Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 (ΦΕΚ 154/Α/1940) προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
{Αν δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητας αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, η αρμόδια για την έκδοση του παραπάνω πρωτοκόλλου υπηρεσία, προβαίνει στη δημοσίευση σχετικής πρόσκλησης σε μία τοπική και μία ημερήσια εφημερίδα της Πρωτεύουσας του Κράτους προς οποιονδήποτε γνωρίζει τον ανεγείραντα, για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά του. Μετά την άπρακτη πάροδο 15 ημερών από την τελευταία δημοσίευση, εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδάφισης στο όνομα αγνώστου.
Αν είναι γνωστή η ταυτότητα αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή αλλά είναι άγνωστη η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής του, το παραπάνω πρωτόκολλο κατεδάφισης εκδίδεται κατ' αυτού και κοινοποιείται σε αυτόν ως άγνωστης διαμονής.
Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλείται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του Δήμου ή της Κοινότητας της περιοχής που βρίσκεται αυτό. Η κατεδάφιση επιτρέπεται μετά την παρέλευση 15 ημερών τουλάχιστον από την τελευταία τοιχοκόλληση στην πρώτη περίπτωση και από την τελευταία τοιχοκόλληση ή δημοσίευση στη δεύτερη περίπτωση.}
2. Πριν από το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
{Αν ο ανεγείρας το αυθαίρετο κτίσμα ή κατασκευή δεν παρευρίσκεται κατά την κατεδάφιση ή αν παρευρίσκεται μεν αλλά αρνείται να παραλάβει τα κινητά πράγματα βρίσκονται στο παραπάνω κτίσμα ή κατασκευή, γίνεται καταγραφή αυτών από Επιτροπή, που αποτελείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας και έναν υπάλληλο της αρμόδιας Πολεοδομίας, η οποία τα παραδίδει στο δήμαρχο ή στον πρόεδρο της κοινότητας της περιοχής του ακινήτου, που ορίζεται μεσεγγυούχος.
Σε περίπτωση που ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας αρνείται την παραλαβή, συντάσσεται από την Επιτροπή σχετική έκθεση και ορίζεται από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία φύλακας αυτών, με ευθύνη του αρνηθέντος. Αν σε διάστημα δύο (2) μηνών, τα κινητά αυτά πράγματα δεν αναζητηθούν από τον κάτοχο του αυθαιρέτου που κατεδαφίσθηκε, παραδίδονται στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού για εκποίηση. Σε περίπτωση αναζήτησης τούτων από τον κάτοχο του αυθαιρέτου μέσα στην άνω προθεσμία, του αποδίδονται, αφού προηγουμένως καταβάλλει τα έξοδα φύλαξής τους και τη δαπάνη κατεδάφισης που του έχει καταλογιστεί.}
3. Μετά το άρθρο 26 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940, προστίθεται άρθρο 26Α, που έχει ως εξής:
{Άρθρο 26Α: Όχθες και παρόχθια ζώνη πλεύσιμων ποταμών και μεγάλων λιμνών
1. Οι όχθες των πλεύσιμων ποταμών και των μεγάλων λιμνών, δηλαδή η χερσαία ζώνη που περιστοιχίζει αυτούς, η οποία βρέχεται από τις μέγιστες αλλά συνήθεις αναβάσεις των υδάτων τους, είναι κτήματα κοινόχρηστα, ανήκουν στο Δημόσιο το οποίο προστατεύει και διαχειρίζεται αυτά.
2. Επιτρέπεται, με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του παρόντος, η διαπλάτυνση της όχθης της προηγούμενης παραγράφου, με την προσθήκη λωρίδας γης, πλάτους μέχρι πενήντα (50) m, που αρχίζει από το προς την ξηρά άριο της όχθης.
3. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο λωρίδα γης που προσαυξάνει την όχθη, καλείται παρόχθια ζώνη.
4. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, περί καθορισμού της οριογραμμής αιγιαλού και παραλίας και του παλαιού αιγιαλού ως και περί της διοίκησης, διαχείρισης και προστασίας τούτων, εφαρμόζονται ανάλογα και για τις όχθες και τις παρόχθιες ζώνες των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών.
5. Προκειμένου να καθορισθεί η οριογραμμή όχθης ή παρόχθιας ζώνης, αντί του λιμενάρχη, στην αρμόδια Επιτροπή συμμετέχει ως μέλος ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Γεωργίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.}
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του νόμου 719/1977 (ΦΕΚ 301/Α/1977) εφαρμόζεται και επί ακινήτων τα οποία αποδόθηκαν με οποιαδήποτε πράξη του Ελληνικού Δημοσίου σε ιδιώτες πριν από το έτος 1930 και στη συνέχεια μεταβιβάστηκαν σε τρίτους με δημόσια έγγραφα νόμιμα από τότε μεταγραμμένα, τα οποία ακίνητα μεταγενέστερα καταχωρήθηκαν ως δημόσια κτήματα χωρίς ποτέ το Ελληνικό Δημόσιο να επιληφθεί της νομής ή κατοχής τους.
5. Ακίνητα της παραγράφου 7 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 3800/1957 (ΦΕΚ 256/Α/1957), αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, μπορούν να εκποιηθούν απευθείας στους προ της 01-01-1984 αυθαίρετους κατόχους αυτών ή στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, εφόσον εξακολουθούν μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να κατέχονται ή χρησιμοποιούνται από αυτούς, χωρίς διακοπή, αυθαίρετα ή με βάση σχετική μισθωτική σύμβαση μετά του Δημοσίου και δεν έχουν άλλη ακίνητη περιουσία στην ίδια περιοχή, που να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους.
Η κατεχόμενη έκταση που εκποιείται δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από ένα άρτιο οικόπεδο, εφόσον πρόκειται για αστικά ακίνητα και μεγαλύτερη από 10 καλλιεργήσιμα στρέμματα, εφόσον πρόκειται για αγροτικά κτήματα. Το τίμημα εξαγοράς αυτής καθορίζεται ίσο με το ένα τρίτο (1/3) της τρέχουσας αγοραίας αξίας κατά το χρόνο παραχώρησης αυτής και καταβάλλεται σε έξι (6) το πολύ εξαμηνιαίες δόσεις, έντοκα προς δώδεκα τοις εκατό (12%) ετησίως.
Κατ' εξαίρεση μπορεί να εκποιηθεί μεγαλύτερη έκταση, όταν συντρέχει οποιαδήποτε από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Η έκταση αυτή καλύπτεται από μόνιμα κτίσματα του δικαιούχου.
β) Η έκταση που απομένει, μετά την εκποίηση ενός αρτίου οικοπέδου δεν αποτελεί άρτιο οικόπεδο ή δεν μπορεί να αποτελέσει άρτιο οικόπεδο σε συνένωση με άλλη συνεχόμενη έκταση του Δημοσίου.
Το τίμημα εξαγοράς της παραπάνω έκτασης καταβάλλεται εφάπαξ και είναι ίσο με την τρέχουσα αγοραία αξία κατά το χρόνο παραχώρησης της έκτασης. Στην αξία του ακινήτου δεν υπολογίζονται οι δαπάνες αξιοποίησης αυτού, που έγιναν από τον κάτοχο - μισθωτή.
Οι αιτήσεις εξαγοράς υποβάλλονται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την τοιχοκόλληση σχετικής πρόσκλησης της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας στο κατάστημα του οικείου δήμου ή κοινότητας. Για την τοιχοκόλληση αυτή συντάσσεται πρακτικό, που υπογράφεται και από ένα μάρτυρα.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του ακινήτου που έχει εξαγορασθεί σε τρίτο, καταβάλλονται εφάπαξ στο Δημόσιο, πριν από την παραπάνω μεταβίβαση, με ποινή ακυρότητας αυτής, όλες οι υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις εξαγοράς.
