Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Υποπαράγραφος ΣΤ.1
Στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 146Β του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
{Ως αναπληρωτής του προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου μπορεί να ορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.2
1. Η περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 141 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του νόμου 3731/2008 (ΦΕΚ 263/Α/2008) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012 (ΦΕΚ 54/Α/2012), τροποποιείται ως εξής:
{β) υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου, κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος, ο Υπουργός, καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.}
2. Στο άρθρο 141 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του νόμου 3731/2008 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
{Οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων που εκδίδονται μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και επιβάλλουν τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού και της οριστικής παύσης δεν υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αλλά σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.3
Στο άρθρο 145 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (νόμου [Ν] 3584/2007), προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
{Οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων που εκδίδονται μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και επιβάλλουν τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού και της οριστικής παύσης δεν υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αλλά σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.4
H παράγραφος 5 του άρθρου 140 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
{Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.5
Η παράγραφος 5 του άρθρου 144 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (νόμου [Ν] 3584/2007) αντικαθίσταται ως εξής:
{Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.6
Η παράγραφος 1 του άρθρου 122 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε με την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό όργανο είτε με την παραπομπή του στο πειθαρχικό συμβούλιο. Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται το αργότερο εντός δύο μηνών από την κλήση σε απολογία είτε με την έκδοση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου είτε με παραπομπή ενώπιον πειθαρχικού συμβουλίου. Σε περίπτωση παραπομπής ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου, η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός δύο μηνών από την παραπομπή εκτός αν απαιτείται η διεξαγωγή ανάκρισης οπότε ολοκληρώνεται εντός τεσσάρων μηνών.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.7
Το άρθρο 126 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (νόμου [Ν] 3584/2007) αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 126
1. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε με την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό Όργανο είτε με την παραπομπή του στα συλλογικά Πειθαρχικά Όργανα των άρθρων 123 και 124 του παρόντος. Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός διμήνου από την κλήση σε απολογία, είτε με την έκδοση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου είτε με παραπομπή στα συλλογικά όργανα του άρθρου 123 του παρόντος.
2. Τα Συλλογικά Πειθαρχικά όργανα του άρθρου 123 του παρόντος ολοκληρώνουν την πειθαρχική διαδικασία εντός δύο μηνών από την παραπομπή, είτε με την έκδοση πειθαρχικής απόφασης είτε με παραπομπή ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου. Σε περίπτωση παραπομπής ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, ολοκληρώνεται η πειθαρχική διαδικασία εντός διμήνου από την παραπομπή, εκτός εάν απαιτείται η διεξαγωγή ανάκρισης οπότε ολοκληρώνεται εντός τετραμήνου από την παραπομπή.
3. Η υπαίτια παράβαση της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. Το παράπτωμα αυτό, για τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου, εκδικάζεται μετά από παραπομπή από τον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.8
Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 4 του άρθρου 141 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του νόμου 3731/2008 και όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, αντικαθίστανται ως εξής:
{4. Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης ή την πλήρη γνώση αυτής από τον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά 20 ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.9
Η παράγραφος 4 του άρθρου 145 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (νόμου [Ν] 3584/2007) αντικαθίσταται ως εξής:
{4. Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά 20 ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.10
Στην παράγραφο 7 του άρθρου 141 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Υπαλληλικός Κώδικας (νόμος 3528/2007)), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του νόμου 3731/2008 και όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του νόμου 4057/2012, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει για την ένσταση εντός τεσσάρων μηνών από την ημέρα περιέλευσης σε αυτό του πλήρους φακέλου της πειθαρχικής διαδικασίας.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.11
1. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του νόμου 3074/2002 (ΦΕΚ 296/Α/2002) προστίθεται παράγραφος 3Α, ως εξής:
{3Α. Το Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης παρακολουθεί τις πειθαρχικές διαδικασίες στους φορείς της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Για το σκοπό αυτόν κάθε πράξη με την οποία ασκείται πειθαρχική δίωξη και κάθε πειθαρχική απόφαση κοινοποιούνται υποχρεωτικά στο Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης .}
2. Στην περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7Α του νόμου [Ν] 2472/1997 (ΦΕΚ 50/Α/1997) που προστέθηκε με το άρθρο 10 του νόμου 3090/2002 (ΦΕΚ 329/Α/2002), προστίθεται εδάφιο με το ακόλουθο περιεχόμενο:
{Το αυτό ισχύει και για το Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του που επιβάλλει ο νόμος.}
Υποπαράγραφος ΣΤ.12
Η περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ζ.2 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, οι θέσεις των οποίων καταργούνται. Σε περίπτωση κατάργησης θέσεων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, προβλέπεται καταγγελία της σύμβασης εργασίας των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.}