλια κρίνονται κατά τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1539/1938 (ΦΕΚ 488/Α/1938) όπως ισχύει. Ειδικά η αναγνώριση της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί των ανωτέρω εκτάσεων που κείνται στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 62 του παρόντος, όπως ισχύει, διενεργείται κατά την ανωτέρω διαδικασία επί τη βάσει τίτλων ιδιοκτησίας, οι οποίοι ανάγονται σε ημερομηνία πριν από την 23-02-1946 και έχουν μεταγραφεί έστω και μεταγενέστερα.}

 

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2Β του νόμου 2308/1995 (ΦΕΚ 114/Α/1995), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Στις περιπτώσεις που από την εφαρμογή των Κτηματολογικών διαγραμμάτων επί των δασικών χαρτών δημιουργούνται μικροπολύγωνα μικρότερα των 100 m2, μπορούν να ταυτοποιούνται οι οριογραμμές τού δασικού χάρτη με τα όρια των διαγραμμάτων της κτηματογράφησης.}

 

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 28 του νόμου 2664/1998 (ΦΕΚ 275/Α/1998), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Στις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση κατά τις διατάξεις του νόμου 2308/1995, όποιος επικαλείται εγγραπτέο ιδιωτικό δικαίωμα σε δάση και δασικές εν γένει εκτάσεις, για τις οποίες έχει αναρτηθεί ή κυρωθεί δασικός χάρτης, έχει υποχρέωση να εντοπίσει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο την δηλούμενη έκταση στο δασικό χάρτη και να συνυποβάλλει με τη δήλωση του νόμου 2308/1995 και όλα τα αναγκαία αποδεικτικά έγγραφα για το εγγραπτέο δικαίωμα επί αυτής.}

 

5. Η παράγραφος 16 του άρθρου 28 του νόμου 2664/1998 (ΦΕΚ 275/Α/1998), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{16. Οι κτηματικοί χάρτες που καταρτίστηκαν βάσει του νόμου [Ν] 248/1976 (ΦΕΚ 6/Α/1976), ανεξάρτητα αν είναι προσωρινοί ή οριστικοί, παραμένουν σε ισχύ και διορθώνονται προσαρμοζόμενοι τεχνικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του νόμου 3889/2010, όπως ισχύει.

 

Οι διορθώσεις και τροποποιήσεις που επιβάλλονται ύστερα από αποφάσεις των δικαστηρίων του νόμου [Ν] 248/1976 ή από τις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Β' του ως άνω νόμου, επιφέρονται στους παραπάνω κτηματικούς χάρτες από την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση ή από τη Διεύθυνση Δασών του οικείου Νομού, κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 13 του ως άνω νόμου, όπως ισχύει, που εφαρμόζονται ανάλογα. Ομοίως οι ως άνω χάρτες συμπληρώνονται με την προσθήκη περιοχών που δασώθηκαν φυσικά ή τεχνητά, και διορθώνονται αν εμφιλοχώρησε πλάνη της Διοίκησης σχετικά με τον χαρακτήρα των εκτάσεων και την αποτύπωση της θέσης ή των ορίων των τμημάτων τους, κατά τη διαδικασία τής κατάρτισής τους βάσει του νόμου [Ν] 248/1976.

 

Από τη διόρθωσή τους οι παραπάνω χάρτες επέχουν θέση δασικών χαρτών της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του νόμου 3889/2010, όπως ισχύει, οι οποίοι μετά την ανάρτηση τους, την εξέταση των τυχόν κατ' αυτών αντιρρήσεων, την συμπλήρωση και διόρθωση τους, όπου απαιτείται, κυρώνονται και έχουν πλήρη αποδεικτική ισχύ, κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 14 έως 19 του νόμου 3889/2010, όπως ισχύουν.}

 

6. Η παράγραφος 18 του άρθρου 28 του νόμου 2664/1998 (ΦΕΚ 275/Α/1998) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{18. α. Μετά την ανάρτηση του δασικού χάρτη, οι Επιτροπές Εξέτασης αντιρρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου 998/1979, όπως ισχύει, καθίστανται αναρμόδιες για την εξέταση θεμάτων που ανάγονται στο χαρακτηρισμό εκτάσεων που εμπίπτουν στο χάρτη αυτόν. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/1979 και δεν έχουν εξετασθεί, μέχρι την ανάρτηση του δασικού χάρτη, καθώς και οι κατά την ανωτέρω διαδικασία υποθέσεις που εκκρεμούν στις Επιτροπές του άρθρου 10 του ως άνω νόμου, όπως ισχύει, υποβάλλονται ατελώς από εκείνον που τις είχε ασκήσει ως αντιρρήσεις στην αρμόδια Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠΕΑ).

