Νόμος 4307/14 - Άρθρο 64

Άρθρο 64: Αποτελέσματα της αποδοχής της αίτησης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η αποδοχή της αίτησης του άρθρου 62 από το δικαστήριο επιφέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα αποκλειστικά για τις ρυθμιζόμενες απαιτήσεις:

 

α. εφόσον το προβλέπει η συμφωνία ρύθμισης, δύνανται να αναστέλλονται οι ατομικές και συλλογικές διώξεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών για ορισμένο διάστημα, έως τριών μηνών, από τη δημοσίευση της απόφασης περί αποδοχής της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή, για την ίδια διάρκεια, αναστέλλεται η παραγραφή των απαιτήσεων των συμβαλλόμενων πιστωτών κατά των εγγυητών και τυχόν συνοφειλετών του για την άσκηση διαδικαστικών πράξεων,

 

β. αναστέλλεται, για περίοδο 12 μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης που αποδέχεται την αίτηση, η λήψη κάθε μέτρου συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της κήρυξης πτώχευσης, σε βάρος του οφειλέτη, και

 

γ. εξοφλείται το οφειλόμενο στους εργαζόμενους χρέος του εδαφίου γ' του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις.

 

2. Οφειλέτης του οποίου οι υποχρεώσεις έχουν ρυθμιστεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δικαιούται πρόσθετη διαγραφή προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής ύψους 20%, για τις οφειλές του, προς τη Φορολογική Διοίκηση ή / και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, πέραν των προβλεπόμενων στα άρθρα 51 και 54 του νόμου 4305/2014 (ΦΕΚ 237/Α/2014), όπως εκάστοτε ισχύουν, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων. Η εφαρμογή του παρόντος σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται την, καθ' οιονδήποτε τρόπο, επιστροφή ήδη καταβληθέντων χρηματικών ποσών προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, λόγω της μείωσης προσαυξήσεων. Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου αναγκαία προϋπόθεση αποτελεί, οι ίδιοι οι έμποροι και στην περίπτωση των νομικών προσώπων οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι, οι διαχειριστές, οι εταίροι και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε από το νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή από δικαστική απόφαση στη διαχείριση των υποθέσεων του νομικού προσώπου, να μην έχουν καταδικαστεί με οριστική απόφαση για φοροδιαφυγή κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 17, 18 και 19 του νόμου 2523/1997 ή για λαθρεμπορία ή για απάτη σε βάρος του Δημοσίου ή φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

 

3. Σε περίπτωση που λόγω του ύψους της οφειλής ο οφειλέτης αποκλείεται από τη ρύθμιση των οφειλών του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 51 και 54 του νόμου 4305/2014 όπως εκάστοτε ισχύουν, τότε εφόσον οι υποχρεώσεις του έχουν ρυθμισθεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δικαιούται υπό την προϋπόθεση ότι έχει υπαγάγει τις ανωτέρω οφειλές του σε ρύθμιση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις να αιτηθεί από τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, την διαγραφή ποσοστού 40% επί των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής που τον βαρύνουν και στην τμηματική εξόφληση του υπολοίπου της οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις. Η αίτηση γίνεται δεκτή εκτός εάν εκδοθεί αντίθετη αιτιολογημένη απόφαση από τη Φορολογική Διοίκηση ή το φορέα κοινωνικής ασφάλισης εντός 2 μηνών από την υποβολή της αίτησης. Νόμιμη αιτιολογία απόρριψης μπορεί να είναι η ύπαρξη άμεσα ρευστοποιήσιμων εξασφαλιστικών στοιχείων ή επαρκών εγγυήσεων ή η προφανής διακριτική μεταχείριση μετόχων, πιστωτών, συνοφειλετών.

 

4. Η απόφαση που αποδέχεται την αίτηση του οφειλέτη αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τις αναλαμβανόμενες με αυτήν υποχρεώσεις.

 

5. Οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά των συνοφειλετών του οφειλέτη, περιορίζονται στο ίδιο ποσό με την απαίτησή τους κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται με τη συμφωνία ρύθμισης, ενώ οι υφιστάμενες ασφάλειες διατηρούνται για την εξασφάλιση της απαίτησής τους, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά τη συμφωνία ρύθμισης. Σε περίπτωση ικανοποίησης πιστωτή από συνοφειλέτη, ο οφειλέτης ευθύνεται έναντι αυτού, εάν συντρέχει δικαίωμα αναγωγής, με τον ίδιο τρόπο που ευθύνεται κατά τη συμφωνία ρύθμισης έναντι του πιστωτή που ικανοποιήθηκε από αυτόν.

 

6. Τα δικαιώματα των ενέγγυων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησής τους, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 

7. Η παράβαση από τον οφειλέτη όρου της συμφωνίας ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της μη καταβολής για διάστημα αθροιστικά 3 μηνιαίων δόσεων οφειλόμενων προς τη Φορολογική Διοίκηση ή φορείς κοινωνικής ασφάλισης κατά τα άρθρα 51 και 54 του νόμου 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν ή κατά τις κείμενες διατάξεις ή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, παρέχει σε κάθε άλλο πιστωτή του οποίου οι απαιτήσεις ρυθμίζονται συναινετικά ή μη από τη συμφωνία ρύθμισης το δικαίωμα καταγγελίας της ενώ αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη ως προς τις διαγραφείσες οφειλές και καθίστανται αυτοδικαίως ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι ρυθμισθείσες οφειλές, όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την αναβίωσή τους. Σε περίπτωση αναβίωσης οφειλών εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτό ευθύνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες υπουργικές αποφάσεις βάσει των οποίων είχε χορηγηθεί η εγγύησή του. Η καταγγελία της συμφωνίας ρύθμισης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ανατροπή των συνεπειών της επικύρωσης της συμφωνίας ρύθμισης. Η παρούσα διάταξη δεν επηρεάζει τις συνέπειες μη τήρησης των όρων ρύθμισης, προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, που συνεπάγεται την αναδρομική αναβίωση του συνόλου των διαγραφεισών προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία καθίστανται στο σύνολο τους άμεσα απαιτητά και ληξιπρόθεσμα.

 

8. Οι διατάξεις των άρθρων 51 και 54 του νόμου 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και για τις ρυθμιζόμενες κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

 

9. Εξαιρούνται της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 και επόμενων του Πτωχευτικού Κώδικα, πράξεις που έλαβαν χώρα σε εκπλήρωση της συμφωνίας ρύθμισης του άρθρου 64 παράγραφος 3 του παρόντος νόμου.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.