Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 50 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 του νόμου 2972/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών είναι:
α. Ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών ή ο Διευθυντής του οικείου ταμείου, προκειμένου για περιφερειακά και τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
β. Η Επιτροπή Αναστολών του άρθρου 113 του Κανονισμού Ασφάλισης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
Τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.}
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του νόμου 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Αίτημα χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, με κύριο κριτήριο τη συμπεριφορά του οφειλέτη και την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση.
Με απόφαση του Διευθυντή του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών ή του Διευθυντή του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι περισσότερες από τριάντα έξι, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών, αφού ληφθούν υπόψη ο αριθμός των απασχολουμένων και η διασφάλιση της οφειλής, παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από τριάντα έξι και περισσότερες από σαράντα οκτώ, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Το ποσό της προκαταβολής των δύο προηγούμενων εδαφίων υπολογίζεται κλιμακωτά και αθροιστικά επί της συνολικής οφειλής ως ακολούθως:
α. για ποσό οφειλής μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ ποσοστό 10%,
β. για συνολική οφειλή από εκατό χιλιάδες ένα έως και τριακόσιες χιλιάδες ευρώ ποσοστό 8%,
γ. για συνολική οφειλή από τριακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ και άνω ποσοστό 6%.
Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατό πενήντα ευρώ.}
3. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 51 του νόμου 2676/1999 αντικαθίσταται ως
εξής:
{α) Επιχείρηση που έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, αν δεν έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά ή άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, επιτρέπεται η ρύθμιση σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση προκαταβολής 2% της συνολικής οφειλής.}
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 51 του νόμου 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Αν ο οφειλέτης δεν τήρησε προηγούμενη απόφαση ρύθμισης, μπορεί, μετά εξάμηνο από την έκδοσή της, και σε περίπτωση επίσπευσης πλειστηριασμού και πριν την παρέλευση εξαμήνου, να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο για δεύτερη φορά ρύθμιση.
Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, το δε ποσό της προκαταβολής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ποσό που προκύπτει με βάση το διπλάσιο του ισχύοντος ποσοστού.
Αν δεν τηρηθούν οι όροι της νέας ρύθμισης του προηγούμενου εδαφίου, επισπεύδεται η διαδικασία για κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώχευσης, αν προηγουμένως δεν εξοφληθεί η οφειλή από τη λήψη αναγκαστικών ή άλλων μέτρων ρύθμισης.
Η παραπάνω διαδικασία αναστέλλεται με την καταβολή του 30% της συνολικής οφειλής και τη ρύθμιση του υπολοίπου σε δόσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
Οφειλέτης που δεν τήρησε τους όρους του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής μπορεί να ζητήσει οποτεδήποτε νέα ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 1, εκτός από το ποσό της προκαταβολής, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% της συνολικής οφειλής.}
5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 51 του νόμου 2676/1999, που προστέθηκε με το άρθρο 16 του νόμου [Ν] 2747/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
{4. Είναι δυνατή η εκπρόθεσμη καταβολή δόσης μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από αυτόν που είναι απαιτητή. Η παραπάνω εκπρόθεσμη καταβολή επιτρέπεται για δύο δόσεις σε κάθε δωδεκάμηνο.}
6. Η παράγραφος 6 (πρώην 5) του άρθρου 51 του νόμου 2676/1999, όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 16 του νόμου [Ν] 2747/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
{6. Στους οφειλέτες που κάνουν χρήση της παρεχόμενης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών τους εισφορών και τηρούν τους όρους της ρύθμισης, παρέχεται μερική έκπτωση των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στις εισφορές αυτές, ως ακολούθως:
α) Αν υπαχθούν στη ρύθμιση για τμηματική καταβολή των ληξιπρόθεσμων οφειλών και εξόφληση του ποσού μέχρι τριάντα έξι δόσεις κατ' ανώτατο όριο, παρέχεται έκπτωση επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή κατά ποσοστό 10%.
Τα ποσά μείωσης των πρόσθετων τελών στην περίπτωση αυτή αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις.
β) Αν εξοφληθεί η συνολική οφειλή εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση κατά ποσοστό 20% επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή.}
7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 52 του νόμου 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Είναι δυνατή η τροποποίηση της απόφασης παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, εφόσον οι εργοδότες είναι ασφαλιστικά ενήμεροι, υποβληθεί αίτηση στο αρμόδιο όργανο και καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, μόνο ως προς τα εξής σημεία:
α) Μετά τρεις μήνες από την έκδοση της απόφασης, το όργανο που εξέδωσε αυτήν μπορεί να αποφασίσει τη μείωση του ποσοστού παρακράτησης κατά τη χορήγηση βεβαιώσεων ασφαλιστικής ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα, μέχρι του 2% της συνολικής οφειλής, εφόσον τα μηνιαία ποσά από παρακρατήσεις είναι μεγαλύτερα του 50% της μηνιαίας δόσης.
