Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Κατά την άσκηση της ποινικής δίωξης και όσο διαρκεί η προδικασία, αν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για κάποιο από τα αδικήματα αθλητικής βίας που προβλέπονται στον παρόντα, ο κατά τόπο αρμόδιος εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί, με διάταξή του, να επιβάλλει στον κατηγορούμενο έναν ή περισσότερους περιοριστικούς όρους, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για να αποφευχθεί ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων. Αν ο κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί στο παρελθόν, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, σε οποιαδήποτε ποινή για διάπραξη αδικήματος αθλητικής βίας, η επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος του είναι υποχρεωτική.
2. Περιοριστικοί όροι που επιβάλλονται, σύμφωνα με την παράγραφο 1, είναι ιδίως:
(α) η απαγόρευση εισόδου σε μία ή περισσότερες αθλητικές εγκαταστάσεις, ενός ή περισσότερων αθλημάτων, κατά τη διάρκεια προπονήσεων ή και αγώνων,
(β) η απαγόρευση εισόδου σε αθλητικές εγκαταστάσεις στις οποίες προπονείται ή αγωνίζεται συγκεκριμένη ομάδα αθλητικού σωματείου, Τμημάτων Αμειβομένων Αθλητών ή αθλητικών ανώνυμων εταιρειών,
(γ) η υποχρέωση εμφάνισης του κατηγορουμένου στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του μέχρι και 2 ώρες πριν από την έναρξη αγώνων στους οποίες συμμετέχει συγκεκριμένη ομάδα αθλητικού σωματείου, Τμημάτων Αμειβομένων Αθλητών ή αθλητικών ανώνυμων εταιρειών και η παραμονή του εκεί μέχρι και 2 ώρες μετά τη λήξη τους.
3. Η εισαγγελική διάταξη της παραγράφου 1 κοινοποιείται στον κατηγορούμενο, στην αρμόδια αστυνομική αρχή και στους κατά περίπτωση ενδιαφερόμενους, αθλητική ομοσπονδία, διοργανώτρια των αγώνων αρχή, αθλητικό σωματείο, Τμήμα Αμειβομένων Αθλητών ή αθλητική ανώνυμη εταιρεία, για να λάβουν γνώση και να μεριμνήσουν για την εκτέλεσή της. Η ισχύς των περιοριστικών όρων αρχίζει από την κοινοποίηση στον κατηγορούμενο της διάταξης της παραγράφου 1 και παύει αυτοδικαίως με την άρση ή αντικατάστασή τους σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 ή με την περάτωση της ποινικής δίκης κατά το άρθρο 370 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
4. Ο κατηγορούμενος μπορεί να προσφύγει στο συμβούλιο πλημμελειοδικών κατά της διάταξης του εισαγγελέα που του έχει επιβάλει περιοριστικούς όρους, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 10 ημερών από την επίδοση της διάταξης σε αυτόν. Για την προσφυγή συντάσσεται έκθεση από το γραμματέα της εισαγγελίας που εξέδωσε την προσβαλλόμενη διάταξη. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Δημοσίου ποσού 250 €, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο πιο πάνω γραμματέας. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Η προσφυγή διαβιβάζεται στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών και εισάγεται από αυτόν, χωρίς χρονοτριβή, μαζί με την πρότασή του στο συμβούλιο, το οποίο και αποφασίζει αμετάκλητα.
Η προσφυγή και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διάταξης του εισαγγελέα.
Αν η προσφυγή γίνει δεκτή διατάσσεται η επιστροφή του παραβόλου σε εκείνον που το κατέθεσε, άλλως, αν η προσφυγή απορριφθεί, διατάσσεται η εισαγωγή του στο δημόσιο ταμείο.
5. Μέχρι την περάτωση της ποινικής δίκης κατά το άρθρο 370 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο κατηγορούμενος σε βάρος του οποίου έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι σύμφωνα με το παρόν, έχει δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για την άρση των όρων αυτών ή την αντικατάστασή τους με άλλους, στην οποία πρέπει να αναφέρει με σαφήνεια και πληρότητα τους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται η άρση ή αντικατάσταση. Η αίτηση υποβάλλεται στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών που διέταξε τους περιοριστικούς όρους μέχρι την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο, με κλητήριο θέσπισμα ή απευθείας κλήση, και μετά από την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο, στο ποινικό δικαστήριο στο οποίο εισήχθη. Επί ποινή απαραδέκτου, ο κατηγορούμενος οφείλει να καταθέσει παράβολο υπέρ του Δημοσίου ύψους 250 €, το οποίο επισυνάπτεται στη σχετική αίτηση. Η υποβολή της αίτησης δεν αναστέλλει την εκτέλεση των περιοριστικών όρων. Ο αρμόδιος εισαγγελέας πλημμελειοδικών ή το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο αποφαίνονται αμετάκλητα. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, διατάσσεται η επιστροφή του παραβόλου σε εκείνον που το κατέθεσε, άλλως, αν η αίτηση απορριφθεί, διατάσσεται η εισαγωγή του στο δημόσιο ταμείο.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των παραβόλων των παραγράφων 4 και 5.
7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος της ηλικίας του. Στην περίπτωση αυτή η εισαγγελική διάταξη της παραγράφου 1 κοινοποιείται και στους ασκούντες την επιμέλεια του ανηλίκου γονείς ή επιτρόπους ή κηδεμόνες του.