Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συνάψει με πιστωτικά ιδρύματα συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων για επιχειρηματικούς, επαγγελματικούς ή αγροτικούς σκοπούς, δικαιούνται να ζητήσουν από τα ιδρύματα αυτά και να επιτύχουν την υπαγωγή σε ρύθμιση των συνολικών οφειλών από την κάθε σύμβαση δανείου ή πίστωσης οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 30-06-2007 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Αν η σύμβαση δεν έχει καταγγελθεί, προϋπόθεση για τη ρύθμιση είναι να υφίσταται ληξιπρόθεσμη οφειλή με καθυστέρηση τουλάχιστον τριών μηνών. Από το υπό ρύθμιση συνολικά οφειλόμενο ποσό αφαιρούνται και διαγράφονται οι τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, πλην των ήδη καταβληθέντων μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής που υπάγεται σε ρύθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει για κάθε σύμβαση το ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες €.
2. Η αποπληρωμή της κατά την προηγούμενη παράγραφο προκύπτουσας οφειλής πρέπει να έχει διάρκεια ίση με αυτή που απομένει ή, σε περίπτωση σύμβασης που έχει καταγγελθεί θα απέμενε μέχρι τη λήξη της σύμβασης, προσαυξημένη κατά δύο έτη. Για ληξιπρόθεσμη οφειλή από σύμβαση που έχει καταγγελθεί, η διάρκεια της αποπληρωμής δεν μπορεί να είναι μικρότερη από επτά έτη. Κατά τα δύο πρώτα έτη θα καταβάλλονται μόνο τόκοι και η εν συνεχεία αποπληρωμή της οφειλής που έχει ρυθμισθεί θα γίνεται με ισόποσες περιοδικές δόσεις, σύμφωνα με την περιοδικότητα του εκτοκισμού που προβλέπεται στη σύμβαση. Για ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις ανοικτού ή αλληλόχρεου λογαριασμού που έχουν καταγγελθεί, η αποπληρωμή της οφειλής γίνεται κατ' αντιστοιχία προς τα παραπάνω σε επτά έτη με ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις. Οι πάσης φύσεως και με εκ του νόμου ημερομηνία λήξεως ρευστοποιούμενες κινητές αξίες, που έχουν δοθεί ως ενέχυρο, θα καλύπτουν την κατά παράγραφο 1 οφειλή, θα μειώνουν το ρυθμιζόμενο ποσό και θα αναπροσαρμόζεται το ποσό των περιοδικών δόσεων. Ο υπολογισμός των τόκων θα γίνεται, καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, με το συμβατικό επιτόκιο ενήμερης οφειλής. Απόκλιση από τα παραπάνω επιτρέπεται μόνο αν και τα δύο μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Το σύνολο των υφιστάμενων πάσης φύσεως εξασφαλίσεων και εγγυήσεων διατηρείται χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη πράξη ή διατύπωση.
3. Από την ψήφιση του παρόντος και μέχρι την 15-03-2010 η καταγγελία σύμβασης της παραγράφου 1 εξαιτίας ληξιπρόθεσμων οφειλών παράγει τα αποτελέσματα της μόνο αν ο οφειλέτης δεν ζητήσει εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση της καταγγελίας την υπαγωγή σε ρύθμιση της ληξιπρόθεσμης οφειλής σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η προθεσμία του ενός μηνός δεν αρχίζει αν δεν ενημερωθεί ο οφειλέτης για το δικαίωμα αυτό.
4. Οφειλέτες από συμβάσεις της παραγράφου 1, των οποίων οι οφειλές έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 01-01-2005 και μέχρι την 30-06-2007 δικαιούνται να ζητήσουν και να επιτύχουν να υπαχθούν στη ρύθμιση σύμφωνα με τα παραπάνω, υπό τον όρο ότι θα αποπληρωθεί μέχρι την 15-05-2010 ποσό ίσο με το 10% της οφειλής που προκύπτει, χωρίς να υπολογίζονται τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, για τους οποίους τηρείται χωριστός λογαριασμός. Αν ο οφειλέτης αποπληρώσει το ήμισυ της οφειλής σύμφωνα με τη ρύθμιση, διαγράφονται οριστικά οι τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, πλην των ήδη καταβληθέντων μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Δεν επιτρέπεται η καταγγελία της ρύθμισης, αν δεν υπάρχει καθυστέρηση τεσσάρων τουλάχιστον μηνιαίων δόσεων.
5. Οι αιτήσεις για την υπαγωγή στη ρύθμιση των οφειλών των προηγούμενων παραγράφων υποβάλλονται μέχρι τις 15-04-2010. Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να γνωστοποιούν στον οφειλέτη μέσα σε τριάντα ημέρες από την υποβολή της αίτησης το ύψος της οφειλής που προκύπτει κατά τα ανωτέρω. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την 31-07-2010 δεν επιτρέπεται η έναρξη ή η συνέχιση της κύριας διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν έχει διενεργηθεί ήδη ο πλειστηριασμός, για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων του Ελληνικού Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, για οποιαδήποτε αιτία οφειλής και υπό τον όρο ότι ο οφειλέτης θα έχει υποβάλει εμπρόθεσμα σχετική αίτηση υπαγωγής στις ρυθμίσεις του παρόντος. Ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει την εμπρόθεσμη υποβολή της αίτησης.
6. Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης με χρηματοδοτικά και πιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν καταγγελθεί. Η διάρκεια της αποπληρωμής της οφειλής δεν μπορεί να υπερβαίνει τον εναπομένοντα μέχρι τη λήξη της μίσθωσης χρόνο. Στην περίπτωση της υπέρβασης δεν εφαρμόζεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2. Καταγγελίες μετά την 15-12-2009 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν παράγουν τα αποτελέσματα τους. Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται και για τις συμβάσεις αυτές.
7. Δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, από ομολογιακά δάνεια, από δάνεια ή πιστώσεις εγγυημένα ή επιδοτούμενα από το Δημόσιο ή εγγυημένα από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων. Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές Κοινωφελών Ιδρυμάτων.
8. Δικαίωμα να ζητήσουν την υπαγωγή στο νόμο αυτόν έχουν οι πρωτοφειλέτες, οι εγγυητές και οι καθολικοί διάδοχοι τους, εφόσον διαθέτουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα.
Η ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα δύναται να προσκομιστεί μέχρι την 30-07-2010. Η προθεσμία καταβολής του προβλεπόμενου από την παράγραφο 4 ποσού παρατείνεται μέχρι την 10-08-2010.