 

β. Κατά τη διαδικασία κατάρτισης, θεώρησης και κύρωσης του δασικού χάρτη λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη:

 

α)α. οι τελεσίδικες ενώπιον της Διοικήσεως, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, πράξεις χαρακτηρισμού των Δασαρχών και οι αποφάσεις των Επιτροπών της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει και

 

β)β. οι πράξεις κήρυξης εκτάσεων, σαφώς οριοθετημένων, ως αναδασωτέων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 37 και επόμενων του νόμου 998/1979.}

 

7. Όπου στο άρθρο 28 του νόμου 2664/1998 (ΦΕΚ 275/Α/1998) αναφέρονται οι λέξεις δάση και δασικές εκτάσεις νοούνται οι δασικές εν γένει εκτάσεις του δασικού χάρτη της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του νόμου 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με το άρθρο 153 του παρόντος.

 

8. Η παράγραφος 1, η παράγραφος 3 και η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του νόμου 3208/2003 (ΦΕΚ 303/Α/2003) αντικαθίστανται, ως εξής:

 

{1. α. Σε προθεσμία πέντε μηνών από την κύρωση του δασικού χάρτη για το σύνολο της Περιφερειακής Ενότητας, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του νόμου 3889/2010 (ΦΕΚ 182/Α/2010), αρχίζει η σύνταξη του Δασολογίου της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, η κατάρτιση και η τήρηση του οποίου γίνεται με μέριμνα του Τμήματος Δασικών Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών.

 

Το δασολόγιο καταρτίζεται με μορφή Βιβλίου Γενικού Δασολογίου στο οποίο καταχωρούνται τα εμφαινόμενα στο δασικό χάρτη δάση και δασικές εκτάσεις κατά μερίδες και κατά τρόπο ώστε να είναι ευχερής η τήρησή του και σε ηλεκτρονική μορφή.

 

β. Οι εργασίες κατάρτισης στο σύνολό τους ή τμήματα αυτών, μπορούν να ανατίθενται, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου του προεδρικού διατάγματος 541/1978 (ΦΕΚ 116/Α/1978), υπό τις οδηγίες, την επίβλεψη και τον έλεγχο της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

 

γ. Την επιτελική αρμοδιότητα για την κατάρτιση, τήρηση, έκδοση τεχνικών προδιαγραφών και οδηγιών, τη γενική υποστήριξη σε μέσα και τον έλεγχο της προόδου των εργασιών σύνταξης του Δασολογίου έχει η Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

 

3. Στη μερίδα του κάθε δάσους που βρίσκεται υπό δασοπονική εκμετάλλευση αναγράφεται πέραν των παραπάνω γενικών στοιχείων και το είδος του δάσους (σπερμοφυές, διφυές, πρεμνοφυές), τα κύρια δασοπονικά είδη και η σύνθεσή τους (αμιγές, μεικτό), η συνολική του έκταση, η ιδιοκτησιακή του κατάσταση και άλλα προσδιοριστικά στοιχεία. Για τις υπόλοιπες εκτάσεις που περιέχονται στο δασικό χάρτη και τελούν εκτός δασοπονικής εκμετάλλευσης, οι μερίδες τηρούνται κατά γεωγραφική ενότητα και προσδιορίζονται σε αυτές τα τοπωνύμια, το είδος και η πυκνότητα της βλάστησης, η συνολική έκταση, η χρήση της έκτασης και άλλα προσδιοριστικά στοιχεία. Στο περιθώριο της κάθε μερίδας σημειώνονται οι εκτάσεις που κηρύσσονται αναδασωτέες λόγω καταστροφής ή αποψίλωσης της δασικής βλάστησης, καθώς και οι εκτάσεις των περιπτώσεων 5)α και 5)β του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, όπως ισχύει. Οι χάρτες που απεικονίζουν τις εκτάσεις των περιπτώσεων 5)α και 5)β του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, όπως ισχύει, τίθενται σε χωριστό φάκελο.