6. Τα τμήματα του δημόσιου κτήματος με ΑΒΚ25, αρμοδιότητας Κτηματικής Υπηρεσίας Νομού Αχαΐας, που βρίσκεται στην παραλιακή περιοχή Αλυκές της κοινότητας Κάτω Αχαΐας, τα οποία είχαν παραχωρηθεί στου αυθαίρετους κατόχους τους με αποφάσεις παραχωρητήρια του Νομάρχη Αχαΐας, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 719/1977 και του νόμου 1473/1984 (ΦΕΚ 127/Α/1984) και τα οποία επανήλθαν στην κυριότητα του Δημοσίου λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής των δόσεων του τμήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 75 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 11-11-1929 (ΦΕΚ 399/Α/1929), επανέρχονται στους αγοραστές αυτών, εφόσον έχει εξοφληθεί το τίμημα εκποίησης.
7. Το άρθρο 3 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 547/1970 (ΦΕΚ 118/Α/1970) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{Άρθρο 3
1. Ανταλλάξιμα κτήματα, που βρίσκονται στην περιοχή Θεσσαλονίκης και των περιχώρων αυτής και καλλιεργούνται με λαχανικά ή άλλα γεωργικά προϊόντα, είναι δυνατόν να εκποιηθούν απευθείας στους αυθαίρετους κατόχους τους ή στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, εφόσον κατέχονται και καλλιεργούνται απ' αυτούς αυθαίρετα πριν από τη δημοσίευση (24-06-1976) του νόμου [Ν] 357/1976 (ΦΕΚ 156/Α/1976), με τους παρακάτω ειδικότερους όρους, περιορισμούς και προϋποθέσεις:
α) Σε κάθε αυτοτελή οικογένεια είναι δυνατόν να παραχωρηθεί έκταση μέχρι (800) m2, εφόσον πρόκειται για κτήματα εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης ή έκταση μέχρι δύο (2) στρέμματα, εφόσον πρόκειται για κτήματα εκτός του σχεδίου πόλης.
β) Το τίμημα που καταβάλλεται είναι ίσο με το μισό (1/2) της τρέχουσας αγοραίας αξίας της παραχωρούμενης έκτασης, κατά το χρόνο της εξαγοράς και καταβάλλεται σε τριάντα (30) το πολύ ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις με επιτόκιο τέσσερα τοις εκατό (4%) το χρόνο.
Στην αξία του ακινήτου δεν υπολογίζονται οι δαπάνες αξιοποίησης και βελτίωσής του που έγιναν από τον κάτοχο, ως και η αξία των τυχόν ευρισκόμενων επ' αυτού κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί από τούτον.
γ) Η παραχωρούμενη έκταση πρέπει να είναι συνεχόμενη και περιλαμβάνονται σ' αυτήν και τα τυχόν κτίσματα των δικαιούχων.
δ) Η παραχώρηση της έκτασης πραγματοποιείται, εφόσον ο δικαιούχος:
δ)α) Καλλιεργεί αυτήν αυτοπροσώπως και συστηματικώς.
δ)β) Δεν έτυχε άλλης γεωργικής ή αστικής αποκατάστασης και στερείται επίσης άλλης αστικής ή αγροτικής ιδιοκτησίας στην ίδια περιοχή ή στην ευρύτερη περιφέρεια αυτής, που να καλύπτει τις ανάγκες του.
ε) Η παραχώρηση της έκτασης ανακαλείται αυτοδίκαια, σε περίπτωση εκούσιας αλλαγής της χρήσης ή εκποίησης αυτής από τον αγοραστή, πριν από την παρέλευση δεκαετίας από την παραπάνω παραχώρηση.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του ακινήτου που έχει εξαγορασθεί σε τρίτο, καταβάλλονται εφάπαξ στο Δημόσιο, πριν από την παραπάνω μεταβίβαση, με ποινή ακυρότητας αυτής, όλες οι υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις εξαγοράς.
