Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 95/1999
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγησίλαο Μπακόπουλο - Αντιπρόεδρο, Ανδρέα Κατσίφα, Κωνσταντίνο Κωστήρη, Πέτρο Κακκαλή και Παναγιώτη Φιλιππόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 02-11-1998, με την παρουσία και της γραμματέως Αλεξάνδρας Χαραλάμπους, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: ___________ ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αντώνιο Βάγια.
Του αναιρεσίβλητου: ___________ ο οποίος δεν παραστάθηκε.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 02-06-1994 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος και την από 25-09-1995 ανταγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3773/1996 του ίδιου Δικαστηρίου και 3522/1996 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί ο αναιρεσείων με την από 08-01-1997 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνον ο αναιρεσείων, όπως σημειώνεται πιο πάνω, ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Κωνσταντίνος Κωστήρης ανάγνωσε την από 31-10-1997 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.
Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο
Επειδή, ο αναιρεσίβλητος, αν και κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως όπως εμφανισθεί εις την αρχική δικάσιμο της υποθέσεως, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη με αριθμό 5316/21-04-1997 έκθεση επιδόσεως του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Απόστολου Ξάνθου, δεν εμφανίσθηκε κατά την εν αρχή της παρούσης νόμιμη μετά αναβολή από το πινάκιο της αρχικής δικασίμου συζήτηση της υποθέσεως και δεν έλαβε μέρος στη συζήτηση αυτή. Παρά την απουσία όμως αυτού η υπόθεση θα συζητηθεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 576 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Επειδή από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 159, 166, 180, 369, 513 και 1033 του Αστικού Κώδικα προκύπτει ότι η σύμβαση για την πώληση και μεταβίβαση ακινήτου, καθώς και το περί αυτής προσύμφωνο, υπόκεινται στο συστατικό τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, ο οποίος, αν δεν τηρηθεί, η σύμβαση αυτή και το προσύμφωνο είναι απολύτως άκυρα και θεωρούνται σαν να μην έγιναν. Στον ίδιο συμβολαιογραφικό τύπο υπόκεινται και η μεταξύ των μερών συμφωνία για το τίμημα πωλήσεως ακινήτου, που αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της συμβάσεως πωλήσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως δέχθηκε το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ο ήδη αναιρεσείων με την από 02-06-1994 αγωγή του κατά του ήδη αναιρεσίβλητου, αφού επικαλέσθηκε, ότι με το 4185/21-07-1989 πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Μαρίας Παπαδοπούλου χορήγησε στον αναιρεσίβλητο την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να πωλήσει σε τρίτο ή στον εαυτό του το σ' αυτή (αγωγή) περιγραφόμενο ακίνητό του (αγροτεμάχιο), συμφώνησε δε με τον αναιρεσίβλητο με το ταυτόχρονο ιδιωτικό συμφωνητικό το τίμημα πωλήσεως του στο ποσό των 3.000.000 δραχμών, από το οποίο ο αναιρεσίβλητος του κατέβαλε με την υπογραφή του παραπάνω ιδιωτικού συμφωνητικού το ποσό των 1.000.000 δραχμών, το δε υπόλοιπο ποσό των 2.000.000 δραχμών υποσχέθηκε να του το καταβάλει εντός τριών μηνών, καθώς επίσης ότι ο αναιρεσίβλητος με το 4858/1990 οριστικό συμβόλαιο της παραπάνω συμβολαιογράφου πώλησε στον εαυτό του το πιο πάνω ακίνητο όπως είχε δικαίωμα από το ως άνω πληρεξούσιο, με τίμημα, που αναγράφηκε στο συμβόλαιο, από 500.000 δραχμές, δεν τήρησε έτσι την παραπάνω από 21-07-1989 συμφωνία τους περί καθορισμού του τιμήματος σε 3.000.000 δραχμές, ζήτησε να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος και του καταβάλει το υπόλοιπο αυτό ποσό του τιμήματος από 2.000.000 δραχμές. Με τέτοιο ιστορικό και αίτημα η αγωγή αυτή, όπως τα δέχθηκε το Εφετείο, ήταν νόμω αβάσιμη, διότι η επικαλούμενη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία, που έγινε με το παραπάνω ιδιωτικό συμφωνητικό και αφορούσε τον καθορισμό του τιμήματος πωλήσεως ακινήτου, ήτοι σε ουσιώδες στοιχείο της πωλήσεως, έπρεπε να περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, ο οποίος δεν τηρήθηκε και γι αυτό αυτή είναι άκυρη.