 

4. Αντίγραφο του κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καταρτιζόμενου δασολογίου, καθώς και οι μετά την κατάρτισή του τυχόν συμπληρώσεις ή τροποποιήσεις αποστέλλονται στην Διεύθυνση Δασικών Έργων και Υποδομών τής Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος προκειμένης της καταχώρισης τους στην τηρούμενη από αυτήν Τράπεζα Πληροφοριών Δασικής Γης. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα θέματα σχετικά με την ίδρυση και τη λειτουργία της ως άνω Τράπεζας Πληροφοριών Δασικής Γης.}

 

9. Μετά την παράγραφο 5 του άρθρου 3 του νόμου 3208/2003, προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:

 

{6. Μέχρι την κατάρτιση και τήρηση Δασολογίου συστήνεται Επιτροπή Δασολογίου Περιφερειακής Ενότητας στην έδρα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με αρμοδιότητα τον, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, ειδικότερο χαρακτηρισμό των περιλαμβανομένων στον κυρωμένο δασικό χάρτη περιοχών δασικού χαρακτήρα, προκειμένης της εφαρμογής των περί των επιτρεπτών επεμβάσεων ως και των λοιπών διατάξεων της δασικής νομοθεσίας.

 

Η παραπάνω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Συντονιστή τής οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και αποτελείται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών ως πρόεδρο, τον Προϊστάμενο της οικείας Διεύθυνσης Δασών και έναν δασολόγο τού οικείου Δασαρχείου που αφορά ο δασικός χάρτης. Σε περίπτωση Διεύθυνσης Δασών χωρίς Δασαρχείο στην επιτροπή συμμετέχει ένας δασολόγος τής οικείας Διεύθυνσης Δασών ή δασολόγος που υπηρετεί σε όμορη Περιφερειακή Ενότητα. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και αναπληρωτές των παραπάνω, καθώς και ο γραμματέας της, ο οποίος είναι υπάλληλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης διοικητικού υπηρεσίας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

 

Κατά των ανωτέρω αποφάσεων μπορεί να υποβληθεί προσφυγή ενώπιον του Τεχνικού Συμβουλίου Δασών από όποιον έχει έννομο συμφέρον εντός προθεσμίας 45 ημερών. Τα μέλη της παραπάνω επιτροπής δεν αμείβονται.}

 

10. Η παράγραφος 3 του άρθρου 31 του νόμου 4280/2014 (ΦΕΚ 159/Α/2014) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{3. α) Στην περίπτωση ορίων οικισμών της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του νόμου 3889/2010, ως ισχύει, εντάσσονται και τα περιγράμματα οικισμών, όπως τα όρια τους περιγράφονται στις πράξεις της Διοίκησης περί καθορισμού ορίων οικισμών νομίμως υφισταμένων του έτους 1923 δυνάμει του νομοθετικού διατάγματος 532/1970 (ΦΕΚ 103/Α/1970) ή δυνάμει των κανονιστικών αποφάσεων αυτού που εκδόθηκαν έως τη δημοσίευση του νόμου 998/1979. Τα ως άνω όρια αποτυπώνονται ως εμφαίνονται στα σχετικά συνημμένα διαγράμματα, που είναι δημοσιευμένα σε Φύλλα της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και όπως έχουν εφαρμοστεί στο έδαφος.

