Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων προσωρινά μέτρα για την επανόρθωση της εικαζόμενης παράβασης ή για την αποτροπή περαιτέρω ζημίας. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στρέφεται κατά των αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής / αναθέτοντος φορέα ή της κεντρική αρχής προμηθειών ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15, ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή / άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβάσεις ως αναθέτουσα αρχή και κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο μέσα σε προθεσμία 10 ημερών αφότου ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση της παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής / αναθέτοντος φορέα, της κεντρικής αρχής προμηθειών ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή / άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβάσεις ως αναθέτουσα αρχή. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, ως πλήρης νοείται η γνώση της πράξης που βλάπτει τα συμφέροντα του ενδιαφερομένου, καθώς και της αιτιολογίας της.
2. Για δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ανώτερη του ποσού των 60.000 €, χωρίς το συνυπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας, η προθεσμία των 10 ημερών της προηγούμενης παραγράφου και η άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης, εκτός εάν με προσωρινή διαταγή ο αρμόδιος δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοιπά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προσωρινή διαταγή που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7.
3. Για τις δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των 60.000 €, χωρίς το συνυπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας, η προθεσμία των 10 ημερών της παραγράφου 1 κωλύει τη σύναψη της σύμβασης, εκτός αν με την προσωρινή διαταγή, που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7 ο δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοιπά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προσωρινή διαταγή που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7.
4. Για το παραδεκτό της άσκησης της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της παραγράφου 1 κατατίθεται παράβολο, το ύψος του οποίου ορίζεται αναλογικά προς την, χωρίς το συνυπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας, εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης με κλιμακωτό τρόπο και με ορισμό ανώτατου και κατώτατου ορίου ως προς το καταβαλλόμενο ποσό. Δεν μπορεί το κατώτατο όριο να είναι μικρότερο των 200 € και το ανώτατο όριο να υπερβαίνει τις 50.000 €. Σε περίπτωση ποσοστιαίου υπολογισμού του παραβόλου, το ποσοστό δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1% επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης. Το παράβολο δύναται να υπολογίζεται με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό ύψος ανάλογα με το αν πρόκειται για σύμβαση υψηλής ή χαμηλής αξίας κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 23 αντίστοιχα. Σε περίπτωση που στα έγγραφα της σύμβασης παρέχεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για τμήμα μόνο της υπό ανάθεση σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται επί της, χωρίς το συνυπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας, εκτιμώμενης αξίας του τμήματος της σύμβασης για το οποίο συμμετέχει ο αιτών. Το ύψος του παραβόλου της παρούσας παραγράφου είναι ίσο με το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2 του άρθρου 182 για συμβάσεις ίσης εκτιμώμενης αξίας. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 182 ορίζεται κλιμακωτά το ύψος του παραβόλου, ο τρόπος υπολογισμού του, το ανώτατο και κατώτατο όριό του, ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής του, η τυχόν απόδοσή του, σε περίπτωση ολικής ή μερικής αποδοχής της αίτησης, ή σε περίπτωση παραίτησης του αιτούντος από την προσφυγή του πριν τη συζήτησή της.
Με το ίδιο διάταγμα προβλέπεται επίσης συγκεκριμένο ποσό παραβόλου σε περίπτωση που η εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης δεν είναι γνωστή κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης.
5. Αν ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ο αιτών ειδοποιεί αμελλητί την αναθέτουσα αρχή / αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμηθειών ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως τα ηλεκτρονικά μέσα και η τηλεομοιοτυπία. Σε κάθε περίπτωση εντός 10 ημερών η αναθέτουσα αρχή / αναθέτων φορέας, η κεντρική αρχή προμηθειών ή η Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, οφείλει, εφόσον έχει ειδοποιηθεί κατά τα ανωτέρω, να αποστείλει στο δικαστήριο με κάθε πρόσφορο μέσο τον πλήρη διοικητικό φάκελο και τις τυχόν απόψεις της μαζί με τα υποβληθέντα έγγραφα και στοιχεία.
