Νόμος 3943/11 - Άρθρο 27

Άρθρο 27: Τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Στις διατάξεις του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

 

1. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β) ως πρώτη εγκατάσταση, η πρώτη χρησιμοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο των κτιρίων ύστερα από την ανέγερση τους, όπως είναι η ιδιοκατοίκηση, η ιδιόχρηση, η μίσθωση ή άλλη χρήση, θεωρείται επίσης ότι πραγματοποιείται η πρώτη εγκατάσταση κατά το χρόνο που συμπληρώνεται τριετία από την ημερομηνία αποπεράτωσης της οικοδομής.}

 

2. α) Η περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{δ) η μίσθωση βιομηχανοστασίων και χρηματοθυρίδων Επίσης, η μίσθωση χώρων, αυτοτελώς ή στα πλαίσια μικτών συμβάσεων, που πραγματοποιείται από επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται εμπορικά κέντρα ή τα εμπορευματικά κέντρα του νόμου 3333/2005 (ΦΕΚ 91/Α/2005), εφόσον ο υποκείμενος το επιθυμεί και υποβάλλει για αυτό αίτηση επιλογής φορολόγησης.}

 

β) Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο νόμος 2859/2000, εδάφιο ως εξής:

 

{Ως μεταφορές για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου νοούνται και οι μεταφορές αγαθών μέσω αγωγών ή η παροχή πρόσβασης σε τέτοιους αγωγούς.}

 

3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 33 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Για τα ακίνητα, η μίσθωση των οποίων υπάγεται στο φόρο, κατόπιν της επιλογής που προβλέπεται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 8, η έκπτωση του φόρου που ενεργήθηκε υπόκειται σε δεκαετή διακανονισμό με αφετηρία το έτος χρησιμοποίησης τους. Ο διακανονισμός ενεργείται κάθε έτος για το ένα δέκατο του φόρου που επιβάρυνε το αγαθό, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Το ποσό του φόρου που εναπομένει για διακανονισμό κατά το χρόνο άσκησης της επιλογής φορολόγησης, διακανονίζεται με βάση συνολική περίοδο δέκα ετών.}

 

4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 37 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

 

{Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποχρεούται μέσα στο μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους, να αποστέλλει στη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, τα στοιχεία των οικοδομών που δηλώθηκαν ως αποπερατωθείσες κατά το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό έτος. καθώς και τα στοιχεία του κυρίου του έργου και του κατασκευαστή.}

 

5. Στο άρθρο 38 προστίθεται παράγραφος 1)α, ως εξής:

 

{1.α. Εφημεριδοπώλες, η δραστηριότητα των οποίων προσδιορίζεται από τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2943/1954 (ΦΕΚ 181/Α/1954), δεδομένου ότι πραγματοποιούν πράξεις για τις οποίες δεν επιβάλλουν Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, έχοντας παράλληλα δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους. σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 19, μπορούν να επιλέγουν τη μη υποβολή περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, εφόσον με δήλωση τους επιλέγουν τη μη διενέργεια έκπτωσης του φόρου εισροών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία μέσα σε τριάντα ημέρες από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν την παρέλευση πενταετίας. Ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν από 01-07-2010, η εν λόγω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μέχρι 31-05-2011.}

 

6. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 38 αντικαθίσταται με τέσσερα εδάφια, ως εξής:

 

{Με την υποβολή περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης καταβάλλεται το συνολικά οφειλόμενο ποσό. Αν υποβάλλεται εμπρόθεσμα περιοδική δήλωση, μπορεί να καταβληθεί ταυτόχρονα με την υποβολή ποσοστό τουλάχιστον 40% του συνολικά οφειλόμενου ποσού και το υπολειπόμενο ποσό μπορεί να καταβάλλεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 54, προσαυξημένο κατά 2%. Ως καταβολή λογίζεται και η απόσβεση της οφειλής δια συμψηφισμού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ 90/Α/1974)). Εκκαθαριστική δήλωση και εκπρόθεσμη περιοδική δήλωση, χωρίς την καταβολή όλου του ποσού και εμπρόθεσμη περιοδική δήλωση χωρίς την καταβολή τουλάχιστον του ανωτέρω ποσοστού δεν επάγονται έννομα αποτελέσματα.}

 

7. Η παράγραφος 8 του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{8. Τα πρόσωπα που καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούριου μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να υποβάλουν έκτακτη περιοδική δήλωση, πριν από την άσκηση του δικαιώματος επιστροφής του φόρου, που προβλέπεται από το άρθρο 34.}

 

8. Η παράγραφος 9 του άρθρου 38 καταργείται.

 

9. Στην παράγραφο 11 του άρθρου 38 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:

 

{Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος άσκησης της επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο 1)α.}

 

10. Ο τίτλος του άρθρου 39Α αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 39Α: Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου από τον λήπτη αγαθών και υπηρεσιών.}

 

11. Στο άρθρο 39Α προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής:

 

{3. Αν μεταβιβαστούν σε άλλο υποκείμενο στο φόρο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας δικαιώματα εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/87/ΕΚ (L 275/2003) σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της Οδηγίας 1996/61/ΕΚ του Συμβουλίου, ο φόρος καταβάλλεται από τον λήπτη. Ο παρέχων τις υπηρεσίες αυτές έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών σχετικά με τις εν λόγω πράξεις, δεν χρεώνει φόρο στα εκδιδόμενα φορολογικά στοιχεία και υποχρεούται να αναγράφει σε αυτά άρθρο 39Α, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των υπηρεσιών.}

 

