Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Η εποπτεία λειτουργίας των Οικοδομικών Συνεταιρισμών ανήκει στο Υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 1667/1986 (ΦΕΚ 196/Α/1986). Το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής διατηρεί τις αρμοδιότητές του μόνο για τις διαδικασίες χωροθέτησης, πολεοδόμησης, τον καθορισμό όρων και περιορισμών δόμησης, έγκρισης μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και θέματα ενέργειας.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 31 του νόμου 4067/2012 (ΦΕΚ 79/Α/2012).
|
2. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύσταση των Οικοδομικών Συνεταιρισμών είναι η έκδοση βεβαίωσης της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ότι η προτεινόμενη έκταση είναι μέσα σε περιοχή ειδικά ρυθμιζόμενης πολεοδόμησης (ΠΕΡΠΟ).
3. Μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα ετών από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί τα έργα τεχνικής υποδομής στις εκτάσεις των Οικοδομικών Συνεταιρισμών.
4. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης στα διοικητικά όρια των οποίων υπάγονται οι εκτάσεις των Οικοδομικών Συνεταιρισμών μπορούν να αναλάβουν να εκτελέσουν ή να ολοκληρώσουν τα έργα τεχνικής υποδομής, όπως αυτά καθορίζονται στις σχετικές μελέτες έργων, τις πολεοδομικές μελέτες και τα αντίστοιχα προγράμματα ολοκλήρωσης αυτών. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του Οικοδομικού Συνεταιρισμού, καθώς και απόφαση του αρμόδιου συμβουλίου του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
5. Στην περίπτωση της παραγράφου 4 το αντισταθμιστικό μέτρο της απαλλαγής των Οικοδομικών Συνεταιρισμών από την εισφορά σε χρήμα παύει να ισχύει. Για την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής επιβάλλεται υπέρ του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης η καταβολή χρηματικού ποσού, το οποίο βεβαιώνεται από την αρμόδια υπηρεσία του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης και εισπράττεται με τη διαδικασία περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Υπόχρεοι σε καταβολή του παραπάνω χρηματικού ποσού είναι οι ιδιοκτήτες των συνεταιρικών μερίδων, όπως αυτές έχουν υλοποιηθεί από την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου, καθώς και οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί που έχουν αδιανέμητες συνεταιρικές μερίδες στην ιδιοκτησία τους. Το ύψος του ποσού αυτού τελεί σε αναλογία με την αξία των έργων που θα κατασκευαστούν.
6. Για την εφαρμογή των παραγράφων 4 και 5 απαιτείται οι αρμόδιες υπηρεσίες του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης να προβούν σε προκαταρκτική εκτίμηση των έργων τεχνικής υποδομής από οικονομοτεχνική άποψη.
Η παραπάνω εκτίμηση επικυρώνεται με απόφαση του αρμόδιου συμβουλίου, η οποία επέχει θέση απόφασης ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής.
Η απόφαση ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής κοινοποιείται αμελλητί με ευθύνη του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, με παραγγελία να μην εκδίδουν άδειες δόμησης για όσο διάστημα είναι απαραίτητο στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης προκειμένου να προβούν στη σύνταξη των μελετών για τα έργα υποδομής και μέχρι την υλοποίηση αυτών κατά τις διατάξεις της παραγράφου 10.
Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης που αναλαμβάνουν την εκπόνηση των μελετών και την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής στις οικιστικές περιοχές των οικοδομικών συνεταιρισμών, εντάσσουν αυτά στους προϋπολογισμούς και τα προγράμματά τους σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 31 του νόμου 4067/2012 (ΦΕΚ 79/Α/2012).
|
7. Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους για οικοδομικούς συνεταιρισμούς των οποίων η πολεοδομική μελέτη έχει εγκριθεί μετά την ισχύ του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 17/1984 και οι οποίοι δεν έχουν ολοκληρώσει την κατασκευή των έργων υποδομής, εάν έχουν εξαντληθεί οι προθεσμίες του άρθρου 8 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 93/1987 μπορούν μέσα σε έξι μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, ύστερα από σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών τους, να επιλέξουν τη σύναψη συμβάσεων με τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την κατασκευή έργων από κοινού ή με όποιον άλλον τρόπο δεσμευτούν συμβατικά. Με τις σχετικές συμβάσεις καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις κατασκευής των έργων υποδομής, η σύναψη τυχόν δανείων, επιβαρύνσεις, καταβολές εισφορών, ο μηχανισμός είσπραξης και οι κυρώσεις για την επιβολή αυτής, η τυχόν από κοινού επιλογή φορέα κατασκευής των έργων, η ρύθμιση θεμάτων σχετικών με τις ήδη ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις των Οικοδομικών Συνεταιρισμών, οι χρόνοι και οι προθεσμίες, μέτρα και ασφαλιστικές δικλείδες για την τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων, θέματα εποπτείας και ελέγχου των έργων, σύμπραξη με άλλους φορείς δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, συμβατικές υποκαταστάσεις, επίλυση διαφορών.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 31 του νόμου 4067/2012 (ΦΕΚ 79/Α/2012).