β) Μετά έξι μήνες από την έκδοση της απόφασης για παροχή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής μέχρι τριάντα έξι δόσεις, ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών ή ο Διευθυντής του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών μπορεί να αποφασίζει ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων κατά δώδεκα επιπλέον, με ανώτατο όριο αύξησης των δόσεων τις σαράντα οκτώ.
Για την έκδοση των παραπάνω αποφάσεων δεν απαιτείται προκαταβολή.
Αν διαγραφεί μέρος της οφειλής, οι δόσεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από το αρμόδιο όργανο.}
8. Το άρθρο 53 του νόμου 2676/1999, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 31 του νόμου 2972/2001, αντικαθίσταται ως εξής:
{Η αίτηση για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξής του.
Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί είναι:
α. Είκοσι ευρώ, για οφειλή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ.
β. Πενήντα ευρώ, για οφειλή από πενήντα χιλιάδες και ένα ευρώ έως και εκατό χιλιάδες ευρώ.
γ. Εκατό ευρώ, για οφειλές μεγαλύτερες των εκατό χιλιάδων και ένα ευρώ και μέχρι του ποσού που ρυθμίζει ο διευθυντής του υποκαταστήματος ή ταμείου είσπραξης εσόδων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
δ. Διακόσια ευρώ, για οφειλές αρμοδιότητας της Επιτροπής Αναστολών.
Το ύψος του παραβόλου αναπροσαρμόζεται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.}
9.α) Στους οφειλέτες καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών παρέχεται η δυνατότητα εξόφλησης αυτών με χρηματοδότηση από πιστωτικό Ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα, κατόπιν ειδικής δανειακής σύμβασης, η οποία συνάπτεται αποκλειστικά για την κάλυψη της ανωτέρω υποχρέωσης.
Η κατά τα ανωτέρω χρηματοδότηση συμφωνείται είτε για την εφάπαξ εξόφληση του συνόλου ή μέρους είτε για την τμηματική εξόφληση της οφειλής.
Στην περίπτωση εφάπαξ καταβολής του συνόλου ή μέρους της οφειλής προσκομίζεται στο πιστωτικό Ίδρυμα βεβαίωση οφειλής εκδοθείσα από το κατά νόμο αρμόδιο όργανο του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, από την οποία προκύπτει το τελικά καταβαλλόμενο ποσό, όπως αυτό καθορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις. Το αναγραφόμενο στη βεβαίωση οφειλής ποσό ισχύει μέχρι την οριζόμενη σε αυτήν προθεσμία, εκταμιεύεται δε και αποδίδεται απευθείας στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών. Αν η χρηματοδότηση συμφωνηθεί για εφάπαξ εξόφληση μέρους της οφειλής, το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται από τον οφειλέτη και επιτρέπεται να ρυθμίζεται τμηματικά σύμφωνα με τα άρθρα 51, 52, 53, 54 και 55 του νόμου 2676/1999, όπως ισχύουν.
Στην περίπτωση τμηματικής εξόφλησης της οφειλής προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών μέσω δανείου προσκομίζεται στο πιστωτικό Ίδρυμα απόφαση ρύθμισης της οφειλής που εκδίδεται από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, από την οποία προκύπτει ρητά το ύψος της προκαταβολής, ο αριθμός και το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης. Η καταβολή της προκαταβολής και των δόσεων ενεργείται από το πιστωτικό Ίδρυμα στους χρόνους που ορίζονται από την απόφαση ρύθμισης που εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.
Κατά την τελική εκκαθάριση του λογαριασμού του οφειλέτη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών:
α)α. εφόσον προκύψει καταβολή ποσού από το πιστωτικό Ίδρυμα επιπλέον του πράγματι οφειλόμενου, αυτό επιστρέφεται στον οφειλέτη ή συμψηφίζεται με τυχόν άλλη οφειλή του προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών,
α)β. εφόσον προκύψει καταβολή ποσού που υπολείπεται του πράγματι οφειλόμενου ποσού, το υπολειπόμενο ποσό βαρύνει τον οφειλέτη εργοδότη.
Για την απόδοση από το πιστωτικό Ίδρυμα στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών των χρηματικών ποσών της χρηματοδότησης αυτής δεν απαιτείται η προσκόμιση βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας. Ο οφειλέτης εξακολουθεί και μετά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης να είναι υπεύθυνος για την καταβολή των οφειλών του προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 51, 52, 53, 54 και 55 του νόμου 2676/1999, με εξαίρεση τις διατάξεις των παραγράφων 3,4 και 5 του άρθρου 51 και της παραγράφου 1 του άρθρου 52, όπως ισχύουν.
β) Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για οφειλές που ρυθμίζονται με ειδικές διατάξεις νόμων.