Νόμος 4249/14 - Άρθρο 44

Άρθρο 44: Ρύθμιση ειδικών θεμάτων της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το εδάφιο β' της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του νόμου 2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α/1997), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παράγραφος 2 περίπτωση θ' του νόμου 3943/2011 (ΦΕΚ 66/Α/2011), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο σε περίπτωση που ο έλεγχος διενεργήθηκε από όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) ή της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας ή των ελεγκτικών κέντρων του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2343/1995 (ΦΕΚ 211/Α/1995) ή υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ως εξής:}

 

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 32 του νόμου 3986/2011 (ΦΕΚ 152/Α/2011) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. α. Στις περιπτώσεις που από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας διενεργείται έλεγχος για τη βεβαίωση παραβάσεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση για οικονομικά εγκλήματα που υπάγονται στην αρμοδιότητά της δεν ισχύει το φορολογικό, τελωνειακό, τραπεζικό, χρηματιστηριακό ή επιχειρηματικό απόρρητο.

 

β. Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας με την ολοκλήρωση των ερευνών της διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Οικονομικών στοιχεία που συγκέντρωσε κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από τα οποία προκύπτει η τέλεση φορολογικών και τελωνειακών παραβάσεων, προκειμένου να επιβληθούν οι κατά περίπτωση προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις.

 

γ. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται ο τρόπος ενημέρωσης, η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας μεταξύ της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας και των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.}

 

3. α. Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας, πέραν των λοιπών αρμοδιοτήτων της, δύναται να προβαίνει σε ελέγχους για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας σε περιπτώσεις παραβάσεων ειδικής βαρύτητας και ενδιαφέροντος, όπως είναι οι λαθρεμπορικές πράξεις ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, οι παραβάσεις που λαμβάνουν χώρα με τη χρήση δυσχερώς ανιχνεύσιμων ή νέων μηχανισμών απάτης και ιδιαίτερων τεχνασμάτων κ.λ.π.

 

Για την εκπλήρωση της αποστολής της η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας:

 

α)α) Λαμβάνει γνώση και ελέγχει τις φορολογικές δηλώσεις, φορολογικά στοιχεία και κάθε άλλο υποχρεωτικό και προαιρετικό βιβλίο και στοιχείο που ορίζονται από τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία.

 

Ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων γίνεται στα γραφεία της Υπηρεσίας ή στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου.

 

β)β) Καλεί εγγράφως τον ελεγχόμενο ή άλλο πρόσωπο να δώσει μέσα σε προθεσμία 5 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος πληροφορίες για τη διευκόλυνση του φορολογικού ή τελωνειακού ελέγχου, καθώς και να παρέχει αντίγραφα μέρους των βιβλίων και στοιχείων ή οποιουδήποτε συναφούς εγγράφου, συμπεριλαμβανομένων πελατολογίων και καταλόγων προμηθευτών και αντίγραφα των ηλεκτρονικών αρχείων, εφόσον αυτά εκδίδονται μηχανογραφικά, εκτός εάν ο ελεγχόμενος προσκομίσει επαρκείς αποδείξεις για πιθανές δυσχέρειες κατά την προετοιμασία και υποβολή των πληροφοριών που του ζητήθηκαν, εφόσον οι δυσχέρειες αυτές οφείλονται σε πράξεις ή παραλείψεις της Δημόσιας Διοίκησης ή σε λόγους ανωτέρας βίας. Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας υποχρεούται να παραδίδει στον ελεγχόμενο αποδεικτικό παράδοσης, στο οποίο γίνεται μνεία όλων των παραδοθέντων εγγράφων ή αρχείων.

 

γ)γ) Ενεργεί κατά τον έλεγχο κάθε αναγκαία εξέταση ή έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου, ιδίως στους χώρους παραγωγής, επεξεργασίας, αποθήκευσης ή παράδοσης των αγαθών, στον τόπο παροχής των υπηρεσιών, καθώς και στα μεταφορικά μέσα.

 

δ)δ) Ενεργεί έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων που δεν ευρίσκονται στο χώρο της επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου μετά από συναίνεση του ελεγχόμενου ή του επιτόπιου εισαγγελέα.

 

ε)ε) Λαμβάνει αντίγραφα των βιβλίων και στοιχείων, καθώς και λοιπών εγγράφων, για τα οποία ο ελεγχόμενος δηλώνει ότι αντιπροσωπεύουν ακριβή αντίγραφα.

 

Σε περίπτωση άρνησης, οι διενεργούντες τον έλεγχο αστυνομικοί προβαίνουν σε σχετική επισημείωση επί των εγγράφων. Οι διενεργούντες τον έλεγχο δύνανται να απαιτούν από τον ελεγχόμενο ή τον εκπρόσωπό του να παρίσταται στον τόπο, όπου διενεργείται ο έλεγχος και να απαντά σε ερωτήματα που του τίθενται, ώστε να διευκολύνεται η διενέργεια του ελέγχου.

 

Σε περίπτωση κατά την οποία τα βιβλία και στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε φυλασσόμενα αρχεία, καθώς και στα λογιστικά προγράμματα και τις πληροφορίες που έχουν καταχωριστεί σε αυτά ενώ δικαιούται να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά αρχεία σε αναγνώσιμη ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή.

 

στ)στ) Κατάσχει βιβλία και στοιχεία που τηρούνται ή διαφυλάσσονται σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, οποιαδήποτε άλλα ανεπίσημα βιβλία, έγγραφα, αρχεία, στοιχεία, ηλεκτρονικά μέσα αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, καθώς και αγαθά και μέσα μεταφοράς εφόσον το θεωρήσει αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδεικτική αξία αυτών.

 

ζ)ζ) Συντάσσει μετά την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου την κατά περίπτωση προβλεπόμενη έκθεση ελέγχου την οποία διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων.

 

β. Για την έρευνα και την κατάσχεση που διενεργείται από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτούς που ενεργούν την κατάσχεση και τον ελεγχόμενο ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια του ελέγχου εταίρο ή μέλος ή συγγενικό προς τους ανωτέρω πρόσωπο ή πρόσωπο που μετέχει στη διοίκηση ή διαχείριση ή υπάλληλο ή λογιστή της επιχείρησης.

 

Αντίγραφο της έκθεσης παραδίδεται στον ελεγχόμενο ή στον παριστάμενο, κατά τις διακρίσεις του προηγούμενου εδαφίου, πρόσωπο.

 

Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω να υπογράψουν, εφαρμόζονται οι σχετικές με τις κοινοποιήσεις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

 

Ο ελεγχόμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφα ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων, με δαπάνες του.

 

γ. Κατόπιν έγγραφου ή ηλεκτρονικού αιτήματος του διευθυντή της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, οι κρατικές υπηρεσίες και κάθε φορέας της Γενικής Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών και όλων των δημόσιων οργανισμών, φορέων και εταιρειών, όπου συμμετέχει ή έχει την εποπτεία το Κράτος, καθώς και οι ανεξάρτητες αρχές και λοιπά τρίτα πρόσωπα όπως ιδίως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων, τα επιμελητήρια, οι συμβολαιογράφοι, οι υποθηκοφύλακες, οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων, οι οικονομικοί ή κοινωνικοί ή επαγγελματικοί φορείς ή οργανώσεις υποχρεούνται να παρέχουν στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας κάθε διαθέσιμη πληροφορία και να επιδεικνύουν, χωρίς τη μεταφορά τους εκτός των εγκαταστάσεων, όλα τα πρωτότυπα έγγραφα, μητρώα και στοιχεία που έχουν στην κατοχή τους.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.