 

β) Η ως άνω διάταξη, δεν εφαρμόζεται για νομίμως υφιστάμενα κτίσματα, καθώς και για την έκταση που αντιστοιχεί στο όριο αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας, τα οποία εντάσσονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του νόμου 3889/2010. Τυχόν πράξεις της διοίκησης που εκδόθηκαν κατ' εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας για την προστασία των ως άνω κτισμάτων και εκτάσεων ανακαλούνται αυτοδικαίως από τη δημοσίευση του παρόντος. Επί των ως άνω κτισμάτων και εκτάσεων δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας πλην των περιπτώσεων κοινοχρήστων χώρων πρασίνου, πάρκων και αλσών. Κατά τη διαδικασία έγκρισης πολεοδομικής μελέτης, τοπικού χωρικού σχεδίου ή και ρυμοτομικού σχεδίου απαιτείται η σύνταξη και έγκριση προηγούμενης μελέτης περιβαλλοντικού ισοζυγίου, σύμφωνα με προδιαγραφές που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.}

 

11. Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του νόμου 3127/2003 (ΦΕΚ 67/Α/2003) καταργείται και οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{1. Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον:

 

α) νέμεται, μέχρι έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για 10 έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-02-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη ή

 

β) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα 30 ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Η διάταξη της περίπτωσης β' εφαρμόζεται για ακίνητο εμβαδού μέχρι 2.000 m2. Για ενιαίο ακίνητο εμβαδού μεγαλύτερου των 2.000 m2, η διάταξη εφαρμόζεται μόνο εφόσον στο ακίνητο υφίσταται κατά την 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον 30% του ισχύοντος συντελεστή δόμησης στην περιοχή.

 

Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α' και β' προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του Αστικού Κώδικα.

 

2. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου δεν ισχύουν για εκτάσεις που στο σχέδιο πόλης ή στους οικισμούς αποτελούν κοινόχρηστους χώρους ή πάρκα και άλση.}

 

12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του νόμου 2308/1995 (ΦΕΚ 114/Α/1995) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Το Δημόσιο υποχρεούται να υποβάλει δήλωση εγγραπτέου δικαιώματος, και μπορεί να υποβάλει αίτηση διόρθωσης ή ένσταση κατά τα άρθρα 6 και 7, για λόγους διασφάλισης και προστασίας των δικαιωμάτων του.

 

Η εταιρεία Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση παρέχει υποχρεωτικά στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου για τον υπό κτηματογράφηση οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης τα όρια των σχεδίων πόλεως, οικισμών προϋφιστάμενων του έτους 1923, οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών του νόμου 947/1979 (ΦΕΚ 169/Α/1979), διανομών και αναδασμών, καθώς και τυχόν εγκεκριμένες πολεοδομικές μελέτες και ρυμοτομικά σχέδια, τα οποία λαμβάνει υπόψη της και εφαρμόζει κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης. Για τη δήλωση του Ελληνικού Δημοσίου επί δασών και δασικών εκτάσεων λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη από τις οικείες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου τα προαναφερθέντα όρια και δεν υποβάλλεται δήλωση ούτε ένσταση ή αίτηση διόρθωσης στις περιπτώσεις του εδαφίου α' της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 23 του νόμου 3889/2010 όπως ισχύει.

 

Η εταιρεία Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση αποστέλλει υποχρεωτικά στην αρμόδια για την υπό κτηματογράφηση περιοχή Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου, πριν την ανάρτηση των προσωρινών στοιχείων κτηματογράφησης, τα προσωρινά κτηματολογικά διαγράμματα της ανάρτησης καθώς και τα στοιχεία των εγγραφών του προσωρινού κτηματολογικού πίνακα που αφορούν στα ακίνητα που έχουν καταχωρισθεί ως ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου και ως αγνώστου ιδιοκτήτη, καθώς και στα ακίνητα που έχουν καταχωρηθεί σε δικαιούχο κυριότητας με αιτία κτήσης τη χρησικτησία και των οποίων οι δηλώσεις υποβλήθηκαν μετά τη λήξη της συλλογής δηλώσεων. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του νόμου [Ν] 2472/1997 (ΦΕΚ 50/Α/1997), όπως ισχύει, τα γεωχωρικά δεδομένα με πλήρη αναφορά στα ΚΑΕΚ των κτηματολογικών διαγραμμάτων των πρώτων εγγραφών για το σύνολο της κτηματογραφούμενης περιοχής, χορηγούνται υποχρεωτικά στις δημόσιες αρχές που τα αιτούνται εφόσον θεμελιώνονται στην αίτηση λόγοι διασφάλισης των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου.}

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.