στ) Οι αιτήσεις εξαγοράς υποβάλλονται εντός έξι (6) μηνών από την τοιχοκόλληση σχετικής πρόσκλησης της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας στο κατάστημα του οικείου δήμου ή κοινότητας. Για την τοιχοκόλληση αυτή συντάσσεται πρακτικό, που υπογράφεται και από ένα μάρτυρα.
2 Σε όσους κατέχουν μεγαλύτερη έκταση από την παραπάνω οριζόμενη για εξαγορά, είναι δυνατόν να παραχωρηθεί, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, όλη ή μέρος της επιπλέον κατεχόμενης έκτασης, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης του κατόχου, εντός της ίδιας παραπάνω εξάμηνης προθεσμίας, με τίμημα ίσο με την τρέχουσα αγοραία αξία κατά το χρόνο της εξαγοράς της, καταβλητέο σε έξι (6) το πολύ ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις με επιτόκιο δώδεκα τοις εκατό (12%) το χρόνο.
Όσοι δεν υποβάλλουν σχετική αίτηση εξαγοράς της επιπλέον κατεχόμενης έκτασης, υποχρεούνται να παραδώσουν αυτήν ελεύθερη στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, με σχετικό πρωτόκολλο, εντός οκτώ (8) μηνών, από την έκδοση του τίτλου μεταβίβασης της έκτασης, που δικαιούνται να εξαγοράσουν με μειωμένο τίμημα. Σε αντίθετη περίπτωση η παραχώρηση ανακαλείται αυτοδίκαια.
3. Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Οικονομικών, περί παραχώρησης του ανταλλαξίμου ακινήτου στον αυθαίρετο κάτοχο, αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται.}
8. Η παραχώρηση εκτάσεων των παραγράφων 5 και 7 του παρόντος άρθρου τελεί με τους παρακάτω περιορισμούς:
α) οι εκτάσεις αυτές δεν αποτελούν τμήμα δάσους ή δασικής έκτασης, ούτε βρίσκονται σε περιοχές που χρήζουν ειδική περιβαλλοντικής προστασίας ή σε περιοχές ιδιαίτερου οικολογικού ενδιαφέροντος που προστατεύονται από την ελληνική νομοθεσία ή διεθνείς συμβάσεις ή συνθήκες, ούτε εμπίπτουν σε ζώνες προστασίας αρχαιολογικών χώρων ή σε περιοχές όπου για διαφόρους λόγους δεν επιτρέπεται η δόμηση,
β) στις περιπτώσεις μεταβίβασης λόγω πωλήσεως των παραχωρούμενων εκτάσεων από τον αγοραστή σε τρίτο, αυτός ενημερώνει προηγουμένως υποχρεωτικά εγγράφως με απόδειξη την αρμόδια κτηματική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία μπορεί να ασκήσει δικαίωμα προτίμησης του Δημοσίου για την αγορά του ακινήτου έναντι τρίτων εντός μηνός από την παραπάνω κοινοποίηση.
Στην έγγραφη ενημέρωση πρέπει να περιέχονται τα στοιχεία του υποψήφιου αγοραστή και το συμφωνηθέν τίμημα. Σε περίπτωση μη άσκησης του δικαιώματος προτίμησης αγοράς του ακινήτου από το Δημόσιο ή παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας του ενός μηνός, ο δηλών δικαιούται να προχωρήσει ελευθέρως στη σύναψη της σύμβασης πώλησης με οποιονδήποτε αντί τιμήματος όχι μικρότερου του δηλωθέντος.
Η μη τήρηση των παραπάνω διατάξεων συνεπάγεται ακυρότητα της μεταβίβασης που κηρύσσεται με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου, κατόπιν αγωγής του Δημοσίου, η οποία εγείρεται μέσα σε μία διετία από τη μεταβίβαση αυτή.
9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται τα λοιπά θέματα και οι λεπτομέρειες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.