6. Ο αρμόδιος δικαστής ορίζει με πράξη του την ημέρα και ώρα εκδίκασης της αιτήσεως, καθώς και την προθεσμία κλήτευσης. Η ημερομηνία εκδίκασης δεν πρέπει να απέχει πέραν των 30 ημερών από την κατάθεση της αιτήσεως, η δε προθεσμία κλήτευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες. Αντίγραφο της αιτήσεως με κλήση κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος προς την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παραλαβή των προσφορών, η οποία οφείλει να ενημερώσει σχετικά και την αναθέτουσα αρχή / αναθέτοντα φορέα ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 2 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, αν υπηρεσία και αρχή δεν συμπίπτουν και προς κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο του οποίου την κλήτευση θεωρεί αναγκαία ο δικαστής. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέροντα, δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Οι διάδικοι οφείλουν να προσκομίσουν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης όλα τα κρίσιμα έγγραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους.
7. Ο αρμόδιος δικαστής μπορεί, με την κατάθεση της αιτήσεως και μετά από κλήση της αναθέτουσας αρχής / αναθέτοντος φορέα προ 3 ημερών, να εκδώσει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως, προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση και περιέχει τα μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν ως την έκδοση της απόφασης. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται: α) η άρση της απαγόρευσης σύναψης της σύμβασης και β) για τις περιπτώσεις συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των 60.000 €, χωρίς το συνυπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας, και η απαγόρευση σύναψης της σύμβασης. Η προσωρινή διαταγή μπορεί να ανακληθεί είτε από τον δικαστή που τη χορήγησε, ύστερα από αίτηση της αναθέτουσας αρχής / αναθέτοντος φορέα και αφού κληθεί προς ακρόαση ο αιτών προ 3 ημερών, είτε από το δικαστήριο που θα δικάσει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.
8. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνεται δεκτή, εφόσον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας και η λήψη του μέτρου είναι αναγκαία για να αρθούν τα δυσμενή από την παράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων του αιτούντος. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί αν, από τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και επιτακτικών λόγων γενικού δημοσίου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την παραδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Η απόρριψη της αίτησης για οποιονδήποτε λόγο δεν θίγει άλλα δικαιώματα του αιτούντος.
9. Το δικαστήριο διατάζει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα, χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων. Διατάζει ιδίως την αναστολή ισχύος όρων της διακήρυξης, των τευχών δημοπράτησης και οποιουδήποτε άλλου εγγράφου σχετικού με τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, την αναστολή εκτέλεσης οποιασδήποτε πράξης της αναθέτουσας αρχής / του αναθέτοντος φορέα, την απαγόρευση νομικών ή υλικών ενεργειών, την εκτέλεση των απαραίτητων θετικών πράξεων, όπως τη διατήρηση εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και την αναστολή σύναψης της σύμβασης. Η απόφαση επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων εκδίδεται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την εκδίκαση της αίτησης. Το διατακτικό των αποφάσεων αυτών, υπογραφόμενο από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα, εκδίδεται υποχρεωτικά σε προθεσμία 7 ημερών από την εκδίκαση της αίτησης ή, αν έχει χορηγηθεί προθεσμία στους διαδίκους για τη νομιμοποίησή τους ή για την υποβολή υπομνήματος, από τη λήξη της προθεσμίας αυτής. Η προθεσμία προς τους διαδίκους δεν μπορεί, πάντως, να υπερβαίνει τις 3 ημέρες από την εκδίκαση.
10. Η άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση του κύριου ένδικου βοηθήματος. Η προθεσμία άσκησης των ένδικων βοηθημάτων διακόπτεται με την κατάθεση της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυτού τη λήψη ενός ασφαλιστικού μέτρου, οφείλει μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης αυτής, να ασκήσει το κύριο ένδικο βοήθημα, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς του ασφαλιστικού μέτρου. Η δικάσιμος για την εκδίκασή του δεν πρέπει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεση του δικογράφου.
11. Εφόσον η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνει δεκτή, η αναθέτουσα αρχή/ αναθέτων φορέας ή η Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 2 του άρθρου 32 του προεδρικού διατάγματος 18/1989.