Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
(άρθρο 8 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)
1. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, από κοινού με τις αρμόδιες αρχές των θυγατρικών, και μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 109 του νόμου [Ν] 4261/2014 και τις αρμόδιες αρχές των σημαντικών υποκαταστημάτων, στο βαθμό που τα αφορά, εξετάζει το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου και αξιολογεί κατά πόσο αυτό ικανοποιεί τις απαιτήσεις και τα κριτήρια των άρθρων 6 και 7. Η αξιολόγηση γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 6 και στο παρόν άρθρο και λαμβάνει υπόψη την ενδεχόμενη επίπτωση των μέτρων ανάκαμψης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε όλα τα κράτη μέλη, στα οποία ασκεί δραστηριότητα ο όμιλος.
2. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και οι αρμόδιες αρχές των θυγατρικών καταβάλλουν προσπάθεια να καταλήξουν σε κοινή απόφαση σχετικά με τα εξής:
α) την εξέταση και την αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης ομίλου
β) την ενδεχόμενη αναγκαιότητα κατάρτισης σχεδίου ανάκαμψης σε ατομική βάση για ιδρύματα που αποτελούν μέλη του ομίλου, και
γ) την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 5 έως 9 του άρθρου 6.
Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και οι αρμόδιες αρχές των θυγατρικών καταβάλλουν προσπάθεια να καταλήξουν σε κοινή απόφαση εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας του σχεδίου ανάκαμψης ομίλου σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 7. Αρμόδια αρχή μπορεί να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να συνδράμει στη λήψη κοινής απόφασης των αρμοδίων αρχών βάσει του στοιχείου γ' του άρθρου 31 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010.
3. Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση των αρμοδίων αρχών, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης, σχετικά με:
α) την εξέταση και αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης ομίλου ή
β) οποιαδήποτε μέτρα απαιτείται να λάβει η μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις παραγράφους 5 έως 9 του άρθρου 6, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αποφασίζει η ίδια σχετικά, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις που εξέφρασαν οι άλλες αρμόδιες αρχές κατά την τετράμηνη περίοδο και κοινοποιεί την απόφασή της στη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις υπόλοιπες αρμόδιες αρχές.
4. Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση των αρμόδιων αρχών εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης σχετικά με:
α) την κατάρτιση σχεδίου ανάκαμψης σε ατομική βάση για τα ιδρύματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους ή
β) την εφαρμογή, σε επίπεδο θυγατρικών, των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 5 έως 9 του άρθρου 6, κάθε αρμόδια αρχή αποφασίζει η ίδια επί των θεμάτων αυτών.
5. Οι λοιπές αρμόδιες αρχές που δεν έχουν διαφωνήσει στο πλαίσιο της παραγράφου 4 μπορούν να λάβουν κοινή απόφαση σχετικά με το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου, η οποία καλύπτει τα μέλη του ομίλου υπό τη δικαιοδοσία τους.
6. Η κοινή απόφαση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 5, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές ελλείψει κοινής απόφασης, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4, αναγνωρίζονται ως οριστικές και εφαρμόζονται από τις αρμόδιες αρχές στα οικεία κράτη μέλη.
7. Η αρμόδια αρχή μπορεί, σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4, να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να συνδράμει στη λήψη κοινής απόφασης των αρμοδίων αρχών βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010 (EEL 331) μόνον σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης και την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α', β' και δ' της παραγράφου 8 του άρθρου 6. Αν μέχρι την πάροδο της τετράμηνης προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2 για την λήψη κοινής απόφασης, οποιαδήποτε από τις αρμόδιες αρχές του παρόντος άρθρου έχει ζητήσει της συνδρομή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κατά την παράγραφο 3 ή η αρμόδια αρχή για τη θυγατρική κατά την παράγραφο 4, αντίστοιχα, αναβάλλουν τη λήψη απόφασής τους και αναμένουν την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010, οπότε και λαμβάνουν την απόφασή τους σύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Η τετράμηνη περίοδος θεωρείται ως περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού. Αν δεν ληφθεί απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής ενοποιημένης εποπτείας ή της αρμόδιας αρχής για τη θυγατρική, κατά περίπτωση. Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μετά την πάροδο της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.