Νόμος 3710/08 - Άρθρο 21

Άρθρο 21: Επιτροπή Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Συνιστάται Επιτροπή Διερεύνησης Ατυχημάτων και Συμβάντων, εφεξής καλούμενη Επιτροπή, για τη διερεύνηση ατυχημάτων και συμβάντων που αναφέρονται στο άρθρο 19 της οδηγίας [ΕΟΚ] 2004/49/ΕΚ, με έδρα την Αθήνα. Η Επιτροπή έχει λειτουργική και διοικητική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

2. Η Επιτροπή είναι λειτουργικά και οργανωτικά ανεξάρτητη ως προς τη νομική μορφή και τη λήψη αποφάσεων από οποιονδήποτε διαχειριστή υποδομής, σιδηροδρομική επιχείρηση, φορέα χρέωσης, φορέα κατανομής και κοινοποιημένο οργανισμό και οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τα συμφέροντα των οποίων θα μπορούσαν να έλθουν σε σύγκρουση με την αποστολή που έχει ανατεθεί στην Επιτροπή. Επιπλέον, είναι λειτουργικά ανεξάρτητη από την Αρχή Ασφαλείας Σιδηροδρομικών Μεταφορών και από οποιονδήποτε σιδηροδρομικό ρυθμιστικό φορέα.

 

3. Η Επιτροπή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και 2 μέλη, που διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής διαθέτουν επιστημονική γνώση και αποδεδειγμένη εμπειρία σε τομείς που συντελούν στο έργο της Επιτροπής, όπως στο δίκαιο μεταφορών, στους κανόνες ασφαλείας μεταφορών, στις σιδηροδρομικές υποδομές και στη λειτουργία και διαχείριση της κυκλοφορίας. Η θητεία του Προέδρου και των μελών είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται. Αν ο Πρόεδρος ή μέλος του Συμβουλίου εκλείψει ή αποχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο ή απωλέσει την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκε, με όμοια απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών ορίζεται ο αντικαταστάτης.

 

4. Η Επιτροπή εκπροσωπείται από τον Πρόεδρο της, ο οποίος είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και διορίζεται με βαθμό πρώτο (1ο) της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων. Για το χρόνο που κατέχει τη θέση του τελεί σε αναστολή της επαγγελματικής του δραστηριότητας, και εφόσον είναι μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, σε άδεια που του χορηγείται κατά το άρθρο 17 παράγραφος 4 περίπτωση Α' του νόμου [Ν] 1268/1982 (ΦΕΚ 87/Α/1982).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 35 του νόμου 3891/2010 (ΦΕΚ 188/Α/2010).

 

5. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, καθώς και για 2 έτη από τη λήξη της, ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής, οι σύζυγοί τους και οι συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού δεν επιτρέπεται να κατέχουν θέση ή να έχουν οικονομικά συμφέροντα σε διαχειριστή υποδομής, σιδηροδρομική επιχείρηση, κατασκευαστή ή προμηθευτή σιδηροδρομικών μέσων και συστημάτων. Η παραβίαση της απαγόρευσης αυτής συνεπάγεται την έκπτωση τους αυτοδικαίως από τη θέση που κατέχουν και εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, η οποία ορίζει και τον αντικαταστάτη τους, χωρίς να αποκλείεται η πειθαρχική, ποινική ή αστική ευθύνη τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

 

6. Για τη διοικητική υποστήριξη και γενικότερα την υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής, συνιστάται Υπηρεσιακή Μονάδα στο Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων σε επίπεδο αυτοτελούς Γραφείου, εφεξής καλούμενη Γραφείο Διοικητικής και Γραμματειακής Υποστήριξης της Επιτροπής Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων. Το Γραφείο υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου και διοικείται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Στο Γραφείο προΐσταται υπάλληλος του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων του κλάδου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Διοικητικού - Λογιστικού ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Διοικητικού- Γραμματέων, ο οποίος επιλέγεται και τοποθετείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και στελεχώνεται με υπαλλήλους του Υπουργείου κατόπιν αιτήσεων τους. Σε περίπτωση μη υποβολής αιτήσεων τοποθετούνται υπάλληλοι με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η αρμοδιότητα του Γραφείου αυτού συνίσταται αποκλειστικά στη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του νόμου 3891/2010 (ΦΕΚ 188/Α/2010).

 

7. Η Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της δύναται να απευθύνεται σε νομικούς, οικονομικούς και τεχνικούς συμβούλους, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

 

8. Η Επιτροπή δύναται να χρησιμοποιεί άτομα καταλλήλως εκπαιδευμένα και πιστοποιημένα για την υποστήριξη της διερεύνησης των σιδηροδρομικών ατυχημάτων, τα οποία καλούνται Διερευνητές Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων, εφεξής καλούμενα Διερευνητές. Οι Διερευνητές αυτοί δύνανται, κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου της Επιτροπής, να συμμετέχουν με τα μέλη της Επιτροπής στη διεξαγωγή έρευνας ατυχήματος.

 

Η εκπαίδευση, τα προσόντα και οι λοιπές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου ένα άτομο να επιλεγεί ως Διερευνητής, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών εντός οκτώ (8) μηνών από τη σύσταση της Επιτροπής. Στο διάστημα αυτό, ο Πρόεδρος της Επιτροπής υποβάλλει στον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών προτάσεις για την εκπαίδευση και την εξέταση των υποψήφιων Διερευνητών.

 

9. Ο Πρόεδρος εντός έξι (6) μηνών από τη σύσταση της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

10. Η Επιτροπή λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις περί συλλογικών οργάνων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο και τον Κανονισμό, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (νόμος 2690/1999 (ΦΕΚ 45/Α/1999)).

 

11. Το πόρισμα της Επιτροπής, για κάθε σιδηροδρομικό ατύχημα που διερευνά, παραδίδεται από τον Πρόεδρο της στον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

12. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, ο διαχειριστής υποδομής και, όποτε ενδείκνυται, η Αρχή Ασφαλείας Σιδηροδρομικών Μεταφορών, υποχρεούνται να αναφέρουν αμέσως στην Επιτροπή τα ατυχήματα και τα συμβάντα που αναφέρονται στο άρθρο 19 της οδηγίας [ΕΟΚ] 2004/49/ΕΚ. Η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να ανταποκρίνεται αμέσως στις αναφορές αυτές και να προβαίνει στις απαραίτητες ρυθμίσεις για την έναρξη της έρευνας το αργότερο εντός μίας (1) εβδομάδας, αφού λάβει την αναφορά σχετικά με το συγκεκριμένο ατύχημα ή συμβάν.

 

13. Οι δαπάνες για τη Σύσταση και λειτουργία της Επιτροπής βαρύνουν παγίως τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής καταβάλλονται οι αποδοχές που καθορίζονται σύμφωνα με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Τα έξοδα μετακίνησης, διανυκτέρευσης και άλλα έξοδα καταβάλλονται στους δικαιούχους, μέλη της Επιτροπής, Διερευνητές, τεχνικούς συμβούλους και άλλα δικαιούμενα πρόσωπα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

 

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ρυθμίζονται τα θέματα εκπαίδευσης και εξέτασης των Διερευνητών και καθορίζονται η κατ' αποκοπή αμοιβή τους για κάθε έρευνα που διενεργούν, καθώς και το ύψος της αμοιβής των τεχνικών συμβούλων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 13 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 35 του νόμου 3891/2010 (ΦΕΚ 188/Α/2010).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.