12. α) Η περίπτωση γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 41 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{γ) ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία έχουν υποχρέωση να τηρούν βιβλία δεύτερης ή ανώτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τους αγρότες που πωλούν προϊόντα δικής τους παραγωγής από δικό τους κατάστημα ή από λαϊκές αγορές ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις προς άλλο κράτος - μέλος, καθώς και για τους αγρότες οι οποίοι εντάσσονται στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, σύμφωνα με το νόμο 3874/2010 (ΦΕΚ 151/Α/2010) και ασχολούνται με τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 kW ή τη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων έως 10 δωματίων.}

 

β) Δεν αναζητούνται επιστροφές Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που έχουν καταβληθεί από τις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, οι οποίες αφορούν επιδοτήσεις. Πράξεις επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατά το μέρος που αφορούν την ανωτέρω αιτία παύουν να ισχύουν, με την προϋπόθεση ότι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δεν έχουν με οποιονδήποτε τρόπο καταστεί οριστικές.

 

13. Η παράγραφος 1 του άρθρου 53 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας βεβαιώνει στο όνομα του υπόχρεου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 35 τον κύριο και πρόσθετο φόρο που προκύπτει:

 

α) Βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται.

 

Αν δεν καταβληθεί το σύνολο του οφειλόμενου ποσού ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης κατ' εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 38, με τον κύριο και πρόσθετο φόρο συμβεβαιώνεται και η αναλογούσα προσαύξηση που προβλέπεται στο εν λόγω εδάφιο.

 

β) Βάσει των πράξεων προσδιορισμού του φόρου που αναφέρονται στα άρθρα 49 και 50, εφόσον αυτές έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής.

 

γ) Βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού.

 

Για τη βεβαίωση του φόρου, ο προϊστάμενος Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας συντάσσει χρηματικό κατάλογο μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη λήξη του μήνα που αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης και πάντως όχι αργότερα από τρία έτη από το τέλος του έτους κατά το οποίο αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης.

 

Η παράλειψη βεβαίωσης του φόρου μέσα στην προθεσμία των δύο μηνών που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, που τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.}

 

14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 53 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Αν δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκηθεί από τον υπόχρεο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ποσοστό πενήντα τοις εκατό του αμφισβητούμενου κύριου φόρου και του πρόσθετου φόρου.}

 

15. Το άρθρο 54 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 54: Τρόπος καταβολής του φόρου

 

1. Ο φόρος που οφείλεται, κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καταβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4.

 

2. Ο φόρος που οφείλεται βάσει περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, καταβάλλεται εφάπαξ, με την υποβολή των δηλώσεων που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος νόμου. Ο φόρος που οφείλεται με βάση τις εμπρόθεσμες περιοδικές δηλώσεις μπορεί να καταβάλλεται και σε τρεις δόσεις, η πρώτη από τις οποίες καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ποσοστό που ορίζεται με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 38. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό, σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, η πρώτη από τις οποίες καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα. Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 300 €. Ποσό που οφείλεται βάσει οποιασδήποτε άλλης δήλωσης καταβάλλεται εφάπαξ.

 

Αν δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα μία δόση, ο φορολογούμενος στερείται του δικαιώματος καταβολής του φόρου σε δόσεις, σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, για την τρέχουσα και την επόμενη κάθε φορά διαχειριστική περίοδο.

 

3. Ο φόρος που οφείλεται καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση, εφόσον αφορά:

 

α) το ποσοστό 50% του αμφισβητούμενου κύριου φόρου και πρόσθετου φόρου που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 53, εκτός από τον αμφισβητούμενο φόρο και πρόσθετο φόρο που προκύπτει με βάση προσωρινή πράξη προσδιορισμού του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται στο σύνολο του.

 

β) το φόρο που βεβαιώθηκε με βάση οριστική απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου.

 

γ) φόρο που βεβαιώθηκε, ο οποίος δεν υπερβαίνει το ποσό των 300 €.

 

4. Ο φόρος που οφείλεται, με βάση οριστική πράξη προσδιορισμού, η οποία οριστικοποιήθηκε λόγω μη άσκησης ή μη εμπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αν το συνολικό ποσό του φόρου είναι μεγαλύτερο των 300 €. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα, για τις δημόσιες υπηρεσίες, του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση.

 

5. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3, ο φόρος που οφείλεται, μετά την υπογραφή του πρακτικού και την καταβολή του 1/5 του συνολικά οφειλόμενου φόρου, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 του νόμου 2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α/1997), καταβάλλεται σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση, στις περιπτώσεις:

 

α) διοικητικής επίλυσης της διαφοράς.

 

β) κατάργησης της φορολογικής δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4600/1966, επί οριστικής πράξης προσδιορισμού του φόρου.

 

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζονται ο τρόπος καταβολής του φόρου, οι προϋποθέσεις, οι διαδικασίες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την απόδοση του οφειλόμενου φόρου και χωρίς την υποβολή περιοδικών δηλώσεων. Με όμοια απόφαση ορίζεται η ημερομηνία από την οποία εφαρμόζεται η κύρωση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της κύρωσης αυτής.}

 

16. α) Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για οικοδομές οι οποίες αποπερατώνονται από 01-01-2011 και εφεξής. Για τις οικοδομές που αποπερατώθηκαν έως 31-12-2010, ως χρόνος έναρξης της τριετίας από την αποπεράτωση θεωρείται η 01-01-2011.

 

β) Οι διατάξεις της παραγράφου 6 εφαρμόζονται για δηλώσεις των οποίων η προθεσμία υποβολής λήγει μετά την 01-07-2011.

 

γ) Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4, 5. 9, 10 και 11 αρχίζει από 01-01-2011.

 

δ) Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 12 αρχίζει από 31-12-2010.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.