|
8. Σε κάθε περίπτωση μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 3, η εκτέλεση των έργων υποδομής υπάγεται στον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 5.
9. Η αρμοδιότητα ελέγχου και εποπτείας των έργων υποδομής (προϋπολογισμός, καλή κατασκευή, πρόγραμμα ολοκλήρωσης) ανήκει στην Περιφέρεια, στην οποία υπάγεται ο Δήμος όπου ο Οικοδομικός Συνεταιρισμός έχει την έκτασή του.
10. Η ολοκλήρωση των έργων υποδομής αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών, για τους οικοδομικούς συνεταιρισμούς που συστάθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος 93/1987 (16-04-1987). Για τους προϋφιστάμενους της 16-04-1987 οικοδομικούς συνεταιρισμούς αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών αποτελεί η ολοκλήρωση της χάραξης του οδικού δικτύου, σύμφωνα με την εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη.
11. Όταν οι Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί επιτελέσουν το σκοπό τους, μπορεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών τους να λειτουργήσουν για δέκα κατ' ανώτατο όριο έτη ως σωματείο - σύλλογος για την περαιτέρω διαχείριση των κοινών. Κατόπιν οι εκτάσεις τους και η ευθύνη συντήρησης των κοινόχρηστων χώρων και τεχνικών έργων περιέρχονται στους οικείους Δήμους.
12. Όσοι οικοδομικοί συνεταιρισμοί αναλάβουν την εκτέλεση των έργων υποδομής στην έκτασή τους, οφείλουν να τα ολοκληρώσουν εντός της προθεσμίας της παραγράφου 3, διαφορετικά διαλύονται κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου μετά από αίτηση της Περιφέρειας και τα έργα αναλαμβάνει ο Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 31 του νόμου 4067/2012 (ΦΕΚ 79/Α/2012).
|
13. Οι προϋφιστάμενοι της 16-01-1984 Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί με εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο διέπονται εφεξής από τις διατάξεις του νόμου [Ν] 1667/1986. Όσοι από αυτούς δεν έχουν ολοκληρώσει μέχρι σήμερα τα έργα υποδομής, οφείλουν να τα ολοκληρώσουν είτε οι ίδιοι είτε σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4 - 7 μέσα σε δώδεκα μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Μετά την παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας την ολοκλήρωση των έργων αναλαμβάνουν αυτοδίκαια και αποκλειστικά οι οικείοι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
14. Παρατείνεται έως 03-11-2020 για δύο έτη η διάρκεια των Οικοδομικών Συνεταιρισμών προκειμένου να εναρμονίσουν τα καταστατικά τους σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου και να υποβάλουν χρονοδιάγραμμα - έκθεση έργων υποδομής προς έγκριση στην Περιφέρεια.
Σε περίπτωση μη συμμορφώσεως των οικοδομικών συνεταιρισμών στην εναρμόνιση των καταστατικών τους εντός της ως άνω προθεσμίας, ο συνεταιρισμός διαλύεται αυτοδικαίως. Η διάλυση αναγνωρίζεται με πράξη του Ειρηνοδίκη, μετά από αίτηση των οργάνων διοίκησης του συνεταιρισμού και οποιοσδήποτε υφίσταται βλάβη ή τίθενται σε κίνδυνο, ή της εποπτεύουσας αρχής, τα έννομα συμφέροντά του και τα αποτελέσματά της ανατρέχουν στο χρόνο παρόδου της προθεσμίας εναρμόνισης του καταστατικού. Η πράξη του ειρηνοδίκη καταχωρείται στο μητρώο της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1667/1987 (ΦΕΚ 196/Α/1987) και κοινοποιείται άμεσα στο Υπουργείο Οικονομικών. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1667/1987.