Έτσι, που έκρινε το Εφετείο, και στη συνέχεια, κατ' αποδοχή της κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, που είχε αποφανθεί αντιθέτως, εφέσεως του αναιρεσίβλητου, απέρριψε την αγωγή αυτή του αναιρεσείοντος, ως νόμω αβάσιμη, δεν παραβίασε τις παραπάνω ουσιαστικές διατάξεις και ειδικότερα εκείνη του άρθρου 369 του Αστικού Κώδικα, αφού η αγωγή αυτή με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημά της, που δέχθηκε το Εφετείο, ήταν νόμω αβάσιμη, λόγω ακυρότητας, για έλλειψη συμβολαιογραφικού τύπου, της μεταξύ των διαδίκων παραπάνω με ιδιωτικό έγγραφο συμφωνίας για καθορισμό στο πιο πάνω ποσό του τιμήματος πωλήσεως στον αναιρεσίβλητο του παραπάνω ακινήτου του αναιρεσείοντος, στην οποία συμφωνία και στηριζόταν, κατά την παραδοχή του Εφετείου, η αγωγή αυτή. Είναι, επομένως, αβάσιμος και απορριπτέος ο τρίτος λόγος της αιτήσεως, κατά το από το άρθρο 559 αριθμός 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας σχετικό σκέλος αυτού. Ο ίδιος δε λόγος, κατά τα σκέλη αυτού από το άρθρο 559 αριθμοί 1 και 19 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με τα οποία ο αναιρεσείων αιτιάται την προσβαλλόμενη απόφαση αντιστοίχως για παραβίαση των ερμηνευτικών κανόνων των άρθρων 173 και 200 του Αστικού Κώδικα και για έλλειψη νόμιμης βάσεως, είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος, διότι οι λόγοι αυτοί αναιρέσεως προϋποθέτουν αντιστοίχως ερμηνεία συμβάσεως και εκτίμηση πραγματικών περιστατικών από το δικαστήριο της ουσίας και συνακόλουθα δεν ιδρύονται όταν το τελευταίο, όπως εν προκειμένων, απέρριψε την αγωγή, ως νόμω αβάσιμη. Θα πρέπει σχετικώς να λεχθεί, ότι ο αναιρεσείων δεν προτείνει με το αναιρετήριο, ότι με την αγωγή του είχε επικαλεσθεί, για τη θεμελίωση της παραπάνω κατά του αναιρεσίβλητου απαιτήσεώς του, υπαίτια από τον τελευταίο αθέτηση του όρου της μεταξύ τους συμβάσεως εντολής για πώληση από τον αναιρεσίβλητο εντολοδόχο του παραπάνω ακινήτου του, η οποία σύμβαση είναι άτυπη (Ολομέλεια Αρείου Πάγου [ΑΠ] 104/1975), κατά τον οποίο (όρο) το τίμημα πωλήσεως από τον αναιρεσίβλητο του ακινήτου του αυτού έπρεπε να είναι τουλάχιστον 3.000.000 δραχμές, με συνέπεια να ζημιωθεί αυτός κατά το ποσό των 2.000.000 δραχμών, που ζητήθηκε με την αγωγή ως αποζημίωση, ούτε υποστηρίζει ότι το Εφετείο, με το ν απορρίψει ως μη νόμιμη την αγωγή του αυτή, παραβίασε τα άρθρα 714, 330, 297 και 298 του Αστικού Κώδικα, στα οποία αυτή στηριζόταν. Κάτι τέτοιο προτείνει απαραδέκτως για πρώτη φορά με τις ενώπιον του δικαστηρίου αυτού προτάσεις του.
Επειδή οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους, όπως ορθώς εκτιμώνται, αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου οι από το άρθρο 559 αριθμοί 11 και 12 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πλημμέλειες και συγκεκριμένα ότι το Εφετείο, παρά την προβολή ενώπιον αυτού σχετικού ισχυρισμού από τον αναιρεσείοντα, δεν έλαβε υπόψη του δικαστική ομολογία του αναιρεσίβλητου, που είχε γίνει με τις πρωτόδικες προτάσεις του, αλλά και εξώδικη ομολογία αυτού, ότι πραγματικά είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων ως τίμημα πωλήσεως στον αναιρεσίβλητο του εις την αγωγή ακινήτου του αναιρεσείοντος το ποσό των 3.000.000 δραχμών, είναι απορριπτέοι, ως απαράδεκτοι, διότι οι λόγοι αυτοί δεν ιδρύονται στην περίπτωση που το Εφετείο, όπως εν προκειμένω, απέρριψε την αγωγή, ως νόμω αβάσιμη.
Για τους λόγους αυτούς:
Απορρίπτει την από 08-01-1997 αίτηση του Αντωνίου Μαρούγκα για αναίρεση της με αριθμό 3522/1996 αποφάσεως του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18-11-1998.
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στις 27-01-1999.